Πέμπτη 5 Απριλίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 665/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΙΚΡΟΔΙΑΦΟΡΩΝ).- ΕΝΑ ΜΝΗΜΕΙΟ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ

      Δέχεται , χωρίς, βέβαια,  καμιά παραπομπή σε θεωρία και νομολογία (γιατί απλούστατα δεν υπάρχει καμία , που να στηρίζει την παρακάτω απίθανη άποψη) , ότι δύο χρηματικές απαιτήσεις, προερχόμενες η μία από "παροχή υπηρεσιών"  και η άλλη από αδικοπραξία , δεν είναι ομοειδείς , έτσι ώστε να μπορούν να συμψηφιστούν σύμφωνα με το άρθρο 440 ΑΚ !!!
       Το Δικαστήριο , ως φαίνεται, δεν έτυχε, ούτε ενδιαφέρθηκε να αναζητήσει για να πληροφορηθεί αυτό που και ο πρωτοετής  φοιτητής της νομικής διδάσκεται, ότι δηλαδή δύο χρηματικές απαιτήσεις είναι μεταξύ τους πάντοτε ομοειδείς  "κατ' αντικείμενο", υποκείμενες σε συμψηφισμό, έστω κι αν προέρχονται από διαφορετικές αιτίες, χωρίς μάλιστα να είναι καν αναγκαίο οι συμψηφιζόμενες απαιτήσεις να απορρέουν και οι δύο από ενοχικά δικαιώματα (η μία μπορεί να απορρέει από ενοχικό δικαίωμα και η άλλη από εμπράγματο δικαίωμα) ή από σχέση του αυτού κλάδου δικαίου (η μία μπορεί να απορρέει από σχέση ιδιωτικού δικαίου και η άλλη από σχέση δημοσίου δικαίου).
   Συγκεκριμένα , γίνεται δεκτό ομόφωνα και αναντίλεκτα ότι: 
  • ΑΠ 435/2015 (ΕΔΩ) : "Ομοειδείς είναι οι απαιτήσεις των οποίων τα αντικείμενα έχουν τα ίδια γνωρίσματα, όπως οφειλή χρημάτων και από τα δύο μέρη, ανεξάρτητα από τις ενοχές από τις οποίες απορρέουν"
  •  Μ. Σταθόπουλος, Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, Τρίτη Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1998, σελ. 547) Ομοίως με τα ανωτέρω 
  • Γεωργιάδη- Σταθόπουλου, ΑΚ, Κατ'άρθρο ερμηνεία, κάτω από άρθρο 440 ΑΚ (ΕΔΩ) : "Η συνηθέστερη περίπτωση ομοειδών απαιτήσεων πρόκειται , όταν τόσο η κύρια απαίτηση, όσο και η ανταπαίτηση είναι χρηματικές, έχουν δηλαδή σαν αντικείμενο εγχώριο νόμισμα...α) Εκτός από τις προϋποθέσεις αυτές, δεν είναι απαραίτητη η συνδρομή άλλων όρων για να είναι έγκυρος ο συμψηφισμός. Έτσι π.χ. δεν απαιτείται συνάφεια των απαιτήσεων Μπαλής παρ. 139 αρ. 6 Φραγκίστας , ό.π.π αρ. 1 Βάλληνδας, ό.π.π αρ. 2 Πρβλ. όμως και Εφ. Αθ. 1586/71 ΝοΒ 19"
