Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 8739/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: 1) Η ΜΗ ΠΡΟΣΚΟΜΙΣΗ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ,ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 681Γ ΠΑΡ. 2 ΤΟΥ ΚΠΟΛΔ, ΔΕΝ ΚΩΛΥΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΙ 2) ΕΠΙΤΡΕΠΤΗ Η ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΗΣ ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 681 Β ΤΟΥ ΚΠΟΛΔ ,ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΑΥΤΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΤΕΚΝΩΝ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 
ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ 
ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΗΛΙΚΩΝ


Αριθμός απόφασης  8739/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Άννα Χριστοδούλου, Πρωτοδίκη, την ο­ποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδι­κείου και από το Δικαστικό Γραμματέα Τριανταφύλλου Ολύμπιο.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30 Απριλίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της ενάγουσας: ………… του ……………..ς, κατοίκου ………….., η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Του εναγομένου: …………… του ……………., ήδη αγνώστου διαμονής, ο οποίος δεν εμφανίστηκε και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 30-10-2014 αγωγή της, που κα­τατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../…… και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 06-06-2016 και μετά από αναβολή για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο η πληρεξούσια δι­κηγόρος της ενάγουσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτι­κά της δίκης και στις έγγραφες προτάσεις της.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ' αριθμόν 7515Γ/10-07-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστι­κού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …….., την οποία μετ' ε­πικλήσεως προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντί­γραφο της υπό κρίση αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς εμφάνιση για την ως άνω ορισθείσα δικάσιμο επιδόθηκε νόμιμα και εμπρό­θεσμα τον εναγόμενο (άρθρα 122 παρ. 1, 128 ΚΠολΔ). Ο τελευταίος, όμως, δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου στη δικάσιμο που ανα­φέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 603 ΚΠολΔ, η οποία εφαρμόζεται και στην προκείμενη περίπτωση, αφού πρόκειται για διαφορά που εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 592 παρ. 1 που αφορά στις γαμικές διαφορές (ως ίσχυαν πριν το ν. 4336/ 2015 ΦΕΚ Α 87/23-07-2015 ).
Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα ζητεί, όπως το αίτημά της πα­ραδεκτά περιορίστηκε με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της που κα­ταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνε­δρίασης του Δικαστηρίου, τη λύση του γάμου του με τον εναγόμενο διότι βρί­σκονται σε συνεχή διάσταση δύο και πλέον χρόνια, από την οποία τεκμαίρεται αμάχητα ο ισχυρός κλονισμός της έγγαμης σχέσης τους , και αφετέρου να της ανατεθεί οριστικά η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανηλίκων τέκνων της …… και ……………, που απέκτησε με τον εναγόμενο σύζυγο της.
Η αγωγή κατά το αίτημά της που αφορά την λύση του γάμου των διαδίκων αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 17 περίπτωση 1 - όπως η περίπτωση 1 προστέθηκε και οι περιπτώσεις 1, 2 και 3 αναριθμήθηκαν σε 2, 3 και 4 αντίστοιχα με το άρθρο 6 παρ. 5 του Ν. 4055/2012 - και 22 ΚΠολΔ) για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών των άρθρων 592 επ. ΚΠολΔ και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1438, 1439 παρ.3 ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 14 του Ν. 3719/2008 (ΦΕΚ Α', 241/26.11.2008), ως εκ του χρόνου άσκησης της υπό κρίση αγωγής (άρθρα 14 και 29 του Νόμου αυτού) και 176 ΚΠολΔ. Η αγωγή ως προς το αίτημα της ανάθεσης της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων στην ενάγουσα αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπο (άρθρ. 17 αρ. 1 και 681 Β' ΚΠολΔ) εισάγεται προς συζήτηση κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 681 Β', 681 Γ' και 666 παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1 έως 3 και 672 έως 676 του ΚΠολΔ είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις προπαρατεθείσες διατάξεις καθώς και σε εκείνες των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1518 και 1520 του ΑΚ και 176 του Κ.Πολ.Δικ. Πρέπει επομένως η αγωγή να εξεταστεί περαιτέρω κατ' ουσίαν. Σημειώνεται ότι η μη προσκόμιση της έκθεσης της κοινωνικής έρευνας που να αφορά την υπό κρίση αγωγή όπως απαιτεί το άρθρο 681Γ παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ, δεν κωλύει την πρόοδο της δίκης, καθόσον κατά το άρθρ. 19 παρ. 4 του Ν. 2521/1997, το δικαστήριο δικάζει και χωρίς την υποβολή αυτής, (της έκθεσης), σε κάθε δε περίπτωση, δεν εκδόθηκαν ακόμη τα σχετικά προεδρικά διατάγματα για την κατά τα άρθρα 49 επ. του Ν. 2447/1996 ίδρυση των κατά Πρωτοδικείο, κοινωνικών υπηρεσιών που θα λειτουργήσουν ως αυτοτελείς αποκεντρωμένες υπηρεσίες (ΕΘεσ 564/2008 Αρμ 2008.1836, ΕΑ 2105/2000 Δνη 42.177). Περαιτέρω πρέπει να αναφερθεί ότι η διάταξη του άρθρου 681 Β' παρ. 2 του ΚΠολΔ επιτρέπει την ένωση και συνεκδίκαση των διαφορών της παραγράφου 1, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες που αφορούν την άσκηση της γονικής μέριμνας αναφορικά με το τέκνο σε περίπτωση διαζυγίου των γονέων του, καθώς και τις διαφορές που αφορούν διατροφή που οφείλεται λόγω συγγένειας, με τις διαφορές του άρ­θρου 592 παρ. 1 του ΚΠολΔ, στις οποίες περιλαμβάνεται και το διαζύγιο, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 593 - 612 του ίδιου Κώδικα. Επομένως στην προκειμένη περίπτωση παραδεκτά σωρεύονται αφενός η αγωγή δια­ζυγίου με την αγωγή ανάθεσης της επιμέλειας....

Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

ΠΩΣ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ (ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΠΕΛΟΥΖΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΖΙΟΥΒΑΣ) ΚΡΙΝΟΥΝ, ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΜΗΝΕΣ, ΔΥΟ ΟΜΟΙΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΡΟΠΟ (ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ 293/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ 1636/2016 ΚΑΙ 35/2014 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ )

  Ή βλέποντας την Ελληνική Δικαιοσύνη, όπως πραγματικά είναι, χωρίς ψευδαισθήσεις και χωρίς ωραιοποιήσεις 

    
    Σε αυτό το ιστολόγιο έχει αναρτηθεί η ομόφωνη υπ' αριθμό 1636/2016  απόφαση του Αρείου Πάγου (ΕΔΩ), στην οποία ασκείται δριμεία κριτική , διότι με αυτήν απορρίπτεται αίτηση αναίρεσης , ως απαράδεκτη, λόγω του ότι η σχετικώς με την άσκησή της συνταχθείσα έκθεση αναίρεσης του διευθυντή των φυλακών, ενώπιον του οποίου ασκήθηκε η αναίρεση αυτή από τον κρατούμενο αναιρεσείοντα, υπογραφόταν μεν τόσον από τον διευθυντή , όσο και από τον αναιρεσείοντα ,  πλην όμως η συνημμένη σε αυτήν αίτηση αναίρεσης, στην οποία ρητώς γινόταν αναφορά στην έκθεση αναίρεσης ως περιέχουσα τους λόγους της αναίρεσης ( επισυναπτόμενης, επαναλαμβάνεται, της αίτησης αυτής στην έκθεση αναίρεσης)  υπογραφόταν μόνον από τον αναιρεσείοντα και όχι και από τον συντάξαντα την έκθεση αναίρεσης διευθυντή των φυλακών.
    Ειδικότερα, στην παραπάνω αναφερόμενη ανάρτηση (ΕΔΩ) η εν λόγω  , περιεχόμενη στην υπ' αριθμό 1636/2016 απόφαση , δικαστική κρίση καυτηριάζεται ως τυπολατρική και παραβαίνουσα τόσο την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ( από 27.5.2014 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ,   που εκδόθηκε επί της υπόθεσης  Μπουλουγουράς κατά Ελλάδας) , όσο και την νομολογία του ίδιου του Αρείου Πάγου (ΑΠ 35/2014 ).
    Μάλιστα, στην ίδια ανάρτηση επισημαίνεται ότι στην ομόφωνη λήψη της παραπάνω υπ' αριθμό 1636/2016 απόφασης συμμετείχαν και οι Αρεοπαγίτες Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη (Πρόεδρος) και Βασίλειος Καπελούζος,  οι οποίοι, κατά την λήψη της αντίθετης προς την υπ' αριθμό 1636/2016 , επίσης  παραπάνω αναφερόμενης, υπ' αριθμό  35/2014  απόφασης του Αρείου Πάγου , είχαν την ακριβώς αντίθετη άποψη, από αυτή, την οποία διατύπωσαν κατά την λήψη της υπ' αριθμό 1636/2016 απόφασης του Αρείου Πάγου , γεγονός το οποίο αποδόθηκε στο ότι είναι δικαιολογημένο οι άνθρωποι, μέσα σε δύο χρόνια,  να αλλάζουν άποψη για ένα θέμα.
      Η προαναφερόμενη υπ' αριθμό 1636/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2016.
    Στην σύνθεση, που εξέδωσε την προαναφερόμενη υπ' αριθμό 1636/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου συμμετείχαν και οι Αρεοπαγίτες
                                    Βασίλειος Καπελούζος 
            Δημήτριος Γεώργας ( ως    Εισηγητής)              και 
                                  Δημήτριος Τζιούβας
    
