Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 91/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ): ΠΡΟΔΗΛΩΣ ΒΑΣΙΜΗ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΟΥ Ν. 4412/2016 , Η ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΙΘΕΝΤΑΙ ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ,ΠΡΟΣ ΤΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΑ ΠΡΟΤΥΠΑ, ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ, ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΟΥΝ ΣΗΜΑΣΜΕΝΑ ΜΕ CE ΙΑΤΡΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ. Ο ΦΟΡΕΑΣ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΚΑΙ ΟΦΕΙΛΕΙ , ΕΦΟΣΟΝ ΚΡΙΝΕΙ ΟΤΙ ΤΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ,ΠΟΥ ΦΕΡΟΥΝ ΣΗΜΑΝΣΗ CE, ΕΜΠΝΕΟΥΝ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ, ΝΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙ ΣΧΕΤΙΚΩΣ ΤΟΝ ΑΡΜΟΔΙΟ ΕΘΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ,ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΟΜΩΣ ΝΑ ΠΡΟΒΕΙ ΣΕ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ

Αριθμός απόφασης:91/2017

Με μέλη τους: Μαρίνα Βάθη, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Φωτεινή Χρηστίδου και Γεώργιο Βαρούνα, Εφέτες Δ.Δ..
Συνήλθε σε συμβούλιο στις 31 Ιουλίου 2017, με γραμματέα τον Μιχαήλ Κοτανίδη, δικαστικό υπάλληλο, για να αποφασίσει σχετικά με την από 12-7- 2017 αίτηση αναστολής (αρ. κατ/σης: ΑΝ 102/13-7-2017):
Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "EYPOMART Ανώνυμη Εταιρία-Εμπορικές Επιχειρήσεις, Αντιπροσωπείες, Εισαγωγές-Εξαγωγές", και τον διακριτικό τίτλο ΈΥΡΟΜΑΡΤ Α. Ε.", που εδρεύει στον Γέρακα Αττικής (οδός Καβάφη και Καρκαβίτσα αρ. 1),
κατά των: 1) Υπουργού Εθνικής Άμυνας και 2) ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «424 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο Εκπαίδευσης».
Αντίγραφο της αίτησης αναστολής κοινοποιήθηκε σύμφωνα με την από 14-7-2017 πράξη της Προέδρου του Α* Τμήματος Διακοπών του Δικαστηρίου αυτού στους καθ' ων, για να διαβιβάσουν το φάκελο και τις απόψεις της Διοίκησης μέσα σε προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών, στοιχεία που διαβιβάστηκαν στις 19-7-2017.
Ύστερα από αυτά, το Δικαστήριο ως Συμβούλιο, αφού άκουσε την εισηγήτρια της υπόθεσης, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, Φωτεινή Χρηστίδου, που εξέθεσε τα ζητήματα που προκύπτουν και,
αφού μελέτησε τη δικογραφία και τις σχετικές διατάξεις, αποφασίζει τα εξής:


Επειδή, για την άσκηση και τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε παράβολο συνολικού ύψους 581,42 ευρώ (βλ. το με αριθ. αύξ.αριθ. 5168/11-7-2017 και σειράς Θ 1738038 δπτλότυπο είσπραξης τύπου Α'\ της Δ.ΟΎ- Παλλήνης), το οποίο υπερκαλύπτει τα δύο τρίτα (2/3) του οφειλόμενου παράβολου, που προβλέπεται σπό τη διάταξη του άρθρου 5 (παρ. 1 εδ. β') του ν. 3886/2010 (ΦΕΚ Α' 173), όπως ισχύει, η οποία εφαρμόζεται αναλογικά και σε περίπτωση αίτησης αναστολής κατά πράξεων που εντάσσονται στη διαδικασία ανάθεσης διοικητικών συμβάσεων, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 21 του ν. 4274/2014 (ΦΕΚ Α' 147). Η δε κατάπτωση ή απόδοση του επιπλέον καταβληθέντος ποσού 143,42 ευρώ [= 581,42 μείον 438 δηλαδή: 65.700 ευρώ η προϋπολογιζόμενη αξία συμπεριλαμβανομένου του Φ.ΠΑ Χ 1% = 657 Χ 2/3= 438] εξαρτάται από την απόρριψη ή την αποδοχή της κρινόμενης αίτησης. Περαιτέρω, έχουν καταβληθεί και οι προβλεπόμενες στο άρθρο 61 του ν. 4194/2013, όπως ισχύει, εισφορές (γραμμάτια υπ* αρ. Π0830946 και Π0845191/2017 του Δ.Σ. Αθηνών).
2. Επειδή, με την υπ[1] αρ. 60/2017 διακήρυξη του 424 Γενικού Στρατιωτικού Νοσοκομείου Εκπαίδευσης (αναθέτουσα αρχή), που αναρτήθηκε στον ιστότοπο "Διαύγεια'' στις 29-6-2017, προκηρύχθηκε συνοπτικός μειοδοτικός διαγωνισμός με ενσφράγκπες προσφορές για την προμήθεια Υλικά για χειρουργικά ράμματα τραυμάτων CPV: 33141125-2", για τις ανάγκες του χειρουργείου του εν λόγω Νοσοκομείου, με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή και προϋπολογισθείσα δαπάνη 52.983,87 ευρώ (και με Φ.Π.Α 65.700 ευρώ). Ως ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού ορίστηκε η 17-7-2017 και ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών των υποψηφίων η 14-7-2017, ημέρα Παρασκευή. Κατά ορισμένης τεχνικής προδιαγραφής της διακήρυξης, που αφορούσε ειδικότερα το υλικό κατασκευής των βελονών, η αιτούσα άσκησε τη με αρ. πρωτ. 11713/4-7-2017 ένσταση του άρθρου 127 του ν. 4412/2016 (ΦΕΚ Α' 147), καταθέτοντας ηλεκτρονικό παράβολο ποσού 582 ευρώ και ζητώντας την απάλειψη αυτής ως μη νόμιμης, προβάλλοντας ότι τέθηκε κατά παράβαση του άρθρου 4 της Οδηγίας 93/42 του Συμβουλίου Ε. Ε. και καθ' υπέρβαση των  προβλεπόμενων σπό πιν ευρωπαϊκή φαρμακοποιία προδιαγραφών, κατά τρόπο, μάλιστα, ώστε να ευνοούνται συγκεκριμένες προμηθεύτριες εταιρίες. Η εν λόγω ένσταση απορρίφθηκε ως αβάσιμη με την υπ* αρ. Φ.600.163/86/12064/Σ.3657/10-7-2017 απόφαση της αναθέτουσας αρχής, κατ' αποδοχή σχετικής γνωμοδότησης (πρακτικό της 10-7-2017) της Επιτροπής Ενστάσεων του διαγωνισμού. Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα ζητεί την αναστολή εκτέλεσης της ως άνω απορριπτικής απόφασης και της υπ* αρ. 60/2017 διακήρυξης, προκειμένου να καταστεί δυνατή η επανσττροκήρυξη του διαγωνισμού, αφού προηγουμένως απαλειφθεί ή μεταρρυθμιστεί η παράνομη, κατά τα υποστηριζόμενα, τεχνική προδιαγραφή, ώστε να δυνηθεί να συμμετάσχει και η ίδια στο διαγωνισμό. Κατά της προσβαλλόμενης πράξης έχει ασκηθεί η από 13-7-2017 αίτηση ακύρωσης (ΑΚ 352713-7-2017), για τη συζήτηση της οποίας δεν έχει οριστεί ακόμη δικάσιμος.
3.      Επειδή, ενόψει του ότι η προϋπολογισθείσα δαπάνη (52.983,87 ευρώ πλέον Φ ΠΑ) υπολείπεται του κατώτατου ορίου της οδηγίας 2014/24/ΕΕ (L 94) και κατά συνέπεια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3886/2010, το υπό κρίση αίτημα παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας παραδεκτώς εισάγεται με αίτηση αναστολής, κατ' άρθρο 52 του π.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ Α* 8). 
4.    Επειδή, στο άρθρο 52 παρ. 7 του π.δ/τος 18/1989, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 του ν. 2721/1999 (ΦΕΚ Α' 112), ορίζεται όπ: «Εάν η Επιτροπή εκτιμά όπ η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως βάσιμη, μπορεί να δεχθεί την αίτηση αναστολής, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης δεν κρίνεται ως ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη. Αντίθετα, η αίτηση αναστολής μπορεί να απορριφθεί ακόμη και σε περίπτωση ανεπανόρθωτης ή δυσχερώς επανορθώσιμης βλάβης, αν η Επιτροπή εκτιμά ότι η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως απαράδεκτη...».