  • Γεώργιος Μπαλής, Ενοχικό Δίκαιο, Γενικόν Μέρος, σελίδα 444 (ΕΔΩ) :"Ο συμψηφισμός χωρεί μόνον όταν, καθ' ον χρόνον προτείνεται ούτος , αι αμοιβαίαι απαιτήσεις είναι "ομοειδείς κατ' αντικείμενον"....Η συνηθεστέρα περίπτωσις ομοειδών κατ' αντικείμενον απαιτήσεων είναι όταν απαίτησις και ανταπαίτησις είναι χρηματικαί...Ο νόμος δεν απαιτεί ως όρον του συμψηφισμού ταυτότητα του στηρίζοντος τας αμοιβαίας απαιτήσεις νομικού λόγου , ή συνάφειαν της αιτίας τούτων (ως επί του δικαιώματος επισχέσεως, 325 ανωτ. παρ. 43/3...Κατά τα λοιπά υπαρχόντων των όρων είναι δεκτός ο συμψηφισμός αξιώσεων εξ ενοχικού δικαιώματος προς αξίωσιν εξ εμπραγμάτου δικαιώματος ,ως επίσης προς αξίωσιν εκ σχέσεως δημοσίου δικαίου" 
  • Αλέξανδρος Λιτζερόπουλος, Στοιχεία Ενοχικού Δικαίου (ΕΔΩ) :"Απαιτήσεις ομοειδείς. π.χ. εάν η απαίτησις είναι χρηματική, δέον και η εις συμψηφισμόν προτεινόμενη ανταπαίτησις να είναι χρηματική, εάν οφείλεται σίτος, πρέπει και η ανταπαίτησις να έχει ως αντικείμενον σίτον κ.ο.κ ε.".Μάλιστα ο Λιτζερόπουλος παραθέτει και παράδειγμα συμψηφιζομένων απαιτήσεως εκ των οποίων η μία προέρχεται από τίμημα πωλήσεις και η άλλη από δάνειο, γράφοντας: "Π.χ. ο Α δικαιούται λαμβάνειν από τον Β 12.000 δρχ. εξ οφειλομένου τιμήματος δια πράγμα το οποίον του επώλησε ο Α, παραλλήλως δε ο Β δικαιούται να λάβη από τον Α 10.000 δρχ εκ παρασχεθέντος δανείου. ...Δια του συμψηφισμού δεν γίνετι η κατά τα ανωτέρω διπλή κατ' αντίθετον φοράν πραγματική καταβολή εκ μέρους του Α και του Β , αλλ' ο διακανονισμός τω δύο χρεών συντελείται δια λογιστικής πράξεως συνυπολογισμού: αι δύο αντπαιτήσεις θεωρούνται αποσβεσθείσαι καθ' ο μέρος καλύπτονται , ήτοι κατά το μικρότερον εκ των δύο ποσών , εδώ κατά 10.000 δρχ, εις τρόπον ώστε απομένει μόνον υπόλοιπον καταβλητέον υπέρ του Α (εν προκειμένω εκ 2.000 δρχ.)
  • Μον.Πρ.Αθ. 3863/2014 (ΕΔΩ) : "...σαν ομοειδείς χαρακτηρίζονται οι απαιτήσεις που οι παροχές τους έχουν τα ίδια γνωρίσματα. Συνηθέστερη δε περίπτωση ομοειδών απαιτήσεων είναι εκείνη στην οποία η κυρία απαίτηση όσο και η ανταπαίτηση είναι χρηματικές (βλ. για το ανωτέρω ΕφΑθ 9869/1998,ΕλλΔνη 1999, 1195)" 
Αποτέλεσμα εικόνας για ΒΛΑΚΑΣ    Η διαφορετική - κυριολεκτικά πρωτοφανής- άποψη, που δέχεται το Δικαστήριο, δεν βρίσκεται σε καμία πηγή , ούτε της θεωρίας, ούτε της νομολογίας και αποτελεί μνημείο αυτοσχεδιασμού και εντελώς ρηχής μελέτης  ενός νομικού  θέματος, καθημερινής μάλιστα τριβής για κάθε χειριστή και εφαρμοστή του δικαίου, και φυσικά αντιπροσωπευτικό δείγμα του επιπέδου κάποιων δικαστικών αποφάσεων. 