     Αυτό, όμως, που πράγματι εντυπωσιάζει, είναι ότι αυτοί οι ίδιοι παραπάνω Αρεοπαγίτες, σε λιγότερο από τέσσερις (4) μήνες μετά και συγκεκριμένα στις 15 Φεβρουαρίου 2017, μετείχαν  στην σύνθεση του ίδιου Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που εξέδωσε , την επίσης ομόφωνη, υπ' αριθμό 293/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, στην οποία υιοθετείται η παραπάνω αναφερόμενη  αυτονόητη άποψη ,  με βάση την οποία  , κατά τα ανωτέρω, κατακρίθηκε  η υπ' αριθμό 1636/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου , ότι δηλαδή: 
" Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 148 έως 153, 473 παρ. 2, 474 παρ. 1-2, 476 παρ.1, 484 παρ.1, 509 παρ.1-2, 510 και 513 παρ.1 ΚΠοινΔ προκύπτει ότι για να είναι παραδεκτή η αίτηση αναιρέσεως κατά βουλεύματος ή αποφάσεως, πρέπει στη δήλωση ασκήσεώς της να περιέχονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, οι λόγοι αναιρέσεως. Διαφορετικά, αν δεν περιέχεται ένας τουλάχιστον από τους λόγους αναιρέσεως που αναφέρονται περιοριστικά στα άρθρα 484 και 510 ΚΠοινΔ, η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Δεν αρκεί απλή επανάληψη του κειμένου της διατάξεως, που προβλέπει που θεμελιώνουν την προβαλλόμενη αιτίαση και χωρίς προσδιορισμό της επικαλούμενης νομικής πλημμέλειας. Δεν επιτρέπεται η συμπλήρωση αόριστου λόγου αναιρέσεως με παραπομπή σε άλλα έγγραφα ή με άσκηση προσθέτων λόγων αναιρέσεως, οι οποίοι προϋποθέτουν, κατά το άρθρο 509 παρ. 2 ΚΠοινΔ, την άσκηση παραδεκτής αιτήσεως αναιρέσεως (Ολ.ΑΠ 2/2002,19/2001). Παραδεκτή συμπλήρωση με παραπομπή σε λόγους αναιρέσεως, που περιέχονται σε άλλο έγγραφο, υπάρχει μόνο όταν η έκθεση περιέχει ρητή αναφορά στο σχετικό έγγραφο, που είναι προσαρτημένο σ' αυτή και φέρει την υπογραφή του αναιρεσείοντος ή του πληρεξουσίου συνηγόρου του και του αρμόδιου υπαλλήλου-γραμματέως, οπότε αυτό συναποτελεί με την έκθεση αναιρέσεως αναπόσπαστο και ενιαίο ολικό κείμενο αναιρετικών λόγων κατά του προσβαλλόμενου βουλεύματος ή της προσβαλλόμενης αποφάσεως.
     Η τυχόν έλλειψη υπογραφής του αρμόδιου γραμματέως στο προσαρτημένο έγγραφο μπορεί να αναπληρώνεται από άλλο στοιχείο, που πιστοποιεί τη διαδικαστική σύνδεση και ενοποίηση του με την έκθεση αναιρέσεως, χωρίς η έλλειψη αυτή να καθιστά την έκθεση απαράδεκτη, γεγονός που θα ενείχε άσκοπη τυπολατρία και θα προσέκρουε στην, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, καθώς και τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος, περαιτέρω δε θα περιόριζε δυσανάλογα το δικαίωμα προσβάσεως του κατηγορουμένου στο Ακυρωτικό Δικαστήριο. Περαιτέρω, είναι παραδεκτή η αναίρεση, κατ' άρθρο 504 παρ.2 ΚΠοινΔ και κατ' αποφάσεως δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, που απορρίπτει έφεση του κατηγορουμένου, κατά αποφάσεως πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, κηρύξαντος εαυτό αναρμόδιο καθ' ύλην. Εξ άλλου από την διάταξη του όρθρου 32 παρ.1 ΚΠοινΔ κατά την οποία καμία απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε δημόσια συνεδρίαση ή σε συμβούλιο ... δεν έχει κύρος εάν δεν ακουσθεί προηγουμένως ο εισαγγελέας, προκύπτει ότι εις ην περίπτωση ο εισαγγελέας δεν υπέβαλε πρόταση για τους λόγους αναιρέσεως, αλλ' εισήγαγε την υπόθεση στο δικαστήριο και επρότεινε απαράδεκτο της αιτήσεως αναιρέσεως, το δικαστήριο δεν εισέρχεται στην περαιτέρω κατ' ουσίαν έρευνα αυτής, μέχρις ότου υποβληθεί τέτοια εισαγγελική πρόταση"
    Και παρακάτω αναφέρεται στην παραπάνω υπ' αριθμό 293/2017 απόφαση: 


"    Στη προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση της 30/2016 κρινόμενης εκθέσεως αναιρέσεως προκύπτουν τα εξής: 1]στη πρώτη σελίδα αυτής α] αναγράφεται ότι οι λόγοι της αιτήσεως κατά της με αριθμό 6444/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών [με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, κηρύχθηκε καθ'ύλην αναρμόδιο το Δικαστήριο και παραπέμφθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών] αναφέρονται στη συνημμένη αίτηση, β] η έκθεση υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος και τον Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών,2]η συνημμένη πολυσέλιδη αίτηση περιέχει ουσιαστικούς αναιρετικούς λόγους. 
         Συνεπώς, η αίτηση αυτή και η έκθεση αναιρέσεως αποτελούν ενιαίο κείμενο αναιρετικών λόγων, που παραδεκτά ασκήθηκε, αφού φέρει τις ως άνω υπογραφές. Όμως, ο εισαγγελέας θεωρώντας ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι αόριστη και δεν υποβλήθηκε νομότυπα, διότι δεν υπογράφεται και η συνημμένη αίτηση από τον Γραμματέα του Δικαστηρίου, δεν υπέβαλε πρόταση επί της ουσίας της αιτήσεως αναιρέσεως, αλλά εισήγαγε την υπόθεση, με πρόταση να κηρυχθεί απαράδεκτη η ως άνω αίτηση. Επομένως, το παρόν Δικαστήριο πρέπει να απόσχει από την περαιτέρω ουσιαστική έρευνα των λόγων της εν λόγω αιτήσεως αναιρέσεως προκειμένου αυτή να επανεισαχθεί στο ακροατήριο του μετά την σύνταξη σχετικής εισαγγελικής προτάσεως".
         