5.       Επειδή, η αιτούσα προβάλλει  ότι η συναφής αίτηση ακύρωσης παρίσταται προδήλως βάσιμη, δεδομένου ότι οι προβαλλόμενες αιτιάσεις έχουν κριθεί ως βάσιμες από το ΔΕΚ, λόγος για τον σποίο πρέπει να ανασταλεί η πρόοδος της ένδικης διαγωνιστικής διαδικασίας βάσει της προσβαλλόμενης διακήρυξης, ενώ αν δεν της χορηγηθεί η αιτούμενη αναστολή θα χάσει τη δυνατότητα να συμμετάσχει στον διαγωνισμό και θα υποστεί εξ αυτού ανεπανόρθωτη ζημία.


6.     Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 4412/2016 "Δημόσιες συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)", που διέπει τον ένδικο διαγωνισμό, υπό τον τίτλο «Αρχές εφαρμοζόμενες στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων (άρθρο 18 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)», ορίζεται ότι: «Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφάνεια, τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας, της αμοιβαίας αναγνώρισης, της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, της προστασίας των δικαιωμάτων των ιδιωτών, της ελευθερίας του ανταγωνισμού και της προστασίας ταυ περιβάλλοντος και της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης. Ο σχεδιασμός των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δεν γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή τους από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 3 έως 221) ή τον τεχνητό περιορισμό του ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός θεωρείται ότι περιορίζεται τεχνητά όταν οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων έχουν σχεδιαστεί με σκοπό την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων. Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων και η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των διατιθέμενων προς το σκοπό αυτό δημοσίων πόρων». Εξάλλου, στο άρθρο 46 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: "Πριν από την έναρξη μίας διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διεξάγουν διαβουλεύσεις με την αγορά, προκειμένου να προετοιμάσουν τη διαδικασία σύναψης σύμβασης και να ενημερώνουν τους οικονομικούς φορείς για τα σχέδια και τις απαιτήσεις τους όσον αφορά τις συμβάσεις. Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, επί παραδείγματι, να ζητούν ή να δέχονται συμβουλές ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων ή αρχών, όπως η Αρχή και η Μονάδα Παρακολούθησης Διαγωνισμών και Συμβάσεων (ΜΟ.ΠΑ.Δι.Σ.), του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου (Κ.Δ.Ε.ΟΛ.) ή συμμετεχόντων της αγοράς. Οι εν λόγω συμβουλές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή της διαδικασίας-σύναψης σύμβασης, εφόσον οι εν λόγω συμβουλές δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την παραβίαση των αρχών της αποφυγής των διακρίσεων και. της διαφάνειας.", και στο άρθρο 47 ότι: "1. Οι διαβουλεύσεις διεξάγονται βάσει ειδικής πρόσκλησης για ανοιχτή, μη δεσμευτική συμμετοχή των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων, που αναρτάται στο Ε.Σ.Η.Δ.ΗΧ..Λ
7. Επειδή, περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 2, 3, 4 παρ.1, 5 παρ. 1-3, 8, 10, 11, 14β, 17 παρ. 1, 18, ως και του Παραρτήματος I της Οδηγίας 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14-6-1993 «περί των κχτροτεχνολογικών προϊόντων» (L 169), η οποία μεταφέρθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με την υπ1 αρ. ΔΥ7/οικ.2480/1994 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β' 679), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την υπ' σρ. ΔΥ8δ/Γ.Π.οικ.130648/2009 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΦΕΚ Β' 2198), συνάγονται τα εξής: Οι βασικές απαιτήσεις, στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/42/ΕΟΚ, ρυθμίζονται από την ίδια αυτή Οδηγία. Τα εν λόγω προϊόντα, εφόσον ανταποκρίνονται στα εναρμονισμένα πρότυπα και έχουν πιστοποιηθεί βάσει των διαδικασιών, που προβλέπει η Οδηγία αυτή, τεκμαίρεται ότι συμφωνούν με τις εν λόγω βασικές απαιτήσεις και, ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρούνται κατάλληλα για τη χρήση για την οποία προορίζονται, και να κυκλοφορούν ελεύθερα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, η σχετική δε υποχρέωση των κρατών μελών, η οποία απορρέει από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βαρύνει και την εκάστοτε αναθέτουσα αρχή, η οποία υπόκειται στον έλεγχο δημόσιας αρχής (πρβλ. σπόφ. ΔΕΕ της 14-6-2007, C-6/05 Medipac - Καζαντζίδης Α.Ε. κατά Βενιζελείου - Πανανείου ΠΕΣΥ Κρήτης, σκέψεις 42-49). Το ανωτέρω τεκμήριο έχει μαχητό χαρακτήρα, δυνάμενο να ανατραπεί με βάση τις προβλεπόμενες στις διατάξεις αυτές κοινοτικές διαδικασίες. Ειδικότερα, δεν αποκλείεται είτε τα εναρμονισμένα πρότυπα να μην ανταποκρίνονται στις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 της Οδηγίας 93/42 (άρθρο 5 παρ. 3) είτε ορισμένα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, τα οποία φέρουν την σήμανση CE, να είναι, παρά ταύτα, επικίνδυνα για την υγεία ή την ασφάλεια των ασθενών ή άλλων προσώπων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, όμως, η ίδια η ανωτέρω Οδηγία καθορίζει την τηρητέα από τα κράτη μέλη διαδικασία διασφάλισης (άρθρο 8 παρ. 3). Επομένως, στην περίπτωση κατά την οποία τα προσφερόμενα προϊόντα εμπνέουν μεν ανησυχίες σχετικές με την ασφάλεια και την υγεία των ασθενών, φέρουν, όμως, τη σήμανση CE, η αναθέτουσα αρχή δικαιούται και οφείλει, στα πλαίσια της αρμοδιότητάς της, να ενημερώσει σχετικώς τον αρμόδιο εθνικό οργανισμό προκειμένου να κινηθεί η εν λόγω διαδικασία διασφάλισης, δεν δικαιούται, όμως, να προβεί στην απόρριψη της σχετικής προσφοράς. Εξάλλου, οι προαναφερόμενοι κανόνες ισχύουν όχι μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κίνδυνοι που τα προσφερόμενα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, παρά τη σήμανσή τους με την ένδειξη CE, εμφανίζουν για την ασφάλεια και την υγεία των ασθενών και άλλων προσώπων, γίνονται αντιληπτοί κατά το στάδιο της τεχνικής αξιολόγησης των προσφορών, αλλά, για την ταυτότητα του λόγου, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ίδιοι κίνδυνοι είναι ήδη γνωστοί στην αναθέτουσα αρχή κατά την έκδοση της διακήρυξης και υπαγορεύουν την πρόβλεψη επιπρόσθετων έναντι των προτύπων τεχνικών προδιαγραφών, τις οποίες δεν πληρούν, κατ' ανάγκη, ιατροτεχνολογικά προϊόντα πιστοποιημένα με την ένδειξη CE και σύμφωνα με τα ισχύοντα εναρμονισμένα πρότυπα. Συνεπώς, η πρόβλεψη παρόμοιων επιτρόσθετων προδιαγραφών για τα προσφερόμενα ιατροτεχνολογικά προϊόντα κατά το στάδιο της διακήρυξης δεν είναι, καταρχήν, συμβατή προς τις προαναφερόμενες διατάξεις της Οδηγίας 93/42/ΕΟΚ, δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, τα εν λόγω προϊόντα δεν θα πληρούν τους όρους της διακήρυξης και θα είναι, ως εκ τούτου, εκ προοιμίου αδύνατη η επιλογή τους (πρβλ. απόφ. ΔΕΕ της 22.5.03, C-103/01, Εππροπή κατά Ο.Δ. Γερμανίας). Επομένως, και στην περίπτωση που το νοσηλευτικό ίδρυμα, προς αποφυγή κινδύνων ασφάλειας και υγείας, επιθυμεί να θέσει με την διακήρυξη επιπτρόσθετες τεχνικές προδιαγραφές, οφείλει να ενημερώσει σχετικώς τον αρμόδιο εθνικό οργανισμό (Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, βλ. άρθρο 19 παρ. 3 του ν. 2889/2001, ΦΕΚ Α' 37), προκειμένου να κινηθεί η καθοριζόμενη από την Οδηγία 93/42/ΕΟΚ (άρθρο 8) τηρητέα από τα κράτη μέλη διαδικασία διασφάλισης (οχ. ΣτΕ 1863/2014, πρβλ. ΔΕΚ απόφαση της 14-6-2007, C-6/05 Medipac - Καζαντζίδης Α Ε. κατά Βενιζέλειου - Πανάνειου, ΠΕΣΥ Κρήτης, σκέψεις 60-62).


