Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 2415/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ- 1) ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΙΚΗΣ Ή ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ 2) ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΛΕΥΡΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ 3) ΔΕΝ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΑΟΡΙΣΤΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Η ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΟΥ ΕΜΒΑΔΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΞ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΑ, ΟΤΑΝ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΥΤΑ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΟΡΘΑ ΣΕ ΑΛΛΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΔΙΑΤΑΚΤΙΚΟ ΤΗΣ, ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΝΑ ΜΗΝ ΑΦΗΝΕΤΑΙ ΚΑΜΙΑ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΥΤΑ 4) Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΣΕ ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΑΞΙΟΥΝΤΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΕΚ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ , ΩΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΑΥΤΟΥ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ, ΔΕΝ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΕΜΦΑΝΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΝΟΜΗΣ , ΑΝ ΔΕΝ ΣΥΝΔΥΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕ ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΕΜΦΑΝΕΙΣ ΥΛΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕ ΠΡΟΘΕΣΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΑΥΤΟΥ


2415/2018
 ΤΜΗΜΑ: 8ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Τόμου. Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Καλλιόπη Παπαζαφείρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Παραθεριστικού και Οικοδομικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «..........................», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του 
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: .................... του ..........., κατοίκου Γλυφάδας Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ.
Ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 18 Οκτωβρίου 2011 αγωγή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 13456/2011, ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Ο αντενάγων ..................., με την από 22 Νοεμβρίου 2011 ανταγωγή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 16404/2011, ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ'αυτήν.
Ο προσεπικαλών ......................., με την από 23 Νοεμβρίου 2011 προσεπίκλησή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 14931/201 1, ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ' αριθμόν 3084/2012 οριστική του απόφαση με την οποία έταξε όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εκκαλών, με την από 28 Ιουλίου 2014 έφεσή του προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό 5214/2014.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις του και παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε.




     I. Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η από 28-7- 2014 (αριθ. κατάθ. 5214/2014) έφεση του ενάγοντος-αντεναγόμενου Παραθεριστικού και Οικοδομικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «.....................» κατά της 3084/2012 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 18-10- 2011 (αριθ. κατάθ. 179777/13456/2011) αγωγής του ήδη εκκαλούντος και της συνεκδικαζόμενης από 22-11-2011 (με αριθμ. καταθ. 203025/14604/23-11-2011) ανταγωγής του ήδη εφεσιβλήτου, .................. Η έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης, ούτε παρήλθε τριετία από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2, όπως ίσχυε τότε, του ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 524, 532 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφόσον έχουν κατατεθεί από τον εκκαλούντα και τα νόμιμα παράβολα (που επισυνάπτονται σ' αυτήν και για την κατάθεση των οποίων συντάχθηκε η από 28-7-2014 πράξη κατάθεσης του αρμοδίου γραμματέα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου) για το παραδεκτό της άσκησής της, κατ' άρθρο 495 παρ.4 εδ. α', β' του Κ.Πολ.Δ., όπως προστέθηκαν με το άρθρο 12 παρ.2 ν.4055/2012 και 93Ν. 4139/2013.