        Με άλλα  λόγια, λοιπόν, οι Αρεοπαγίτες κύριοι Βασίλειος Καπελούζος, Δημήτριος Γεώργας και Δημήτριος Τζιούβας ,  στις 19 Οκτωβρίου 2016 έκριναν, με την υπ' αριθμό  1636/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου , ότι είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη, μία αναίρεση , όταν η έκθεση αναίρεσης υπογράφεται τόσον από τον συντάξαντα αυτή διευθυντή της φυλακής , ενώπιον του οποίου αυτή ασκήθηκε , όσο και από τον αναιρεσείοντα κρατούμενο, λόγω του ότι το συνημμένο στην έκθεση αυτή έγγραφο, που περιέχει τους λόγους της αναίρεσης και στο οποίο ρητώς αναφέρεται η έκθεση αναίρεσης, ως περιέχον τους λόγους της αναίρεσης, υπογράφεται μόνον από τον αναιρεσείοντα και όχι και από τον διευθυντή της φυλακής, ενώπιον του οποίου η αναίρεση ασκήθηκε και λιγότερο από τέσσερις (4) μήνες μετά,  στις 15 Φεβρουαρίου 2017 , αυτοί οι ίδιοι Αρεοπαγίτες έκριναν ότι μία αναίρεση είναι παραδεκτή, όταν την σχετική έκθεση υπογράφει τόσον ο γραμματέας, ενώπιον του οποίου ασκείται, όσο και ο αναιρεσείων ή ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, έστω κι αν οι λόγοι της περιέχονται, σύμφωνα με την έκθεση αναίρεσης,  σε συνημμένο σε αυτήν  έγγραφο, που υπογράφει μόνον ο αναιρεσείων και όχι και ο γραμματέας ενώπιον του οποίου ασκείται, αφού μία τέτοια απόρριψη  "θα ενείχε άσκοπη τυπολατρία και θα προσέκρουε στην, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, καθώς και τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος".
    Πολύ ωραία ! 
    Και για να μην πιστέψει κανείς ότι πρόκειται για ανόμοιες περιπτώσεις , παρακάτω παρατίθενται οι σχετικές περικοπές από τις παραπάνω αποφάσεις, που περιγράφουν το κρινόμενο από αυτές ένδικο μέσο της αναίρεσης,  που έχουν ως εξής: 

    1636/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου 


     "Στην προκειμένη περίπτωση, στις 31-12-2015 ο αναιρεσείων, κρατούμενος στο κατάστημα Κράτησης Άμφισσας, εμφανίσθηκε ενώπιον του Διευθυντή του παραπάνω καταστήματος Ι.............. και δήλωσε κατά λέξη ότι ασκεί αναίρεση «κατά της υπ'αριθμ. 383,449-450/22-12-2015 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών, με την οποία καταδικάσθηκε σε ποινή καθείρξεως είκοσι έξι (26) ετών, με εκτιτέα ποινή είκοσι πέντε (25) έτη και χρηματική ποινή είκοσι οκτώ (28.000,00) ευρώ, για την αξιόποινη πράξη της απλής συνέργειας σε μεταφορά και προώθηση σε έδαφος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είκοσι δύο (22) αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών, χωρίς την επιβαρυντική περίσταση κινδύνου για ανθρώπινη ζωή, για τους παρακάτω λόγους που αναφέρονται στην επισυναπτόμενη αίτησή του "
       