8. Επειδή, ...

Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 1311/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΜΙΣΘΙΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ , ΕΣΤΩ ΚΙ ΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΕΧΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΕΙ ΔΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΣ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ, ΕΑΝ Η ΕΠΙΔΟΣΗ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ, ΚΑΤ' ΑΚΡΟΤΑΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΟΡΙΟ, ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για εξωση ενοικιαστη
 1311/2017 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χριστίνα Δημητρακοπούλου, Ειρηνοδίκη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα.
Συνεδρίασε δημόσια ατο ακρατήριό του, στις  2 Οκτωβρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
TOT ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: ………….του ………, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
ΤΗΣ ΚΑΘ* ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: ………… ……….του ……….., κατοίκου Ιταλίας, κατοίκου Αθηνών, η παραστάθηκε  δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου, Δημητρίου Νικολόπουλου.
Ο αιτών ζητεί να γίνει δεκτή η από  21-9-2017 (αρ. έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 48494/1801/2017) αίτησή του, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παροούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και  ζήτησαν να γίνουν δεκτα όσα αναφέρσνται στα σημειώματά τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρον 632 παρ. 3 και 643 ΚΠολΔ, προκύπτει η για το παραδεκτό της αίτησης αναστολής της εκτελεστότητας  διαταγής πληρωμής ή διαταγής απόδοσης μισθίου προηγούμενη ή τουλάχιστον ταυτόχρονη άσκηση ανακοπής του άρθρου 632 παρ. 1 ή 642 ΚΠολΔ, ως άσκηση δε της ανακοπής νοείται η κατάθεσή της  και η επίδοση  της στον αντίδικο,με την οποία ολοκληρώνεται η οικεία  σύνθετη διαδικαστική πράξη. Η προϋπόθεση αυτή αποτελεί λογική συνέπεια του δικαιολογητικού λόγου του θεσμού της αναστολής, δηλαδή του κινδύνου της μετέπειτα  ανατροπής του  εκτελεστού τίτλου (διαταγής πληρωμής ή απόδοσης μισθίου) και κατά συνέπεια του  ενδεχομένου να υποστεί  ο καθ ου η διαταγή μια αδικαιολόγητη εκτέλεση Η άποψη , η οποία υποστηρίζει με αφετηρία την υποχρέωση κτήσης  του δικαιώματος που εισάγεται στο δικαστήριο κατά την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο-,τη  δυνατότητα άσκησης της ανακοπής μετά την κατάθεση της αίτησης αναστολής, εφόσον βέβαια η ανακοπή θα έχει επιδοθεί κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης αναστολής δεν θεμελιώνεται στις ισχύουσες διατάξεις και συνεπώς δεν ευρίσκει δικαιολογητικό λόγο σε αυτές. Στηρίζεται  άλλως στην επίκληση  του γενικού κανόνα που επιλέγει τη συζήτηση (και όχι την άοκηση) ως κρίσιμο χρόνο κατά τον οποίο πρέπει να κρίνεται η ύπαρξη των προϋποθέσεων για  το παραδεκτό της αίτησης. Δεδομένου ότι, κατά την ορθότερη άποψη, η χορήγηση της αναστολής συνδέεται με την πιθανολόγηση της νομικής και  ουσιαστικής βασιμότητας ενός τουλάχιστον στον λόγου της ανακοπής (ΜΠρθβσ 32922/2003 Αρμ 2004.1142, ΜΠρΑλεζ 19/2005 Αρμ 2005.1406, ΜΠρθεσ 45447/2006 ΕΤρΑξΧρΔ 2007.171, ΜΠρΞανθ 10/2009 Αρμ 2009.889), η παραπάνω λύση δεν φαίνεται να είναι ορθή. Διότι ανέχεται ουσιαστικά την επίδοση της ανακοπής  ακόμη και κατά την ημέρα της συζήτησης της αίτησης αναστολής Έτσι , όμως,  στερεί από τον καθ’ ου (η ανακοπή και η  αίτηση αναστολής) τον επαρκή χρόνο για να προετοιμάσει την άμυνά του σε ό,τι αφορά ιδίως την πιθανολόγηση για την ευδοκίμηση των λόγων της ανακοπής. Τελολογικά ορθή  είναι, για το λόγο αυτό, η ερμηνεία που απαιτεί να επιδίδεται η ανακοπή τσυλάχιστον συγχρόνως με την κλήση για τη συζήτηση της αίτησης αναστολής ή με την επίδοση του αντιγράφου αυτής της αίτησης (βλ. άρθρ. 938 παρ3 εδ. α, 686 παρ3,4 Πελαγία Φάλτση Δίκαιο Αναγκαστική εκτέλεσης Γενικό Μέρος σελ. 797-8110 και ΜΠρΚαβ 2246/2002 ΑΡΜ 2004.886 και  ΜΠρΚαβ 67/2005 α' Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ που δέχονται την προηγούμενη ή σύγχρονη άσκηση ανακοπής αατά πράξης αναγκαστικής  εκτέλεσης ως προϋπόθεση του  παραδεκτού αίτησης αναστολής της οικείας εκτελεστικής διαδικασίας, καθώς ο δικαιολογητικός λόγος της ως άνω ερμηνευτικής εκδοχής συντρέχει  και επί αίτησης αναστολής της εκτελεστότητας  διαταγής πληρωμής ή διαταγής απόδοσης μισθίου σε σχέση με την άσκηση ανακοπής κατά της τελευταίας.
      Ο αιτών, με την κρινόμενη αίτησή του, κατ ορθή εκτίμησή  της, ζητεί να διαταχθεί η αναστολή της υπ’  αριθμ. 13453/2017 Διαταγής Απόδοσης Μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Ειρηνοδικείου Αθηνών μέχρι την έκδοση απόφασης επί της από 21-9-2017 ανακοπής του, την οποία ισχυρίζεται ότι άσκησε νόμιμα και  εμπρόθεσμα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, διότι αφενός  πιθανολογείται η ευδοκίμηση των λόγων της και αφετέρου θα υποστεί ανεπανόρθωτη  βλάβη από την εκτέλεση της ανακσπτόμενης διαταγής, ενώ, τέλος, ζητεί  να καταδικασθει η καθ' ης στη δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίττση αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου  τούτου (ο Δικαστής του οποίου εξέδωσε τη διαταγή, κατ' άρθρο 643 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη διαδικασία το ιων άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ, και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 643 ΚΠοΔ. Πλην όμως, ενώ επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης μετά πράξεως προσδιορισμού  δικασίμου και κλήσης προς συζήτηση για την παρούσα δικάσιμο επιδόθηκε στην καθ' ης την 22-9-2017 (βλ. Υπ αριθμ. 670Ε'/22-9- 2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής  επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, ……………), η άσκηση της ανακοπής κατά της επίμαχης διαταγής πληρωμής  ολοκληρώθηκε από τον αιτούντα  με επίδοση «ακυρωμένοι; αντιγράφου του δικογράφου της στην καθ' ης, την 26-9-2017_{βλ. υπ? αριθμ. 689B726-S-2017 έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας). Επομένως, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη, καθόσον η ανακοπή κατά της διατι γής απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων –της οποίας ζητείται η αναστολή εκτέλεσης  δεν ασκήθηκε πρότερον ή τουλάχιστον συγχρόνως  με την κλήση για συζήτηση της ένδικης  αίτησης , η τελευταία πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Τα δικαστικά  έξοδα της  καθ' ης κατόπιν αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του αιτούντος (άρθρο 84 παρ. 2 τελευταίο εδάφιο του Ν. 4194/2013, το  οποίο προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 3 του Ν. 4236/2014), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
                     ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 
          ΔΙΚΑΖΕΙ παρόντων των διαδίκων
          ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του αιτούντος τα δικαστικά έξοδα της καθ' ης» τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στην  Αθήνα στις 20  Οκτωβρίου 2017.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                                               (Για την δημοσίευση)

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

ΥΠ' ΑΡ. 833/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: Η ΥΠΑΓΩΓΗ ΕΝΟΣ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΡΥΘΜΙΣΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΤΟΥ Ν. 4093/2012 ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΤΆ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΟΣ Ο ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΚΑΤΑ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΛΟΓΩ ΜΗ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΣΤΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΡΥΘΜΙΣΗ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΑΠΤΕΙ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΟΜΩΣ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. ΟΤΑΝ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥΝ ΚΑΤ' ΕΝΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥΣ ΑΥΤΕΣ ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΜΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ, ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΚΔΟΘΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ . ΑΛΥΣΙΤΕΛΩΣ ΠΡΟΒΑΛΛΕΤΑΙ ΩΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΚΑΤΑ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΟΤΙ Η ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ Ν.3608/2002, ΔΙΟΤΙ Η ΔΙΑΤΑΞΗ ΑΥΤΗ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΗΣ. ΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ Ν. 4152/2013. ΤΙ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΕΧΕΙ Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΝΑ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΕΜΠΕΡΙΣΤΑΤΩΜΕΝΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ.