II. Ο ενάγων συνεταιρισμός, ήδη εκκαλών, με την απευθυνόμενη στο Mονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, από 18-10-2011 (αριθ. κατάθ. 179777/13456/2011) αγωγή του εξέθεσε ότι δυνάμει του νόμιμα μεταγεγραμμενου 8299/1973 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών .................................., απέκτησε την κυριότητα του περιγραφόμενου κατά θέση και έκταση μείζονος ακινήτου, συμπεριλαμβανομένου και του εδαφικού τμήματος έκτασης 5.198,85 τμ, όπως ειδικότερα περιγράφεται κατά όρια, καθώς και τη νομή του, η οποία του παραδόθηκε από τους μέχρι τότε νομείς. Ότι ο εναγόμενος παράνομα και χωρίς τη θέλησή του απέβαλε τον ενάγοντα από τη νομή του στο εδαφικό αυτό τμήμα, αξίας 50.000 ευρω και συγκεκριμένα το περιέφραξε αφαιρώντας και τις ενδεικτικές της ιδιοκτησίας του πινακίδες που είχε τοποθετήσει ο ίδιος ο συνεταιρισμός, αμφισβητώντας έτσι το δικαίωμα νομής του στο τμήμα αυτό. Με βάση το άνω ιστορικό ζήτησε, να αναγνωριστεί το δικαίωμα νομής του στο επίδικο εδαφικό τμήμα, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αποδώσει τη νομή του επ’ αυτού. Εξάλλου, ο.......................... ( εναγόμενος στην ανωτέρω αγωγή και ήδη εφεσίβλητος), με το από 22-11-2011 (με αριθμ. καταθ. 203025/14604/23-11- 2011) αυτοτελές δικόγραφο άσκησε ανταγωγή, ισχυριζόμενος ότι είναι (συγ)κύριος κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου (μετά της, μη διαδίκου, συζύγου του κυρίας κατά το υπόλοιπο ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου) του περιγραφόμενου λεπτομερώς κατά θέση και όρια ακινήτου (αγροτεμαχίου), έκτασης 2.683,32 τμ., αποτελούμενο από τα συνεχόμενα με αριθμ. 20 και 21 κατηγορίας Γ' κληροτεμάχια, που απέκτησε με παράγωγο τρόπο το πρώτο εξ αυτών και ειδικότερα με το νόμιμα μεταγραμμένο 15.871/2007 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών, ................., λόγω πώλησης, από τους ...... .................., ................ ............... και ........................, άλλως με τα προσόντα έκτακτης χρησικτησίας, καθόσον νέμεται αυτό ως ενιαία έκταση συνεχώς από το χρόνο αγοράς του και μετέπειτα, ασκώντας όλες τις πράξεις νομής που προσιδιάζουν στη  φύση του (επίβλεψη, συχνές επισκέψεις, εμβαδομέτρηση, συλλογή ελαιοκάρπου κλπ ), όπως και οι δικαιοπάροχοί του πριν από αυτόν, τουλάχιστον από το έτος 1957 ως προς το με αριθμ. 20 κληροτεμάχιο και από το έτος 1967 ως προς το επόμενο (αρ. 21) και δη καλλιέργεια, εποπτεία, επίβλεψη), άπαντες συνεχώς και αδιαλείπτως, όπως ειδικότερα αναφέρονται στην αγωγή και ότι με προσμέτρηση του χρόνου χρησικτησίας των δικαιοπαρόχων του, νέμεται το ανωτέρω ενιαίο ακίνητο για χρονικό διάστημα κατά πολύ μεγαλύτερο του απαιτούμενου (των 20 ετών) χρόνου μέχρι την άσκηση της αγωγής. Οτι ο αντεναγόμενος Συνεταιρισμός (ο οποίος είναι κύριος του όμορου, προς το βόρειο όριό του, ακινήτου), τον Φεβρουάριο του 2011, αμφισβητώντας την κυριότητα του αντενάγοντος, κατέλαβε, παράνομα και αυθαίρετα, την προπεριγραφόμενη λεπτομερώς εδαφική έκταση των 2.683,32 τμ. και εν συνεχεία την προσάρτησε στην όμορη, προς το βόρειο όριό του, κείμενη ιδιοκτησίας του . Με βάση αυτό το ιστορικό ο αντενάγων ζήτησε να αναγνωριστεί συγκύριος κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου (και η σύζυγος του κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου) του ως άνω ακινήτου (έκτασης 2.683,32 τμ), αξίας 90.000 ευρω και να καταδικαστεί ο αντεναγόμενος συνεταιρισμός τα δικαστικά του έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού συνεκδίκασε την άνω αγωγή αποβολής νομής και την ανταγωγή περί αναγνώρισης κυριότητας ακινήτου, δέχθηκε αυτές ως ουσιαστικά βάσιμες και δη α)όσον αφορά την αγωγή, αναγνώρισε τον ενάγοντα Συνεταιρισμό νομέα του ευρισκόμενου στη θέση «..................» της περιφέρειας της Κοινότητας .................., του τέως Δήμου .............., επίδικου εδαφικού τμήματος έκτασης των 5.198,85 τ.μ. όπως εμφαίνεται στο από μηνός Ιανουαρίου 2011 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ..................και υποχρέωσε τον εναγόμενο, ................, ν'αποδώσει στον ενάγοντα συνεταιρισμό τη νομή του ως άνω εδαφικού τμήματος και β) όσον αφορά την ανταγωγή, ανεγνώρισε τον αντενάγοντα, ................, συγκύριο κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου (και κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου τη σύζυγο του) της, ευρισκόμενης στη θέση «..................» της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας ................, του Δήμου ...................., επίδικης εδαφικής έκτασης των 2.683,32 τ.μ., όπως εμφαίνεται στο από μηνός Δεκεμβρίου 2005 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ................... Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο αντεναγόμενος συνεταιρισμός, με την ως άνω από 28-7-2014 έφεσή του, για τους λόγους που αναφέρονται σ' αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε να γίνει δεκτή και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση μόνο κατά το μέρος που αφορά την ασκηθείσα ανταγωγή, ώστε αυτή να απορριφθεί. Μετά ταύτα, επισημαίνεται, ότι το παρόν Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί με την ως άνω από 18-10- 2011 αγωγή του συνεταιρισμού, δεδομένου ότι, ως προς το κεφάλαιο αυτό, η εκκαλούμενη απόφαση δεν προσβάλλεται με την έφεση.