    Εξάλλου, όλη την απόφαση την διατρέχει μία σύγχυση και τρικυμία εν κρανίω, αφού είναι χαρακτηριστικό ότι το Δικαστήριο σχημάτισε δικανική κρίση χωρίς να λάβει υπ' όψη του κανένα αποδεικτικό μέσο, από αυτά που τού τέθηκαν υπ' όψη (έγγραφα, μαρτυρική κατάθεση κλπ) , τα οποία και δεν μνημονεύει, παρά μόνον από την γενική άρνηση της εναγομένης, την οποία εξέλαβε ως ομολογία! 
    Αφιερωμένη η απόφαση αυτή στην Επιθεώρηση Δικαστηρίων (αν υπάρχει, για τον έλεγχο της επάρκειας των δικαστών) και στον έλληνα φορολογούμενο, που με τους φόρους του πληρώνει τους μισθούς των δικαστών,  έχει ως εξής: 
     

Aριθμός απόφασης  665/2018
TO ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (Διαδικασία Μικροδιαφορών)
Συγκροτήθηκε αττό τον Ειρηνοδίκη Χρήστο Δήμο, τον οποίο όρισε η Πρό­εδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, και την Γραμματέα Ελένη Δρόσου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 22 Φεβρουαρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας: Ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «..................Ε.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «..................», που εδρεύει στο .................και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδωνα Σούλη.
Της εναγομένης: Εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «........................» και τον διακριτικό τίτλο «..........................», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δι­κηγόρο της Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Η ενάγουσα με την από 1.2.2017 αγωγή της για χρηματική απαίτηση από σύμβαση παροχής υπηρεσιών, που απευθύνεται προς το δικαστήριο αυτό και στρέφεται κατά της εναγομένης, που νόμιμα κατατέθηκε και γράφτηκε στο σχετι­κό βιβλίο με αύξοντα αριθμό 883/17, ζητεί όσα αναφέρονται σε αυτή.
Κατά την δικάσιμο που ορίστηκε και αναφέρεται στην αρχή της παρού­σας, η υπόθεση αυτή εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά του σχετικού εκθέματος και συζητήθηκε.
Το Δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, οι οποίοι αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές και στα πρακτικά.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
 ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ


Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αγωγή της η ενάγουσα, η οποία δραστηριοποιείται στο χώρο των ταχυμεταφορών (courier), εκθετει οτι με σύμβαση που συνήψε το έτος 2014 ανέλαβε για λογαριασμό της εναγομένης την αποστολή δεμάτων προς τρίτους. Από την συνεργασία αυτή προέκυψε οφειλή της εναγομένης συνολικού ποσού 1.880,99 €, για την οποία η ενάγουσα κοινο­ποίησε στις 20.12.2016 εξώδικη όχληση, η οποία είναι συνημμένη αυτούσια στο δικόγραφο της αγωγής μαζί με τα ανεξόφλητα σχετικά τιμολόγια παροχής υπη­ρεσιών, και έταξε προθεσμία 3 ημερών στην εναγομένη για την εξόφλησή της. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα επιδιώκει να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το ως άνω ποσό, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδο­σης εξώδικης όχλησης και να καταδικαστεί αυτή στη δικαστική της δαπάνη.
Η αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικα­στηρίου το οποίο είναι καθ' ύλη και κατά τόπο αρμόδιο για την εκδίκασή της (άρθρο 14 § 1 εδ. α' και 22 του ΚΠολΔ) και θα πρέπει να συζητηθεί κατά την ει­δική διαδικασία των διατάξεων για τις μικροδιαφορές (άρθρα 466-472 του ΚΠολΔ). Είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361,345,346 του ΑΚ, 176 του ΚΠολΔ. Θα πρέπει ως εκ τούτου να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη δικαστικού ενσήμου (βλ. το προσαγόμενο με αριθμό 192678652958 0427 0002 ηλεκτρονικό παράβολο)
Η εναγομένη προβάλλει με τις προτάσεις της ένσταση συμψηφισμού του συνόλου της επίδικης αξίωσης της ενάγουσας με υπέρτερη δική της για την ο­ποία είχε ασκήσει αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών (τακτική διαδικασί­α). Επ' αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 6347/2017 απόφαση με την οποία η υπόθε­ση παραπέμφθηκε στο Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου ως κατά τόπο αρμόδιο και έχει εισαχθεί ήδη σε αυτό με κλήση της εναγομένης που έχει επιδοθεί στην ενάγου­σα.