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Ιωάννα Κολιλέκα, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέα Ευπραξίας Κυριλή.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 10 Μαρτίου 2017, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ :
Too ανακόπτοντος : Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών και από τον Υπουργό Εθνικής Αμυνας, που κατοικοεδρεύουν στην Αθήνα , το οποίο παραστάθηκε δια της δικαστικής πληρεξούσιας Μαγδαληνής Μανωλοπούλου.

Της καθ° ης η ανακοπή : Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «............" και  το διακριτικό τίτλο «....................», που εδρεύει στην ............., οδός ....... -αρ.... και εκπροσωπείται νόμιμα , η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Εμμανουήλ Τσαλικίδη
Το ανακόπτων με την από 3-1-2017 ανακοπή του, ειδικής διαδικασίας περιουσιακών διαφορών , που κατατέθηκε με ΓΑΚ 297/201 7 και ΕΑΚ 10/2017, ζήτησε όσα αναφέρονται σε αυτήν. 
Για την προκείμενη συζήτηση της ανακοπής και μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά εγγραφής της σ' αυτό το Δικαστήριο
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ MΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την ένδικη ανακοπή και για τους λόγους που ...

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

ΥΠ'ΑΡ. 3804/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΛΥΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΔΩΡΕΑΣ ΛΟΓΩ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑΣ- ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΑΤΥΠΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΔΩΡΗΤΗ ΣΤΟΝ ΔΩΡΕΟΔΟΧΟ ΑΚΟΜΗ ΚΙ ΑΝ ΑΦΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΟ. ΑΙΤΗΜΑ ΑΓΩΓΗΣ Η ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ Ή ΜΗ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΩΡΕΟΔΟΧΟΥ ,ΠΟΥ ΝΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΔΩΡΕΑΣ. ΜΗ ΑΠΟΤΙΜΗΤΟ ΣΕ ΧΡΗΜΑ ΑΙΤΗΜΑ -ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ. ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΩΝ. ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ ΣΕ ΔΗΛΩΣΗ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΟΥ ΔΩΡΗΘΕΝΤΟΣ ΕΙΝΑΙ .ΕΝΟΧΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΨΗΦΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΕΝΣΗΜΟ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ






Αριθμός απόφασης 
3.804/2017
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Πηγή Τονιόλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Κωνσταντίνο Σπυράκο, Πρωτοδίκη και Μαρία Νικητάκη, Πάρεδρο - Εισηγήτρια (λόγω κωλύματος των τακτικών Δικαστών) και από την Γραμματέα Κρυσταλλία Κριμιζά.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 26 Απριλίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΥΣΩΝ: 1. .............., το γένος........., κατοίκου ............., και 2. ................., το γένος ................., κατοίκου Αθηνών, οι οποίες παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Εμμανουήλ Τσαλικίδη (ΑΜ/ΔΣΑ 14925), και προκατέθεσαν προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ................... του ............., κατοίκου ........., ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το πινάκιο.
    Οι ενάγουσες ζητούν να γίνει δεκτή η από 14.4.2014 αγωγή τους, που κατατέθηκε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 33535/3545/5.6.2014, για την συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε δικάσιμος αρχικά η 25.2.2015, οπότε η συζήτησή της αναβλήθηκε αρχικά για τις 20.1.2016, ακολούθως για τις 13.4.2016, και ήδη για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας γράφτηκε στο πινάκιο  και εκφωνήθηκε στη σειρά της από αυτό. 
    Κατά την συζήτηση της υποθέσεως ο πληρεξούσιος δικηγόρος των'εναγουσών ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις κατατεθείσες: προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ' αριθμ. 137Γ/4.8.014 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του  Πρωτοδικείου Αθηνών Φανής Παπαδοπούλου, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγουσες, προκύπτει ότι επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 25.2.2015. Κατά την παραπάνω δικάσιμο η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε αρχικά για τις 20.1.2016, ακολούθως για τις 13.4.2016, και ήδη για την παρούσα δικάσιμο με σχετική σημείωση του Προέδρου του Δικαστηρίου στο οικείο πινάκιο και, ως εκ τούτου, δεν απαιτούνταν εκ νέου κλήτευση των διαδίκων (άρθρο 226 παρ.4 ΚΠολΔ). Ωστόσο στην παρούσα δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από την σειρά της στο οικείο πινάκιο, ο εναγόμενος δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, και πρέπει συνεπώς να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ).
Κατά το άρθρο 505 ΑΚ ο δωρητής έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο δωρητή, στον σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωση του να διατρέφει το δωρητή.
Ως αχαριστία κατά την έννοια της άνω διατάξεως, δικαιολογούσα την ανάκληση της δωρεάς, νοείται η έλλειψη συναισθήματος ευγνωμοσύνης του δωρεοδόχου προς το δωρητή, που εκδηλώνεται με βαριά υπαίτια και δυνάμενη να καταλογισθεί αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου προς το δωρητή ή στενό συγγενή του (τέκνα, εγγόνια κλπ) που αντιβαίνει σε κανόνες δικαίου ή σε κρατούσες στην κοινωνία αντιλήψεις περί ηθικής και ευπρέπειας. Το ζήτημα αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από τον δικαστή, ο οποίος και αποφαίνεται, αν η υπ'αυτού γενόμενη δεκτή, ως εμπίπτουσα κατά αντικειμενική κρίση στις νομικές έννοιες του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας συμπεριφορά του δωρεοδόχου, συνιστά στην συγκεκριμένη περίπτωση βαρύ παράπτωμα και αχαριστία (ΑΠ 982/2004, 905/2002, 605/1998, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 509 παρ. 1 ΑΚ, η ανάκληση της δωρεάς γίνεται με άτυπη σχετική δήλωση του δωρητή προς τον δωρεοδόχο, τα δε αποτελέσματα της ανάκλησης επέρχονται ευθύς ως περιέλθει η δήλωση περί ανακλήσεως στον τελευταίο, και εφόσον ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και δύναται να δικαιολογήσει την ανάκληση. Εξάλλου και ο δωρητής και ο δωρεοδόχος μπορούν να εγείρουν αναγνωριστική αγωγή με αίτημα την διαπίστωση της υπάρξεως ή της μη υπάρξεως παραπτώματος του δωρεοδόχου που να δικαιολογεί την ανάκληση της δωρεάς (ΕφΑΘ 7671/1978 σε ΝοΒ 27, σ. 430, Γεωργιάδη - Σταθόπουλου Αστικός Κώδιξ, άρθρο 509, σελ. 24). Στην τελευταία αυτή περίπτωση η εν λόγω διαφορά δεν έχει περιουσιακό χαρακτήρα και δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα, δεδομένου ότι αντικείμενο της δεν είναι το πράγμα που δωρήθηκε, αλλά η δικαστική αναγνώριση της βασιμότητας των λόγων ανάκλησης της δωρεάς (πρβλ. ΑΠ 686/1976 σε ΝοΒ 25, σε. 43). Επομένως, η αγωγή με την οποία επιδιώκεται η αναγνώριση ότι συντρέχουν οι λόγοι ανάκλησης δωρεάς ακινήτου υπάγεται στην καθ^ ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (άρθρο 18 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, από την περιέλευση στον δωρεοδόχο της δηλώσεως του δωρητή για ανάκληση της δωρεάς (άρθρα 509, 167 ΑΚ) η οποία είναι άτυπη, έστω και αν αφορά ακίνητο, η εμπράγματη κατάσταση που υπάρχει κατά το χρόνο της ανάκλησης δεν μεταβάλλεται, δηλαδή ο δωρητής δεν αποκτά την κυριότητα του αντικειμένου της δωρεάς, αλλά ανατρέπονται αυτοδικαίως για το μέλλον τα αποτελέσματα της ενοχικής συμβάσεως της δωρεάς και ο δωρητής δικαιούται, εφόσον έχει εκπληρώσει την παροχή, να ζητήσει το αντικείμενο αυτής κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθ. 904 επ. ΑΚ) και ειδικότερα, λόγω λήξεως της αιτίας, για την οποία δόθηκε το πράγμα. Η αγωγή αυτή είναι προσωπική (ενοχική) και όχι εμπράγματη και στηρίζεται στην ενοχική υποχρέωση του δωρεοδόχου προς απόδοσή του, ο οποίος το κατέχει χωρίς αιτία μετά την ανάκληση. Ο δωρητής συνεπώς δικαιούται ενοχικώς σε αυτούσια απόδοση του δωρηθέντος πράγματος, ο τρόπος δε της αυτούσιας απόδοσης εξαρτάται από την ιδιαίτερη φύση του συγκεκριμένου κάθε φορά δικαιώματος που απέκτησε ο λήπτης. Έτσι, αν το δωρηθέν είναι πράγμα ακίνητο και μεταβιβάστηκε στον δωρεοδόχο κατά κυριότητα (πλήρη ή ψιλή), η αναμεταβίβαση της κυριότητας, μετά την νόμιμη ανάκληση της δωρεάς γίνεται, εφόσον αρνείται αυτήν ο δωρεοδόχος, με καταδίκη του σε δήλωση βουλήσεως και μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του δωρητή ενώπιον συμβολαιογράφου περί αποδοχής της απόφασης αυτής (άρθρα 949 Κ.Πολ.Δ., 1192 και 1198 ΑΚ, ΑΠ 840/1994 ΕλΔ 37. 100, Εφ.ΑΘ 9719/1997 ΕλΔ 39. 1359). Η περί καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως αγωγή έχει χαρακτήρα ενοχικό και ως καταψηφιστική υπόκειται στην καταβολή δικαστικού ενσήμου (ΕφΘεσ 1342/2001 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ενώ δεν υπόκειται σε εγγραφή στα βιβλία διεκδικήσεων (ΕφΑθ 3386/2003 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Με την υπό κρίση αγωγή ...