     III.-Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, για να είναι ορισμένη η αγωγή, πρέπει να περιέχει, εκτός των άλλων αναγκαίων στοιχείων, και ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, ώστε να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητα του. Προκειμένου για αγωγή αναγνωριστική ή διεκδικητική της κυριότητας ακινήτου, απαιτείται, για να είναι ακριβής η περιγραφή του ακινήτου, ώστε να μη γεννάται αμφιβολία για την ταυτότητα του, να προσδιορίζονται η θέση, τα όρια και ο προσανατολισμός των πλευρών του, κατά τρόπο ώστε να μπορεί αυτό να εντοπίζεται επακριβώς και να διαχωρίζεται από τα γειτονικά εδάφη, έστω και αν δεν αναφέρεται το μήκος των πλευρών του σε μέτρα ή το εμβαδόν του. Εάν το ακίνητο αναφέρεται ότι αποτελεί τμήμα μεγαλύτερης έκτασης, θα πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς τα όρια που το διαχωρίζουν από τη μεγαλύτερη έκταση, ώστε να προκύπτει ποίο συγκεκριμένο τμήμα της μεγαλύτερης έκτασης καταλαμβάνει αυτό. Η περιγραφή του ακινήτου δεν μπορεί να συμπληρώνεται με την παραπομπή σε άλλο έγγραφο, όπως σχεδιάγραμμα στο οποίο αποτυπώνεται το ακίνητο, εκτός αν το έγγραφο έχει ενσωματωθεί στην αγωγή, κατά τρόπο ώστε να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της(βλ. ΑΠ 164/2014, ΑΠ 832/2013 στη ΝΟΜΟΣ). Οταν στο δικόγραφο της αγωγής δεν περιέχονται τα πιο πάνω στοιχεία ή όταν αυτά περιέχονται κατά τρόπο ελλιπή ή ασαφή, τότε η έλλειψη αυτή καθιστά μη νομότυπη την άσκηση της, επιφέρει δε την απόρριψη της ως απαράδεκτης, λόγω της αοριστίας, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε κατόπιν προβολής σχετικής ένστασης από τον εναγόμενο. Η αοριστία δε αυτή δεν μπορεί να συμπληρωθεί ούτε με τις προτάσεις, ούτε με παραπομπή στο περιεχόμενο άλλων εγγράφων της δίκης, ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε, επίσης, με αναφορά στη σχετική διάταξη του νόμου ή μνεία αυτής, ούτε με δικαστική ομολογία του εναγομένου, η οποία ως αποδεικτικό μέσο με δεσμευτική αποδεικτική δύναμη, αποκλείει μόνο τη διεξαγωγή αποδείξεων και απαλλάσσει τον αντίδικο από το βάρος απόδειξης του σχετικού (ομολογούμενου) ισχυρισμού (ΑΠ 714/2015 δημ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με το πιο πάνω περιεχόμενο και αίτημα, η παραδεκτά ασκηθείσα ένδικη αναγνωριστική κυριότητας ακινήτου ανταγωγή του άρθρου 1033 ΑΚ, είναι πλήρως ορισμένη ως προς την περιγραφή της διεκδικούμενης εδαφικής έκτασης, η ταυτότητα της οποίας προσδιορίζεται επαρκώς, καθώς αναφέρονται κατά τρόπο σαφή η θέση της, η έκταση και τα όρια αυτής . Ωστόσο, επισημαίνεται ότι δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του επίδικου αυτού ακινήτου, έκτασης 2.683,32 τμ., από το ότι στο δικόγραφο της ένδικης ανταγωγής, προφανώς εκ παραδρομής αναγράφεται στη σελίδα (6 και 2η παργρ.) ως έκταση του επιδίκου «5.198,85 τμ.» και ποσοστό συγκυριότητας του αντενάγοντα «3/4 εξ αδιαιρέτου», αντί των ορθών αντίστοιχα «2.683,32 τμ» και «2/3 εξ αδιαιρέτου, εφόσον τα σωστά αυτά στοιχεία αναγράφονται ρητά στο ίδιο δικόγραφο σε προγενέστερη σελίδα αυτού (και δη στην 2η) και στο αιτητικό, ενώ αναφέρονται και όλοι οι τίτλοι κτήσης των ...