      293/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου


"Στη προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση της 30/2016 κρινόμενης εκθέσεως αναιρέσεως προκύπτουν τα εξής: 1]στη πρώτη σελίδα αυτής α] αναγράφεται ότι οι λόγοι της αιτήσεως κατά της με αριθμό 6444/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών [με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, κηρύχθηκε καθ'ύλην αναρμόδιο το Δικαστήριο και παραπέμφθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών] αναφέρονται στη συνημμένη αίτηση, β] η έκθεση υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος και τον Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών,2]η συνημμένη πολυσέλιδη αίτηση περιέχει ουσιαστικούς αναιρετικούς λόγους.
    Συνεπώς, η αίτηση αυτή και η έκθεση αναιρέσεως αποτελούν ενιαίο κείμενο αναιρετικών λόγων, που παραδεκτά ασκήθηκε, αφού φέρει τις ως άνω υπογραφές. Όμως, ο εισαγγελέας θεωρώντας ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι αόριστη και δεν υποβλήθηκε νομότυπα, διότι δεν υπογράφεται και η συνημμένη αίτηση από τον Γραμματέα του Δικαστηρίου, δεν υπέβαλε πρόταση επί της ουσίας της αιτήσεως αναιρέσεως, αλλά εισήγαγε την υπόθεση, με πρόταση να κηρυχθεί απαράδεκτη η ως άνω αίτηση. Επομένως, το παρόν Δικαστήριο πρέπει να απόσχει από την περαιτέρω ουσιαστική έρευνα των λόγων της εν λόγω αιτήσεως αναιρέσεως προκειμένου αυτή να επανεισαχθεί στο ακροατήριο του μετά την σύνταξη σχετικής εισαγγελικής προτάσεως."
    Εξυπακούεται ότι το στοιχείο, και στις δύο υποθέσεις, που καθιστά το υπογραφόμενο μόνο από τον αναιρεσείοτα δικόγραφο της αίτησης αναίρεσης ενιαίο κείμενο με την έκθεση αναίρεσης , που υπογράφουν τόσο ο αναιρεσείων, όσο και υπάλληλος , ενώπιον του οποίου κατατίθεται η αναίρεση και στην οποία επισυνάπτεται η  αίτηση αναίρεσης , είναι  οι  παρατιθέμενες  στις  εκθέσεις αναίρεσης φράσεις  " ασκεί αναίρεση ...για τους παρακάτω λόγους που αναφέρονται στην επισυναπτόμενη αίτησή του"  (στην περίπτωση της υπ' αριθμό 1636/2016 απόφασης)  και "οι λόγοι της αιτήσεως  ... αναφέρονται στη συνημμένη αίτηση"  (στην περίπτωση της 293/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου"), αφού , ούτε και στην περίπτωση της υπ' αριθμό 293/2017 απόφασης φαίνεται να υπάρχει κάποια (ούτως ή άλλως αχρείαστη)  ακόμη πιο πανηγυρική διατύπωση ως προς το ενιαίο των δύο δικογράφων , λόγο για τον οποίο, εξάλλου, στην υπ' αριθμό 293/2017 απόφαση, αποσαφηνίζεται  ότι  " Η τυχόν έλλειψη υπογραφής του αρμόδιου γραμματέως στο προσαρτημένο έγγραφο μπορεί να αναπληρώνεται από άλλο στοιχείο, που πιστοποιεί τη διαδικαστική σύνδεση και ενοποίηση του με την έκθεση αναιρέσεως..." , χωρίς να αξιώνεται η χρήση πανηγυρικών εκφράσεων , ενώ το στοιχείο, που πιστοποιεί τη διαδικαστική σύνδεση του μη υπογραφόμενου από τον υπάλληλο, ενώπιον του οποίου κατατίθεται η αναίρεση , δικογράφου της αίτησης αναίρεσης,   με την έκθεση αναιρέσεως που ο υπάλληλος αυτός συντάσσει και  υπογράφει και στην οποία  επισυνάπτεται η  εν λόγω αίτηση αναίρεσης  , είναι ότι στην έκθεση αυτή αναφέρεται   ότι οι λόγοι της αναίρεσης αναφέρονται στην συνημμένη στην εν λόγω έκθεση αίτηση αναίρεσης.
   Παρ' όλα τα ανωτέρω, όμως , οι ίδιοι δικαστές, στην υπ' αριθμό 1636/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου, αξιώνουν να "αναφέρεται"  ότι το συνημμένο στην έκθεση αναίρεσης έγγραφο της αίτησης αναίρεσης "  αποτελεί "ενιαίο σώμα" " με την έκθεση αναίρεσης, χωρίς να αρκούνται στο ότι η έκθεση αναιρέσεως ρητώς αναφέρει ότι οι λόγοι της αναίρεσης αναφέρονται στην συνημμένη σε αυτήν αίτηση αναιρέσεως  , δηλαδή αξιώνουν μία ακόμη πιο πανηγυρική διατύπωση, την οποία "ξεχνούν" στην 293/2017 απόφαση, με την οποία κατακρίνουν μία τέτοια αξίωση ως  τυπολατρική!.   
   Πέραν της εύλογης πικρίας , που γεννάται στον αναιρεσείοντα και τον συνήγορο του στην υπόθεση της υπ' αριθμό 636/2016 απόφασης του Αρείου Πάγου (για την οποία, σημειωτέον, έχει γίνει προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) , το παραπάνω θέμα αναδεικνύεται για να γίνει αντιληπτός ο τρόπος και το επίπεδο απονομής δικαιοσύνης στην Ελλάδα, που βέβαια δεν οφείλονται, κατά κανόνα,  ούτε στην έλλειψη γνώσεων , ούτε στην έλλειψη εμπειρίας αλλά σε άλλους παράγοντες, για τους οποίους ο καθένας μπορεί να κάνει τις δικές του σκέψεις. 
     Για την πληρότητα της έκθεσης όλων των στοιχείων του θέματος, παρακάτω παρατίθενται και οι δύο παραπάνω αναφερόμενες υπ' αρ. 1636/2016 και 293/2017 αποφάσεις του Αρείου Πάγου αλλά και η υπ' αρ. 35/2014 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου  και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του. 