ΥΠ' ΑΡ.4201/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΚ) 2201/2003, ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΕΝΟΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΕΕ (ΠΛΗΝ ΑΓΓΛΙΑΣ ΚΑΙ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ) ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΕ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΑΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΟΤΑΝ ΟΠΟΙΟΣΔΗΠΟΤΕ ΣΥΖΥΓΟΣ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΑΥΤΟΥ Ή ΤΗ ΣΥΝΗΘΗ ΔΙΑΜΟΝΗ ΤΟΥ ΣΕ ΑΥΤΌ. Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΥΤΟΥ ΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΥΠΗΚΟΟΥΣ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ .ΕΝΝΟΙΑ ΣΥΝΗΘΟΥΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ.ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΠΆΝΩ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ. ΠΡΟΎΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΛΒΑΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ






                                  Αριθμός απόφασης 4201/2017 
                              (Αριθμός κατάθεσης  αγωγής:7803/4063/12-10-2016) 
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ)

Της ενάγουσας
............ (..................) ..................... (..) του .........(............) ...... και της ...... (...............), κατοίκου ...... (οδός .........), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Εμμανουήλ Τσαλικίδη, δυνάμει του υπ' αριθ. .......ειδικού πληρεξουσίου της Συμβολαιογράφου ..................                                