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 440, 441 ΑΚ και 262 παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι για να είναι ορισμένη η ένσταση συμψηφισμού πρέπει να διαλαμβάνεται σαφής έκθεση των δικαιοπαραγωγικών της ανταπαίτη- σης γεγονότων, ήτοι πρέπει να αναφέρεται: α) Περιγραφή, χρόνος γέννησης και το ποσό των αμοιβαίων απαιτήσεων που προτείνονται σε συμψηφισμό, γ) ότι οι απαιτήσεις είναι ομοειδείς, γ) ότι οι απαιτήσεις είναι υποστατές και έγκυρες και δ) ότι οι αξιώσεις είναι ληξιπρόθεσμες και αγώγιμες. Εν προκειμένω δεν συντρέχει κατά την κρίση του Δικαστηρίου η προϋπόθεση του ομοειδούς των απαιτήσεων, δεδομένου ότι η απαίτηση της εναγομένης στηρίζεται στις διατάξεις περί αδικο­πραξίας, ενώ η απαίτηση της ενάγουσας στις διατάξεις περί παροχής υπηρε­σιών, ενώ ομοειδείς χαρακτηρίζονται οι απαιτήσεις, τα αντικείμενα των οποίων διαθέτουν τα ίδια γνωρίσματα. Ως εκ τούτου κρίνεται απορριπτέα η ένσταση.
Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 261 του ΚΠολΔ, κάθε διάδικος οφεί­λει να απαντά με σαφήνεια γενικά ή ειδικά για την αλήθεια ή όχι των πραγματι­κών ισχυρισμών του αντιδίκου του. Εφ' όσον δεν αμφισβητήθηκε η αλήθεια κά­ποιου πραγματικού ισχυρισμού, απόκειται στον δικαστή να κρίνει, σε συνδυασμό με την τυχόν γενική άρνηση και το σύνολο των ισχυρισμών των διαδίκων, αν συ­νάγεται ομολογία ή άρνηση. Περαιτέρω, στην διαδικασία των μικροδιαφορών, ο Ειρηνοδίκης μπορεί να αποκλίνει από τις δικονομικές διατάξεις, να λαμβάνει υπ' όψη και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου και να ακο­λουθεί κάθε φορά κατά την ελεύθερη κρίση του την μέθοδο εκείνη που ασφαλέ­στερα, γρηγορότερα και με λιγότερες δαπάνες μπορεί να οδηγήσει στην ανεύρε­ση της αλήθειας (άρθρο 469§2 ΚΠολΔ).
Εν προκειμένω η εναγομένη με τις προτάσεις της ουδέν αναφέρει για το κρινόμενο ζήτημα της προκειμένης αντιδικίας, που είναι η παροχή ή μη των α­ναφερομένων στην αγωγή υπηρεσιών ταχυμεταφοράς και των σχετικών κονδυ­λίων με τα οποία χρεώθηκε η εναγομένη, όπως αυτά αναφέρονται στα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών που είναι συνημμένα στην αγωγή. Συνάγεται ως εκ τούτου από την στάση αυτή της εναγομένης ομολογία της επίδικης αξίωσης και θα πρέ­πει να γίνει δεκτή η κριθείσα αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη.
Η δικαστική δαπάνη της ενάγουσας θα επιβληθεί σε βάρος της εναγομέ­νης (ΚΠολΔ 176).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
-ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
-ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των χιλίων οκτακοσίων ογδόντα ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (1.880,99 €), με


τον νόμιμο τόκο αττό 21 Δεκεμβρίου 2016, ήτοι την επομένη της επίδοσης εξώ­δικης όχλησης.
-ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας σε βάρος της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου
2018.
Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

    Και εις άλλα με υγεία προς δόξαν του κύρους της ελληνικής δικαιοσύνης....