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΌ 2154/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ- 1) ΑΝΑΚΟΠΗ ΕΡΗΜΟΔΙΚΙΑΣ. ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ. 2) ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΕΑΝ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ, ΠΡΟΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΓΙΝΕ Η ΕΠΙΔΟΣΗ ΔΙΑ ΘΥΡΟΚΟΛΛΗΣΕΩΣ, ΕΙΧΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΥ ΒΕΒΑΙΩΝΕΙ Ο ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΕΚΑΝΕ ΤΗΝ ΘΥΡΟΚΟΛΛΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΘΕΝΤΟΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΟΥ , ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΞΗ ΚΑΙ ΜΕ ΜΑΡΤΥΡΕΣ. 3) ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ. 4) ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΕΝ ΕΠΙΔΙΚΙΑ. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 261 ΑΚ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ , ΟΠΩΣ ΑΥΤΟ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 101 ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ Ν. 4139/2013, ΕΣΤΩ ΚΙ ΑΝ Η ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΙΑΤΑΞΗΣ


ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ



ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
                                                      2154/2018
                                       ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
                                                       ΤΜΗΜΑ 14Ο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Σταμαδιάνο, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Ανδρικοπούλου, Βασιλική Ανδρουλάκη - Εισηγήτρια, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Ιωάννα Ξανθάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 15 Φεβρουαρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) ……………….. και 2) …………….., κατοίκων ………, από τους οποίους η πρώτη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Εμμανουήλ Τσαλικίδη, ενώ ο δεύτερος παραστάθηκε στο ακροατήριο, μαζί με τον ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο τους αντίστοιχα.
ΤΩΝ ΚΑΘΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) ………., κατοίκου …………….και 2) ………….., κατοίκου ……………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους, Θεοδώρα Μήτσιου.
Οι ενάγοντες και ήδη καθών η ανακοπή, με την από 14 Μαρτίου 2001 αγωγή τους, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 2306/2001, ζήτησαν να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η 91/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία έταξε όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Οι εκκαλούντες - ενάγοντες και ήδη καθών η ανακοπή με την από 2 Φεβρουαρίου 2005 έφεσή τους, προς το Εφετείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 1170/2005, ζήτησαν να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Επί της έφεσης αυτής, εκδόθηκε: α) η 9150/2005 μη οριστική απόφαση με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης και β) η 4838/2008 μη οριστική απόφαση, με την οποία κηρύχθηκε εκ νέου απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης.
Στη συνέχεια το Εφετείο Αθηνών, εξέδωσε την 3267/201 5 απόφαση του. με την οποία έταξε όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Την απόφαση αυτή (3267/201 5), ανέκοψαν οι ανακόπτοντες, με την από 27 Οκτωβρίου 2016 ανακοπή τους, προς το Εφετείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 18/2016.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.