Του εναγομένου ............ (............) ........... (............) του ...............(..........) και της ........... (............), πρώην κατοίκου Ν............ (οδός .........αρ. ) και ήδη αγνώστου διαμονής, ο οποίος κατά την εκφώνηση της υπόθεσης απ' το οικείο πινάκιο δεν παραστάθηκε.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 14-7-2014 αγωγή της. που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθ. κατάθεσης 7803/4Θ63/12-10-2016, προσδιορίστηκε για την παραπάνω αναφερόμενη δικάσιμο της 17-3-2017 και εγγράφηκε στο οικείο πινάκιο με αριθμό 34.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις του.
Από την με αριθμό 8550 Γ731-10-2016 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δημητρίου Αράπη, που επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη σημερινή δικάσιμο επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά. Επίσης, από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα φύλλα των εφημερίδων: Α)«Κ01ΝΩΝΙΚΗ», που εκδίδεται στον Πειραιά, της 3-11-2016 (σελ. 15) και Β) «ΗΧΩ ΤΩΝ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ» που εκδίδεται στην Αθήνα, της 3-11-2016 (σελ. 5), προκύπτει ότι περίληψη του δικογράφου της ένδικης αγωγής δημοσιεύτηκε στις ανωτέρω εφημερίδες. Επομένως, ο εναγόμενος, αγνώστου διαμονής, που δεν εμφανίστηκε στη σημερινή δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρα 135, 592§1, 595 του ΚΠολΔ).
Με την έναρξη ισχύος του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 «περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας», ο οποίος ρυθμίζοντας τα ίδια ζητήματα, κατήργησε τον Κανονισμό 1347/2000 και άρχισε να εφαρμόζεται από 1-3-2005, επέρχεται μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνέπραξαν στην αποδοχή του, υποκατάσταση του εσωτερικού δικαίου από τις διατάξεις του. Περιορισμοί σε αυτήν υφίστανται μόνο στα πλαίσια που καθορίζει ο ίδιος ο Κανονισμός. Το εσωτερικό δίκαιο των κρατών-μελών υποκαθίσταται από τις διατάξεις του κανονισμού υπό την εξής έννοια: Οποιοσδήποτε σύζυγος, που έχει τη συνήθη διαμονή του σε έδαφος κράτους-μέλους ή έχει την ιθαγένεια κράτους-μέλους, πλην της Αγγλίας και της Ιρλανδίας ή την κατοικία του στα δύο αυτά τελευταία κράτη, δεν μπορεί πλέον να εναχθεί σε άλλο κράτος παρά μόνο με βάση ένα από τα κριτήρια των άρθρων 3, 4 και 5 του ως άνω Κανονισμού, που αποκτά με αυτόν τον τρόπο αποκλειστικό χαρακτήρα. Η συνδρομή ενός των κριτηρίων σχετικά με την ύπαρξη διεθνούς δικαιοδοσίας ερευνάται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο και δεν χωρεί, λόγω της ιδιομορφίας των γαμικών διαφορών, ρητή ή σιωπηρή παρέκταση. Η υποκατάσταση του εσωτερικού δικαίου χωρεί όμως μέχρι του σημείου της συνδρομής οποιουδήποτε από τα ανωτέρω κριτήρια. Εάν κανένα κράτος-μέλος δεν έχει δικαιοδοσία βάσει των κύριων ή παρεπόμενων δικαιοδοτικών βάσεων και ο εναγόμενος δεν έχει την ιθαγένεια κράτους-μέλους ή την κατοικία του στο Ηνωμένο Βασίλειο ή την Ιρλανδία, εφαρμόζονται για την έρευνα της ύπαρξης δικαιοδοσίας, τα κριτήρια του εσωτερικού δικαίου, ως επικουρικές δικαιοδοτικές βάσεις, καθιερούμενες επίσης από τον κανονισμό (άρθρο 7 παρ.1 του Κανονισμού). Ειδικότερα τα ελληνικά δικαστήρια έχουν πλέον πάντοτε δικαιοδοσία, όταν και οι δύο σύζυγοι είναι αλλοδαποί και έχουν τη συνήθη διαμονή τους στην Ελλάδα, ακόμη κι όταν η δικαιοδοσία αυτή δεν αναγνωρίζεται από τα δίκαια του ενός ή και των δύο τους, ενώ η εφαρμογή του Κανονισμού εκτείνεται και στους υπηκόους τρίτων κρατών, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με επαρκώς ισχυρούς δεσμούς με το έδαφος κράτους-μέλους βάσει των ανωτέρω κριτηρίων. [ΠΠρΘεσ 14135/2004 ΝΟΜΟΣ, βλ. και Ευδοξία Κιουπτσίδου, «Ζητήματα των Κανονισμών 2201/2003 και 1347/2000 (του Συμβουλίου της ΕΚ) σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και αναγνώριση αποφάσεων στις γαμικές διαφορές» ΕλλΔνη 2005.661-662]. Αναφορικά με τη διεθνή δικαιοδοσία το άρθρο 3 παρ. Ια του ως άνω Κανονισμού προβλέπει ότι διεθνή δικαιοδοσία σε θέματα διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης γάμου έχουν τα δικαστήρια του κράτους- μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται, I) η συνήθης διαμονή των συζύγων ή II) η τελευταία συνήθης διαμονή των συζύγων στο μέτρο που ένας των συζύγων έχει ακόμα αυτή τη διαμονή ή III) η συνήθης διαμονή του εναγομένου ή IV) σε περίπτωση κοινής αιτήσεως, η συνήθης διαμονή του ενός ή του άλλου των συζύγων ή V) η συνήθης διαμονή του ενάγοντος, εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον ένα χρόνο αμέσως πριν από την αγωγή ή VI) η συνήθης διαμονή του ενάγοντος, εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον έξι μήνες αμέσως πριν από την κατάθεση της αγωγής και εάν είναι υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους (άρθρο 3 ). Συνήθης διαμονή, κατά τον ορισμό του ΔΕΚ, είναι ο τόπος, όπου το πρόσωπο έχει ορίσει, με σταθερό χαρακτήρα, το μόνιμο ή σύνηθες κέντρο των ενδιαφερόντων του, προκειμένου δε να καθοριστεί αυτή πρέπει να συνεκτιμηθούν όλα τα πραγματικά συστατικά στοιχεία (ΕφΘεσ 1689/2005 Αρμ.2005.1782, βλ. και Ευδοξία Κιουπτσίδου, «Ζητήματα των Κανονισμών 2201/2003 και 1347/2000 (του Συμβουλίου της ΕΚ) σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και αναγνώριση αποφάσεων στις γαμικές διαφορές» ΕλλΔνη 2005.661).
Η ενάγουσα, αλβανίδα υπήκοος, ζητάει να λυθεί ο γάμος της με τον εναγόμενο, αλβανό υπήκοο, για τον λόγο ότι βρίσκονται σε διάσταση, με οριστική πρόθεση διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης, συνεχώς από τον Δεκέμβριο του έτους 2013, δηλαδή για χρονικό διάστημα, που υπερβαίνει τα τρία έτη, και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στα δικαστικά της έξοδα.
Το παρόν Δικαστήριο έχει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 α περίπτωση I του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 «περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας», διεθνή δικαιοδοσία να δικάσει την υπόθεση, διότι τελευταία συνήθης διαμονή των την οποία διατηρεί η ενάγουσα είναι στην ημεδαπή και - συγκεκριμένα στην ............... Αττικής. Περαιτέρω, εφόσον η υπό κρίση διαφορά έχει στοιχεία αλλοδαπότητας, ανακύπτει ζήτημα εφαρμοστέου δικαίου. Από το συνδυασμό των άρθρων 16 και 14 του ΑΚ σαφώς προκύπτει ότι το διαζύγιο διέπεται από το δίκαιο που διέπει τις προσωπικές σχέσεις των συζύγων, ήτοι κατά σειράν: α) από το δίκαιο της κοινής κατά τη διάρκεια του γάμου ιθαγένειας των συζύγων, εφόσον ο ένας τη διατηρεί, β) από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής συνήθους διαμονής τους και γ) από το δίκαιο με το οποίο οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα, πλην όμως κρίσιμο χρονικό σημείο για τη διαπίστωση της συνδρομής και των τριών αυτών συνδετικών στοιχείων, με τη σειρά που καθορίζει η διάταξη του άρθρου 14 του ίδιου Κώδικα, είναι, σύμφωνα με το άρθρο 16 του ίδιου Κώδικα, ο χρόνος έναρξης της διαδικασίας του διαζυγίου, ο οποίος συμπίπτει με το χρόνο άσκησης της σχετικής αγωγής. Επομένως αν κατά τον χρόνο αυτό οι σύζυγοι ούτε κοινή ιθαγένεια έχουν ούτε κοινή συνήθη διαμονή, γεγονός που, στη δεύτερη περίπτωση, συμβαίνει όταν η συμβίωσή τους έχει από προγενεστέρου χρόνου διακοπεί, το διαζύγιο τους διέπεται από το δίκαιο με το οποίο αυτοί κατά τον ίδιο πιο πάνω κρίσιμο χρόνο συνδέονται στενότερα (βλ. σχετ. Γ. Παπαδημητρίου Οικογενειακό Δίκαιο, Β' έκδοση, σελ. 37 - 38, Ζωή Παπασιώπη -Πασιά Το εφαρμοστέο δίκαιο επί του διαζυγίου στις ελληνικές και διεθνείς συγκρούσεις νόμων 1997, σελ. 143 - 144). Στην προκειμένη περίπτωση κατά τον χρόνο επίδοσης της υπό κρίση αγωγής, οι διάδικοι είχαν κοινή ιθαγένεια, αφού αμφότεροι οι διάδικοι ήταν αλβανοί υπήκοοι, αμφότεροι, δε, διατηρούν την προαναφερομένη ιθαγένεια. Άρα, η υπό κρίση διαφορά διέπεται από το δίκαιο της κοινής κατά τη διάρκεια του γάμου ιθαγένειάς τους, την οποία οι διάδικοι διατηρούν, ήτοι από το αλβανικό δίκαιο. 
Περαιτέρω, σύμφωνα με το αλβανικό δίκαιο, που λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, κατά τις διατάξεις των άρθρων 337 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΑΠ 1007/1982 ΝοΒ 1983.1006), τόσο ο γάμος, όσο και το διαζύγιο ρυθμίζονται από τον Οικογενειακό Κώδικα της 08.05.2003, που προβλέπει ότι: 1) ο γάμος λήγει με τον θάνατο ενός από τους συζύγους, με την κήρυξη του ενός συζύγου σε αφάνεια ή με τη λύση του γάμου (άρθρο 123), 2) είτε ο ένας, είτε ο άλλος σύζυγος μπορούν να ζητήσουν τη λύση του γάμου τους, όταν έχουν ζήσει χωριστά για μία περίοδο τριών ετών (άρθρο 129 παρ. 1), 3) η διάσταση μπορεί να προβληθεί σαν βάση για τη λύση του γάμου μόνον από το σύζυγο, που υπέβαλε την αίτηση για τη λύση (άρθρο 131 παρ. 1), 4) κάθε σύζυγος μπορεί να ζητήσει τη λύση του γάμου όταν, λόγω συνεχών καβγάδων, κακομεταχείρισης, σοβαρών προσβολών, μοιχείας, ανίατης πνευματικής ασθένειας, μακρόχρονης ποινικής τιμωρίας του άλλου συζύγου, ή εξαιτίας οποιασδήποτε άλλης αιτίας, ή λόγω επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων των συζυγικών καθηκόντων, η κοινή ζωή γίνεται αδύνατη και ο γάμος έχει χάσει τον σκοπό του για τον έναν ή και για τους δύο συζύγους (άρθρο 132) και 5) το Δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει υπαιτιότητα στη λύση του γάμου, μόνο όταν ζητηθεί από τον έναν ή και τους δύο συζύγους (άρθρο 133). Συνεπώς η αγωγή, έχουσα το ιστορικό και το αίτημα που εκτίθενται παραπάνω, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 129 παρ. 1 του Αλβανικού Οικογενειακού Κώδικα και 179 του ΚΠολΔ. Πρέπει, κατά συνέπεια, να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από ...

2995/2016 ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ ΩΣ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΠΡΟΣΚΟΜΙΖΕΤΑΙ Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘ' ΟΥ, ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΝΑ ΚΡΙΘΕΙ ΤΟ ΕΜΠΡΟΘΕΣΜΟ ΤΗΣ.