Αριθμός 1636/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ; ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου -Πετρουλάκη Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, (σύμφωνα με την υπ'αριθμ. 118/2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου), Βασίλειο Καπελούζο, Δημήτριο Γεώργα - Εισηγητή, Δημήτριο Τζιούβα και Ιωάννη Μπαλιτσάρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 5 Οκτωβρίου 2016, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαΐδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου .......... ή ........ . του ........., κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Αμφισσας, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Τσαλικίδη, για αναίρεση της υπ'αριθμ. 383,449,450/2015 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών. Με συγκατηγορούμενο τον .......... του .........
Το Πενταμελές Εφετείο Πατρών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 31 Δεκεμβρίου 2015 αίτησή του
αναιρέσεως, μετά των από 10 Μαρτίου 2016 και 19 Σεπτεμβρίου 2016 προσθέτων λόγων, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 228/2016.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και οι επ'αυτής πρόσθετοι λόγοι.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις του άρθρου 474 παρ. 1 και 2 Κ.Π.Δ, προκύπτει ότι, με την επιφύλαξη της διατάξεως...
της παρ. 2 του άρθρου 473, το ένδικο μέσο της αναιρέσεως κατά της καταδικαστικής αποφάσεως ασκείται με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση (ή το βούλευμα) ή στο γραμματέα του Ειρηνοδικείου ή στον προϊστάμενο της προξενικής αρχής που βρίσκεται στο εξωτερικό και στην περιφέρεια των οποίων κατοικεί ή διαμένει προσωρινά ο δικαιούμενος. Αν αυτός κρατείται στη φυλακή, η δήλωση μπορεί να γίνει και σε εκείνον που τη διευθύνει. Για τη δήλωση συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από εκείνον που την υποβάλλει ή τον αντιπρόσωπο του (άρθρ. 465 παρ. 1) και από εκείνον που τη δέχεται. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 507 παρ. 1 και 473 παρ. 1 Κ.Π.Δ, η προθεσμία για την άσκηση αναιρέσεως, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 473, η προθεσμία για την άσκηση της αναιρέσεως αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωρηθεί καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο που τηρείται στη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου.
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 474 παρ. 2 ΚΠΔ στην έκθεση (ασκήσεως του ενδίκου μέσου), πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται το ένδικο μέσο". Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 462 ιδίου Κώδικα, προκύπτει ότι προϋπόθεση του κύρους της αιτήσεως αναιρέσεως κατά της αποφάσεως είναι να περιέχεται σε αυτή ισχυρός λόγος αναιρέσεως εκ των διαλαμβανομένων περιοριστικώς στο άρθρο 510 ίδιου Κώδικα. Σε κάθε περίπτωση ο λόγος αυτός πρέπει να είναι διατυπωμένος κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, διότι διαφορετικά η αίτηση είναι απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠΔ. Απλή παράθεση του κείμενου της σχετικής διατάξεως που προβλέπει το λόγο αναιρέσεως, χωρίς αναφορά των περιστατικών που θεμελιώνουν την επικαλούμενη πλημμέλεια, δεν αρκεί. Περαιτέρω από τα άρθρα 476 παρ. 1, 509 παρ. 2 και 513 παρ. 1, συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για το παραδεκτό των πρόσθετων λόγων αναίρεσης, είναι το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης. Εάν αυτή είναι απαράδεκτη, εκτός άλλων λόγων και διότι είναι αόριστοι και ασαφείς οι λόγοι της, τότε είναι απαράδεκτοι καΐσατρόσθετοι λόγοι αναίρεσης και δεν επιτρέπεται με αυτούς ούτε ακόμη και διασαφήνιση, ανάπτυξη ή συμπλήρωση των αόριστων και ασαφών λόγων της αίτησης αναίρεσης. Συνεπώς, αν δεν υπάρχει τουλάχιστον ένας ορισμένος λόγος αναιρέσεως, δεν ερευνώνται οι πρόσθετοι λόγοι, ακόμη και αν είναι από εκείνους που κατά το άρθρο 511 λαμβάνονται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, διότι σε μια τέτοια περίπτωση δεν υπάρχει αναίρεση (ολ.ΑΠ 19/2001 ΑΠ ολ. 2/2002).
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ο δικαιούμενος σε άσκηση αναιρέσεως κατ'αποφάσεως ασκεί αυτήν με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή με δήλωση στο διευθυντή των φυλακών, όπου ο δικαιούμενος σε αναίρεση κρατείται, για την οποία συντάσσεται έκθεση, στην οποία διατυπώνονται οι λόγοι ασκήσεως του ενδίκου μέσου και υπογράφεται από εκείνον που την υποβάλλει ή τον αντιπρόσωπο του και εκείνον που την δέχεται και όχι με δικόγραφο που κατατίθεται ή εγχειρίζεται στο γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή στο διευθυντή των φυλακών όπου κρατείται ο αναιρεσείων, έστω και αν για την κατάθεση ή εγχείρηση του δικογράφου αυτού ο γραμματεύς ή ο διευθυντής των φυλακών συνέταξε έκθεση με τον τρόπο που ορίζουν οι διατάξεις των άρθρων 148 έως 153 ΚΠοινΔ. Και τούτο διότι οι άνω διατάξεις του ΚποινΔ, περί του τρόπου ασκήσεως του ενδίκου μέσου, επομένως και της αναιρέσεως ως ειδικές κατισχύουν της γενικής διατάξεως του άρθρου 74 ΚποινΔ κατά την οποία οι αιτήσεις και δηλώσεις των κρατουμένων κατηγορουμένων υποβάλλονται δια εγγράφου εγχειριζομένου στο διευθυντή του καταστήματος συντασσομένης εκθέσεως, διαβιβάζονται δε αυτές αμέσως προς την αρμόδια αρχή, ως προς δε τα αποτελέσματα αυτών θεωρούνται ως να είχαν ληφθεί απ ευθείας παρά της αρμοδίας αρχής. Εξ'άλλου κατ'άρθρα 476 παρ. 1 ΚΠΔ, όταν το ένδικο μέσο ... ασκήθηκε χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από το νόμο για την άσκησή του ... το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και κατ'άρθρ. 513 παρ. 1 αν υπάρχει περίπτωση απαραδέκτου κατά το άρθρο 476, το δικαστήριο του Αρείου Πάγου απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης ως απαράδεκτη.
Στην προκειμένη περίπτωση, στις 31-12-2015 ο αναιρεσείων, κρατούμενος στο κατάστημα Κράτησης Άμφισσας, εμφανίσθηκε ενώπιον του Διευθυντή του παραπάνω καταστήματος Ι.............. και δήλωσε κατά λέξη ότι ασκεί αναίρεση «κατά της υπ'αριθμ. 383,449-450/22-12-2015 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών, με την οποία καταδικάσθηκε σε ποινή καθείρξεως είκοσι έξι (26) ετών, με εκτιτέα ποινή είκοσι πέντε (25) έτη και χρηματική ποινή είκοσι οκτώ (28.000,00) ευρώ, για την αξιόποινη πράξη της απλής συνέργειας σε μεταφορά και προώθηση σε έδαφος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είκοσι δύο (22) αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών, χωρίς την επιβαρυντική περίσταση κινδύνου για ανθρώπινη ζωή, για τους παρακάτω λόγους που αναφέρονται στην επισυναπτόμενη αίτησή του και ορίζει αντίκλητο του, τον Πέτρο Μαντούβαλο, δικηγόρο Δ.Σ. Πειραιά». Για τα παραπάνω συντάχθηκε η με αριθμό 52/31-12-2015 έκθεση αναίρεσης η οποία υπογράφεται από τον αναιρεσείοντα και από τον διευθυντή του καταστήματος Κράτησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 474 παρ. 1 ΚΠΔ. Η επισυναπτόμενη δε αίτηση, όπως αναφέρεται στην έκθεση αναίρεσης υπογράφεται μόνο από τον αναιρεσείοντα και όχι και από τον διευθυντή του καταστήματος, ούτε αναφέρεται ότι αποτελεί «ενιαίο σώμα» με την έκθεσηΕπομένως η αίτηση αναιρέσεως η οποία δεν περιέχει κανένα λόγο από τους αναφερόμενους στο άρθρο 510 παρ. 1 Δ ΚΠΔ είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη σύμφωνα με τα εκτεθέντα. Ακολούθως ο αναιρεσείων κατέθεσε στις 10-3-2016 στο κατάστημα κράτησης το με αριθμ. πρωτ. 2473/10-3-2016 «δικόγραφο προσθέτων λόγων αναίρεσης» το οποίο διαβιβάσθηκε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου με το 2473/10-3-2016 έγγραφο του Προϊσταμένου Δ/νσης του κ. Κράτησης Αμφισσας............... από υπηρεσιακή υποχρέωση έλαβε δε αρ. Γεν. Πρωτ. 2310/22-3-2016 στην Εισαγγελία Αρείου Πάγου. Επίσης κατατέθηκαν στις 19-9-2016 στην γραμματεία του Αρείου Πάγου οι από 19-9-2016 πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης, δια του εξουσιοδοτημένου δικηγόρου του αναιρεσείοντος Εμμανουήλ ΤσαλικίδηΌμως τα δύο αυτά δικόγραφα προσθέτων λόγων δεν είναι παραδεκτά καθόσον δεν υφίσταται παραδεκτή αίτηση αναιρέσεως και ως εκ τούτου είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα και δεν ερευνώνται περαιτέρω, σύμφωνα με τα επίσης εκτεθέντα.
Ενόψει των ανωτέρω έτσι όπως ασκήθηκε η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, με τη σύνταξη μεν εκθέσεως από το διευθυντή των φυλακών όπου κρατείται ο αναιρεσείων στην οποία όμως δεν δηλώνοντο και οι αναιρετικοί λόγοι, δεν τηρήθηκαν οι ως άνω επιβαλλόμενες διατυπώσεις από το νόμο για την άσκηση της και τυγχάνει απαράδεκτη και κατά συνέπεια και οι πρόσθετοι λόγοι £πίσης δεν ασκήθηκαν παραδεκτώς και αφού ο κατηγορούμενος κλήθηκε για την παρούσα δικάσιμο^θα πρέπει να απορριφθεί αυτή ως απαράδεκτη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (αρ. 476 παρ. 1, 583 παρ. 1 ΚποινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 31-12-2015 με αριθμό εκθέσεως αναίρεσης 52/2016 καθώς και τους από 10-3-2016 και 19-9-2016 προσθέτους λόγους για αναίρεση της με αριθμούς 383,449-450/22-12-2015 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών, Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Οκτωβρίου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                    Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 10 Νοεμβρίου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                   Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ





ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 

Δικαστήριο:ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
Τόπος:ΑΘΗΝΑ
Αριθ. Απόφασης:293
Ετος:2017

Όροι θησαυρού:ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ ΑΝΑΙΡΕΣΗ (ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ)
Περίληψη
Απαράδεκτη αναίρεση - Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου -. Για να είναι παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης πρέπει στη δήλωση άσκησής της να περιέχονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, οι λόγοι αναίρεσης. Παραδεκτή συμπλήρωση με παραπομπή σε λόγους αναίρεσης, που περιέχονται σε άλλο έγγραφο, υπάρχει μόνο όταν η έκθεση περιέχει ρητή αναφορά στο σχετικό έγγραφο και φέρει, ανάμεσα στα άλλα και υπογραφή του αρμόδιου υπαλλήλου. Η τυχόν έλλειψη υπογραφής του αρμόδιου γραμματέα στο προσαρτημένο έγγραφο μπορεί να αναπληρώνεται από άλλο στοιχείο, που πιστοποιεί τη διαδικαστική σύνδεση και ενοποίηση του με την έκθεση αναίρεσης, χωρίς η έλλειψη αυτή να καθιστά την έκθεση απαράδεκτη. Εσφαλμένα θεώρησε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ότι η αίτηση αναίρεσης είναι απαράδεκτη ως αόριστη. Η αίτηση στην οποία περιλαμβάνονται λόγοι αναίρεσης και η έκθεση αναίρεσης αποτελούν ενιαίο κείμενο αφού υπάρχουν υπογραφές από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος και τον Γραμματέα του Εφετείου.