   Κατά τη διάταξη του άρθρου 501 Κ.Πολ.Δ., η ανακοπή κατά αποφάσεως που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται αν εκείνος που δικάστηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 502, 503 παρ. 1, 505, 509 Κ.Πολ.Δ. αν η ανακοπή ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέλθουν στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Περαιτέρω, το ελάττωμα της κλήτευσης ή ύπαρξη του περιστατικού ανώτερης βίας, που προκάλεσαν την ερημοδικία του ανακόπτοντος, θα διαγνωσθούν με βάση τα στοιχεία που επικαλούνται και προσκομίζουν προαποδεικτικώς οι διάδικοι (Μ.Μαργαρίτης, στην Κατ’ αρθρο  Ερμηνεία του Κ.Πολ.Δ, στον Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, σελ. 897 με τις εκεί παραπομπές στη θωρία και νομολογία).
Η κρινόμενη ανακοπή ερημοδικίας στρέφεται κατά της 3267/2015 οριστικής απόφασης αυτού του δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε ερήμην των ανακοπτόντων - εφεσιβλήτων και με την οποία έγινε δεκτή έφεση των καθ'ων η ανακοπή - εκκαλούντων κατά της 91/2004 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δίκασε αγωγή για την επιδίκαση αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας σε βάρος των ήδη καθ'ων η ανακοπή. Η ανακοπή αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα (κοινοποίηση ανακοπτόμενης αποφάσεως στις 13-10-2016, κατάθεση ανακοπής στις 27-10-2016) και νομότυπα αφού, όπως προκύπτει από την 18/2016 πράξη της γραμματέως του δικαστηρίου τούτου, που συντάχθηκε κάτω από την ανακοπή, προκαταβλήθηκε κατά την κατάθεση της από έκαστο των ανακοπτόντων το παράβολο των 270 ευρώ που όρισε σε βάρος τους η ανακοπτόμενη απόφαση. Επομένως, πρέπει η ανακοπή να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
       Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 126 παρ. 1 στοιχ. α', 127 παρ. 1, 128 παρ. 1 εδ. α', 2 και 139 του ΚΠολΔ συνάγεται, πλην άλλων, ότι στην περίπτωση επίδοσης δικογράφου σε (φυσικό) πρόσωπο πρέπει να παραδίδεται τούτο προσωπικά σε εκείνον, στον οποίο απευθύνεται το έγγραφο, στον τόπο της κατοικίας του. Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 51 ΑΚ, κατοικία είναι ο τόπος, όπου το πρόσωπο έχει την κύρια και μόνιμη εγκατάστασή του, ο τόπος δηλαδή, που έχει καταστεί σύμφωνα με τη βούλησή του το σταθερό κέντρο των βιοτικών του εν γένει σχέσεων και καθίσταται έτσι στοιχείο εξατομίκευσής του. Η κατοικία διατηρείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 52 ΑΚ , ωσότου αποκτηθεί νέα (Γεωργιάδη - Σταθόπουλου Ερμ. ΑΚ Τος 1, σελ. 87). Η έκθεση επίδοσης αποτελεί δημόσιο έγγραφο, αφού συντάσσεται από δημόσιο όργανο, δηλαδή το δικαστικό επιμελητή (άρθρο 438 του Κ.Πολ.Δ) και άρα έχει την αποδεικτική ισχύ δημοσίου εγγράφου. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 440 του Κ.Πολ.Δ παράγει πλήρη απόδειξη ως προς τα γεγονότα, την αλήθεια των οποίων όφειλε να διαπιστώσει ο δικαστικός επιμελητής, για να διενεργήσει νομότυπη επίδοση. Επιτρέπεται, όμως, ανταπόδειξη, το βάρος της οποίας φέρει εκείνος, που αμφισβητεί την αλήθειά τους σύμφωνα με το άρθρο 338 του Κ.Πολ.Δ. Συνακόλουθα, η έκθεση επίδοσης δεν είναι το αποκλειστικό αποδεικτικό μέσο για τη βεβαίωση, που περιέχει, ότι η κατοικία, όπου παραδόθηκε ή θυροκολλήθηκε το έγγραφο είναι πράγματι του παραλήπτη και άρα για το γεγονός αυτό χωρεί ανταπόδειξη με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο και με μάρτυρες (ΑΠ 350/2013, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1679/1995, ΕλΔνη 98, 352, ΕφΠειρ. 298/2012, ΝΟΜΟΣ, όπου παραπομπές σε νομολογία, Ορφανίδης Κατ’ άρθρο  Ερμηνεία του Κ.Πολ.Δ, στον Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, σελ. 327).