Ορθή σκέψη,υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται η επίδοση της διαταγής πληρωμής, διότι η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής μπορεί να ασκηθεί και πριν από την επίδοση της τελευταίας στον ανακόπτοντα, οπότε να έχει ασκηθεί και συζητηθεί, χωρίς καν να έχει ξεκινήσει η προθεσμία για την άσκησή της  

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2995/2016 
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Στυλιανή Μαραγκού την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών , με την παρουσία της γραμματέως Στέλλας Κουδούνα 
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30-9-2016 , για να δικάσει την με αρθμ.καταθ. 7376/2015 ανακοπή μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ : Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ................» , που εδρεύει στον ............. οδός ............... αρθμ. ..... νόμιμα εκπροσωπούμενο, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Σοφίας Αποστολάκη .
ΤΗΣ ΚΑΘΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία « ............», που εδρεύει στην Αθήνα , οδός ............ αρθμ ..........,νόμιμα εκπροσωπούμενη που
παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της ,Εμμανουήλ Τσαλικίδη .  
   Κατά τη σημερινή δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι  δικηγόροι των διαδίκων μερών ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
 ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
  Η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής , ως ειδική μορφή της ανακοπής του άρθρου 583 επ. του Κ. ΠολΔ  ,η οποία δεν αποτελεί ένδικο μέσο αλλά ένδικο βοήθημα ασκείται όπως η αγωγή ( άρθρο 215Κ.ΠΟΛ.Δ )δηλ με κατάθεση δικογράφου στην γραμματεία του δικαστηρίου και επίδοση αντιγράφου στον καθού η ανακοπή. Η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής ασκείται μέσα σε αποσβεστική προθεσμία δέκα πέντε εργασίμων ημερών από την επίδοση της διαταγής πληρωμής στον καθου οφειλέτη ( άρθρο 632 παρ. 1 εδ. Α του Κ.ΠΟΛ.Δ),  η δε προθεσμία αρχίζει από την επόμενη της επίδοσης της διαταγής σύμφωνα με τον κανόνα της Κ.ΠοΛΔ 144 παρ. 1 .Η παραπάνω προθεσμία είναι προθεσμία ενέργειας επομένως μέσα σ' αυτήν πρέπει όχι μόνο να κατατεθεί η ανακοπή αλλά και να επιδοθεί στον καθου αφού με την επίδοση ολοκληρώνεται η άσκηση της ( Β. Βαθρακοκοιλης Κ.ΠΟΑ.Δ, άρθρο 632 σημ. 5 και 7). Με την κρινόμενη ανακοπή, το ανακόπτον ζητεί για τους λόγους που αναφέρει στο δικόγραφο του , να ακυρωθεί η με αρθμ. 13033/2015 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου και να καταδικαστεί η καθής στη δικαστική του δαπάνη . Η ανακοπή ,αρμόδια φέρεται ενώπιον αυτού του δικαστηρίου που είναι καθύλην και κατά τόπο αρμόδιο ( άρθρα 625,636,584 Κ.ΠΟΑ.Δ) και δικάζει κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών των πιστωτικών τίτλων και όχι με την τακτική διαδικασία με την οποία εισήχθη (άρθρα 591 παρ. 2 και 635-644 του Κ.ΠΟΛ.Δ) (« ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ» Χ. Παπαδάκης, εκδ. 2012 παρ. 47 1.4). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη μελέτη του φακέλου της δικογραφίας δεν προέκυψε αν η ανακοπή ασκήθηκε εντός της δεκαπενθήμερης προθεσμίας από την επίδοση της διαταγής πληρωμής αφού δεν προσκομίζεται η έκθεση επίδοσης της κρινόμενης ανακοπής ούτε προκύπτει από επισημείωση σε αντίγραφο αυτής .Συνεπώς  εφόσον δεν προκύπτει η εμπρόθεσμη και η παραδεκτή άσκηση της κρινόμενης ανακοπής πρέπει να απορριφθεί και να επικυρωθεί η με αρθμ. 13033/2015 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Η δικαστική δαπάνη πρέπει επιβληθεί σε βάρος του ανακόπτοντος κατόπιν σχετικού αιτήματος της καθής λόγω της ήττας του (άρθρα 176 , 189 και 191 παρ. 2του Κ.ΠΟΛ.Δ) .
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων 
Απορρίπτει την ανακοπή .
Επικυρώνει την με αρθμ 13033/2015 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών.
Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη της καθής σε βάρος του ανακόπτοντος την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220€).
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και σε δημόσια συνεδρίαση στις  1.12.2016.

Η  ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                                  Η   ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ...........

Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2017

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΌ 876/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: 1) ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΛΟΓΩΝ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΕΙ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΕΙΡΑ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΕΙ Η ΕΥΧΕΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΙΡΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΧΕΙ ΠΑΡΑΘΕΣΕΙ Ο ΑΝΑΚΟΠΤΩΝ ΣΤΟ ΔΙΚΟΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ, ΕΚΤΟΣ ΑΝ ΕΧΕΙ ΙΕΡΑΡΧΗΣΕΙ ΑΥΤΟΥΣ Ο ΑΝΑΚΟΠΤΩΝ ΜΕ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΣΩΡΕΥΣΗ ΚΑΙ 2) Η ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΑΠΟ ΑΝΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΛΟΓΟ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΤΗΣ

  Στην άποψη που δέχεται η απόφαση ότι α) τυχόν συμφωνία μεταξύ των διαδίκων για την αρμοδιότητα ενός συγκεκριμένου δικαστηρίου προς επίλυση των διαφορών τους , αποκλείει την έκδοση της διαταγής πληρωμής από άλλο δικαστήριο, β) αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο για την έκδοση της διαταγής πληρωμής είναι το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την άσκηση της αγωγής  και γ) γενικά, η έκδοση διαταγής πληρωμής από αναρμόδιο δικαστήριο οδηγεί , άνευ ετέρου, στην ακύρωσή της, υπάρχει πολύ ενδιαφέρον αντίλογος 1) στην υπ' αριθμό 2618/1999 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας και 2) στον σχολιασμό του καθηγητή Κώστα Μπέη, που υπάρχει κάτω από την δημοσίευση της 2618/1999 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, που θα βρείτε ΕΔΩ