     Με το μοναδικό λόγο της ανακοπής εκθέτουν οι ανακόπτοντες, ότι στη δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η ανακοπτόμενη απόφαση δεν κλήθηκαν νόμιμα. Ειδικότερα, επικαλούνται, ότι στις 5-9-2014, που επιδόθηκε η κλήση για συζήτηση της έφεσης κατά της με αριθμό 91/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί της οποίας (εφεσης) εκδόθηκε η 3267/2015 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου ερήμην των εφεσιβλήτων και ήδη ανακοπτόντων, δεν κατοικούσαν στην οδό …………., στο ………, αλλά στην οδό …………….., στο ………………... Ο λόγος αυτός είναι νόμιμος, στηρίζεται στο άρθρο 501 του Κ.Πολ.Δ και πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω κατ'ουσίαν. Από την εκτίμηση της κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάστηκε ενόρκως στο ακροατήριο αυτού του δικαστηρίου και διαλαμβάνεται στα ταυτάριθμα πρακτικά και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, πιθανολογούνται τα ακόλουθα: Από την επισκόπηση του περιεχομένου των με αριθμούς 2815Γ και 2816Γ/5-9-2014 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……………., προκύπτει, ότι ακριβές αντίγραφο της από 18-6-2014 κλήσης για συζήτηση της έφεσης των εκκαλούντων-καθ'ων η ανακοπή για τη δικάσιμο της 2-4-2015 επιδόθηκε στους εφεσίβλητους - ανακόπτοντες με θυροκόλληση στην κατοικία τους, η οποία, όπως βεβαιώνει ο ως άνω δικαστικός επιμελητής βρισκόταν στην οδό ………………, στο …………. Πιθανολογείται, όμως, ότι κατά το χρόνο της επίδοσης οι διάδικοι, οι οποίοι είναι σύζυγοι, δεν κατοικούσαν στην παραπάνω διεύθυνση, αλλά ότι ήδη από το έτος 2002 και μέχρι τον παραπάνω χρόνο η μόνιμη κατοικία τους βρισκόταν σε διαμέρισμα επί της οδού …….. , στο ……………, το οποίο είχαν μισθώσει. Κατά το έτος 2006 η δεύτερη ανακόπτουσα απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα το εν λόγω διαμέρισμα δυνάμει του με αριθμό 8127/5-1-2006 συμβολαίου, που συνέταξε η συμβολαιογράφος ……………, ………….., ουδόλως δε προκύπτει, ότι μεταγενέστερα αποξενώθηκε από αυτήν. Πιθανολογείται, επομένως, ότι οι ανακόπτοντες δεν κλητεύθηκαν νόμιμα, για να παραστούν κατά τη δικάσιμο της  2-4- 2015, που συζητήθηκε η έφεση των καθ'ων η ανακοπή - εκκαλούντων κατά της με αριθμό 91/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αποτέλεσμα να δικαστούν ερήμην. Σημειώνεται, ότι δεν είναι βάσιμος ο ισχυρισμός των καθ'ων η ανακοπή, ότι σύμφωνα με την νομική επιταγή  του άρθρου 119 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ. οι ανακόπτοντες όφειλαν να τους ενημερώσουν για την μετέπειτα μεταβολή της διεύθυνσης της κατοικίας τους, δοθέντος ότι τα χρονικά όρια αναφοράς της μεταβολής εκτείνονται ως την εκφορά δικαιοδοτικής κρίσης στο συγκεκριμένο δικαιοδοτικό βαθμό. Εν προκειμένω, όμως, μετά την έκδοση της με αριθμό 91/2004 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, καταργήθηκε η εκκρεμοδικία. Πρέπει, συνεπώς, εφόσον το δικαστήριο πιθανολογεί την ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της ανακοπής, να γίνει δεκτή η τελευταία ως και κατ’  ουσία βάσιμη, να εξαφανιστεί η ανακοπτόμενη απόφαση του δικαστηρίου τούτου, να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στους ανακόπτοντες και να προχωρήσει το δικαστήριο στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέλθουν στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την ανακοπείσα και εξαφανισθείσα απόφαση (άρθρο 509 του Κ.Πολ.Δ).
Η υπό κρίση έφεση των εναγόντων κατά της 91/2004 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, πριν από την επίδοση της εκκαλουμένης. Επομένως πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ.2, 522 και 533 ΚΠολΔ)...