Αριθμός απόφασης 876/2017
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Δωροθέα Μπούγα, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη γραμματέα Βασιλική Κωτούλα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26 Μαρτίου 2017 για να δικάσει μεταξύ:
Του ανακόπτοντος: ΝΠΔΔ με την επωνυμία «...................» που εδρεύει στη δημοτική ενότητα ............ του δήμου ..................., οδός .............. αρ................και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Αλέξανδρου Βαρλά.
Της κσθης η ανακοπή: εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «....................» και το διακριτικό τίτλο «.....................» που εδρεύει στην ., ..............οδός ............... αρ......... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε μετά  του πληρεξουσίου δικηγόρου της Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Το ανακόπτον με την από 21-4-2017 ανακοπή του που απευθύνεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (αριθμ εκθ.καταθ. 20734/645/24-4-2017) δικάσιμος της οποίας ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας ζητεί, για όσους λόγους επικαλείται σε αυτήν, να γίνει δεκτή.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση ανακοπή το ανακόπτον ζητά την ακύρωση της με αρ(θμό 5047/2017 διαταγής πληρωμής του παρόντος Δικαστηρίου με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλλει στην καθης το ποσό των 9.734 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων. Επίσης ζητά να καταδικαστεί η καθής στα δικαστικά του έξοδα.
Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη ανακοπή, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα κατά το άρθρο 632 παρ.2 ΚΠολΔικ, δεδομένου ότι πρώτο εκτελεστό απόγραφο της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής και της από 29-3-2017 επιταγής προς πληρωμή επιδόθηκε εμπρόθεσμα στο ανακόπτον στις 31-3-2017, όπως προκύπτει από την με ίδια ημερομηνία επισημείωση επί του κοινοποιουμένου αντιγράφου και αντίγραφο της υπό κρίση ανακοπής επιδόθηκε στην καθης στις 24-4-2017, (δεδομένου ότι το διάστημα από 14-4-2017 έως και 17-4-2017 δεν υπολογίζεται για το εμπρόθεσμο άσκησης της ανακοπής καθώς είναι οι αργίες των ημερών του Πάσχα 2017), όπως προκύπτει από την με αριθμό 11 569Β/24-4-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Αθηνών Γεωργίου Κώτσαρη. Περαιτέρω, η ως άνω ανακοπή αρμόδια καθύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 632 παρ. 1 και 2 και 584 ΚΠολΔικ, όπως αυτά ισχύουν πλέον μετά την τροποποίηση και αντικατάσταση τους με τις διατάξεις του Ν.4335/2015, εφόσον η ανακοπή του 632 ασκήθηκε μετά την 1-1-2016 (άρθρο 9 παρ.2 και 3 του Ν.4335/2015), με την προκειμένη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ., 632 παρ.2 εδ.τελευταίο ΚΠολΔικ). Επομένως πρέπει η ως άνω ανακοπή να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της. Να σημειωθεί δε. ότι, εφόσον το ανακόπτον, δεν έχει  ιεραρχήσει τους περισσότερους λόγους της ανακοπής του (με επικουρική σώρευση), οι περισσότεροι λόγοι ελέγχονται με τη σειρά που επιβάλλει η ευχέρεια και η ταχύτητα της διαγνώσεως, χωρίς να δεσμεύεται το Δικαστήριο από τη σειρά της παραθέσεως τους στο δικόγραφο της ανακοπής ( ΑΠ 288/1986 Δνη 27-86).
Επειδή για την έκδοση διαταγής πληρωμής, κατά τόπον αρμόδιος είναι ο δικαστής του δικαστηρίου της γενικής δωσιδικίας του καθ" ου η αίτηση οφειλέτου ή άλλης ειδικής δωσιδικίας, αλλά και του τόπου εκδόσεως της συναλλαγματικής ή του γραμματίου εις διαταγή ή επιταγής, ως και του τόπου πληρωμής ή της αποδοχής των δύο πρώτων τίτλων ή και του τόπου που δικαιούται να εισπράξει την απαίτηση ο δανειστής και αιτών την έκδοση της διαταγής πληρωμής, κατά το άρθρο 321 ΑΚ. Συνεπώς, το αρμόδιο δικαστήριο προσδιορίζεται από το δανειστή, ο οποίος μεταξύ των ενδεχομένως πολλών τοπικών αρμοδίως δικαστηρίων επιλέγει εκείνο από τον δικαστή του οποίου ζητεί την έκδοση διαταγής πληρωμής και το οποίον καθίσταται ως εκ τούτου κατά την κρατούσα γνώμη και αποκλειστικά κατά τόπο αρμόδιο και για την εκδίκαση της κατ' αυτής ανακοπής των άρθρων 632 ή 633 ΚΠολΔ, διότι ο αιτών την έκδοση διαταγής πληρωμής, διά της υποβολής της αιτήσεως σε έναν από τους περισσότερους αρμοδίους κατά τόπον δικαστές, ασκεί συγχρόνως και το δικαίωμα επιλογής, που έχει ως ενάγων δανειστής, διά την τυχόν μετέπειτα διαδικασία επί της ανακοπής, κατά την οποία οι διάδικοι έχουν την ιδία δικονομική θέση, δηλαδή ο μεν καθ' ου η ανακοπή τη θέση του ενάγοντος, ο δε ανακόπτων την θέση εναγομένου. Για τους άνω λόγους, η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής πρέπει να ασκείται ενώπιον του δικαστηρίου στο οποίο ανήκει ο δικαστής, που εξέδωσε την διαταγή πληρωμής, αλλ' ο καθ' ου η διαταγή πληρωμής δεν εγκαταλείπεται εις την αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη επιθυμία του δανειστού, διότι, αν ο δικαστής που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής ήταν αναρμόδιος κατά τόπον, δύναται για το λόγο αυτό να ζητήσει με ανακοπή την ακύρωση της διαταγής πληρωμής (ΕΑ 4290/2002 ΔΕΕ 2004.294). Συνεπώς, η κατά τόπον αρμοδιότητα ρυθμίζεται κατά τις γενικές διατάξεις και χωρεί και συμφωνία περί παρεκτάσεως αρμοδιότητας (Ποδηματά εις Κεραμέως κ λπ. Ερμηνεία ΚΠολΔ άρθρο 625 αριθ. 2 επ.), η εκ της οποίας δωσιδικία κατά τον κανόνα του άρθρου 44 ΚΠολΔ είναι αποκλειστική. Η έλλειψη τοπικής αρμοδιότητος του δικαστού που εκδίδει τη διαταγή πληρωμής, δύναται να επιφέρει μετά από ανακοπή την ακύρωση της παρά τούτο εκδοθείσης διαταγής πληρωμής (ΑΠ 497/1993 ΕλΔ 35,1290). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 42, 43, 44 ΚΠολΔ προκύπτει ότι επί διαφορών, ακόμη και μελλοντικών, που έχουν περιουσιακό αντικείμενο, τακτικό δικαστήριο που δεν είναι αρμόδιο είναι δυνατόν να καταστεί αρμόδιο, εάν υπάρχει έγγραφος συμφωνία των διαδίκων και αναφέρεται σε ορισμένη έννομη σχέση από την οποίαν θα προέλθουν ο, διαφορές (ΕφΑΘ 2138/1993 ΕλΔ 35,443). Η περί παρεκτάσεως συμφωνία είναι δυνατό να διατυπούται στο αποδεικτικό της απαιτήσεως έγγραφο ή στο σώμα του αξιόγραφου βάσει του οποίου εκδίδεται η διαταγή πληρωμής.
Με τον δεύτερο λόγο ....
της ανακοπής της η ανακόπτουσα εταιρία ισχυρίζεται ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε από Δικαστή κατά τόπο αναρμοδίου Δικαστηρίου. Ο λόγος αυτός είναι νόμιμος και πρέπει να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική του  βασιμότητα.
Από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλουντα και όσα ανέπτυξαν προφορικά και γραπτά οι ττληρεξούσιοι δικηγόροι αυτών, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα: Η ανακοπτόμενη με αριθμό 5047/2017 διαταγή πληρωμής δυνάμει της οποίας το ανακόπτον νοσοκομείο υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθης εταιρία το ποσό των 9734 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων εκδόθηκε με βάση τα ακόλουθα έγγραφα: α) τις υπ'αριθμ. 66/2016 και 32/2016 συμβάσεις παροχής υπηρεσιών που υπογράφηκαν μεταξύ των διαδίκων μερών δυνάμει των οποίων η καθης εταιρία ανέλαβε την πλήρη συντήρηση - επισκευή ιατρικών μηχανημάτων, 2) έγγραφες τηλεομοιοτυπικά αποσταλλείσες στην καθης παραγγελίες του ανακόπτοντος ήτοι τις 288/2016 και 150/2016 υπογραφόμενες από τα αρμόδια όργανα αυτού και 3) τα υπ αριθμ. ΤΠΥ 001697/21-11-2016, ΤΟΥ 001698/21-11-2016 τιμολόγια της καθης από τα οποία προκύπτει η παραλαβή αυτών και των αναγραφόμενων σε αυτά υπηρεσιών από τους αρμόδιους υπαλλήλους του ανακόπτοντος. Στην προαναφερόμενη υπ'αριθμ. 66/2016 σύμβαση συντήρησης η οποία φέρει υπογραφή από τους νομίμους εκπροσώπους και των δύο διαδίκων μερών, προκύπτει ότι επ'αυτής ρητά αναφέρεται ότι «επί διαφωνίας η διαφορά θα λύεται από τα ελληνικά δικαστήρια και συγκεκριμένα τα δικαστήρια της ...........». Επομένως, κατά τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, η σύμβαση παρεκτάσεως, εφόσον περιβλήθηκε τον έγγραφο συστατικό τύπο, είναι έγκυρη. Δεδομένου δε ότι η ένδικη  διαταγή πληρωμής εκδόθηκε με βάση  την ανωτέρω με αριθμό 66/2016 σύμβαση αλλά και την με αριθμό 32/2016 σύμβαση στην οποία όμως δεν υπάρχει ρητή σύμβαση παρέκτασης, θα πρέπει για το ενιαίο της κρίσης και την οικονομία της δίκης να θεωρηθεί ότι κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο για την έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση τις ανωτέρω δύο συμβάσεις είναι ο Δικαστής του Ειρηνοδικείου ............ Συνεπώς ο σχετικός λόγος της ανακοπής, με τον οποίο η ανακόπτουσα προβάλει ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής είναι άκυρη ως εκδοθείσα από αναρμόδιο κατά τόπον Δικαστή, είναι βάσιμος.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνε. δεκτός ως βάσιμος και κατ' ουσία ο ανωτέρω λόγος της ανακοπής, μετά την παραδοχή του οποίου παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων της και πρέπει να γίνε. δεκτή η κρινόμενη ανακοπή και να ακυρωθεί η με αριθμό 5047/201 1 διαταγή πληρωμής του Δικαστηρίου αυτού. Τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας θα επιβληθούν σε βάρος της καθ' ής Π ανακοπή όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτ.κό (άρθρο 176 ΚΠολΔ), κατόπιν ταυτόσημου αιτήματος της ανακόπτουσας.
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή κατά της με αριθμό 5047/2017 διαταγής πληρωμής.
Ακυρώνει την με αριθμό 5047/2017 διαταγή πληρωμής της Δικαστού του Ειρηνοδικείου Αθηνών...