Κείμενο Απόφασης
Αριθμός 293/2017
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Καπελούζο-Εισηγητή, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα και Γεώργιο Παπαηλιάδη, Αρεοπαγίτες.
    Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Φεβρουαρίου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ιωάννη Κωνσταντινόπουλου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Ε. Π. του Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Παναγόπουλου, για αναίρεση της υπ'αριθ. 6444/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαρτίου 2016 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 527/2016.
    Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
    ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 148 έως 153, 473 παρ. 2, 474 παρ. 1-2, 476 παρ.1, 484 παρ.1, 509 παρ.1-2, 510 και 513 παρ.1 ΚΠοινΔ προκύπτει ότι για να είναι παραδεκτή η αίτηση αναιρέσεως κατά βουλεύματος ή αποφάσεως, πρέπει στη δήλωση ασκήσεώς της να περιέχονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, οι λόγοι αναιρέσεως. Διαφορετικά, αν δεν περιέχεται ένας τουλάχιστον από τους λόγους αναιρέσεως που αναφέρονται περιοριστικά στα άρθρα 484 και 510 ΚΠοινΔ, η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Δεν αρκεί απλή επανάληψη του κειμένου της διατάξεως, που προβλέπει που θεμελιώνουν την προβαλλόμενη αιτίαση και χωρίς προσδιορισμό της επικαλούμενης νομικής πλημμέλειας. Δεν επιτρέπεται η συμπλήρωση αόριστου λόγου αναιρέσεως με παραπομπή σε άλλα έγγραφα ή με άσκηση προσθέτων λόγων αναιρέσεως, οι οποίοι προϋποθέτουν, κατά το άρθρο 509 παρ. 2 ΚΠοινΔ, την άσκηση παραδεκτής αιτήσεως αναιρέσεως (Ολ.ΑΠ 2/2002,19/2001). Παραδεκτή συμπλήρωση με παραπομπή σε λόγους αναιρέσεως, που περιέχονται σε άλλο έγγραφο, υπάρχει μόνο όταν η έκθεση περιέχει ρητή αναφορά στο σχετικό έγγραφο, που είναι προσαρτημένο σ' αυτή και φέρει την υπογραφή του αναιρεσείοντος ή του πληρεξουσίου συνηγόρου του και του αρμόδιου υπαλλήλου-γραμματέως, οπότε αυτό συναποτελεί με την έκθεση αναιρέσεως αναπόσπαστο και ενιαίο ολικό κείμενο αναιρετικών λόγων κατά του προσβαλλόμενου βουλεύματος ή της προσβαλλόμενης αποφάσεως.
     Η τυχόν έλλειψη υπογραφής του αρμόδιου γραμματέως στο προσαρτημένο έγγραφο μπορεί να αναπληρώνεται από άλλο στοιχείο, που πιστοποιεί τη διαδικαστική σύνδεση και ενοποίηση του με την έκθεση αναιρέσεως, χωρίς η έλλειψη αυτή να καθιστά την έκθεση απαράδεκτη, γεγονός που θα ενείχε άσκοπη τυπολατρία και θα προσέκρουε στην, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, καθώς και τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος, περαιτέρω δε θα περιόριζε δυσανάλογα το δικαίωμα προσβάσεως του κατηγορουμένου στο Ακυρωτικό Δικαστήριο. Περαιτέρω, είναι παραδεκτή η αναίρεση, κατ' άρθρο 504 παρ.2 ΚΠοινΔ και κατ' αποφάσεως δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, που απορρίπτει έφεση του κατηγορουμένου, κατά αποφάσεως πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, κηρύξαντος εαυτό αναρμόδιο καθ' ύλην. Εξ άλλου από την διάταξη του όρθρου 32 παρ.1 ΚΠοινΔ κατά την οποία καμία απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε δημόσια συνεδρίαση ή σε συμβούλιο ... δεν έχει κύρος εάν δεν ακουσθεί προηγουμένως ο εισαγγελέας, προκύπτει ότι εις ην περίπτωση ο εισαγγελέας δεν υπέβαλε πρόταση για τους λόγους αναιρέσεως, αλλ' εισήγαγε την υπόθεση στο δικαστήριο και επρότεινε απαράδεκτο της αιτήσεως αναιρέσεως, το δικαστήριο δεν εισέρχεται στην περαιτέρω κατ' ουσίαν έρευνα αυτής, μέχρις ότου υποβληθεί τέτοια εισαγγελική πρόταση.
    Στη προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση της 30/2016 κρινόμενης εκθέσεως αναιρέσεως προκύπτουν τα εξής: 1]στη πρώτη σελίδα αυτής α] αναγράφεται ότι οι λόγοι της αιτήσεως κατά της με αριθμό 6444/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών [με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, κηρύχθηκε καθ'ύλην αναρμόδιο το Δικαστήριο και παραπέμφθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών] αναφέρονται στη συνημμένη αίτηση, β] η έκθεση υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος και τον Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών,2]η συνημμένη πολυσέλιδη αίτηση περιέχει ουσιαστικούς αναιρετικούς λόγους.
    Συνεπώς, η αίτηση αυτή και η έκθεση αναιρέσεως αποτελούν ενιαίο κείμενο αναιρετικών λόγων, που παραδεκτά ασκήθηκε, αφού φέρει τις ως άνω υπογραφές. Όμως, ο εισαγγελέας θεωρώντας ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι αόριστη και δεν υποβλήθηκε νομότυπα, διότι δεν υπογράφεται και η συνημμένη αίτηση από τον Γραμματέα του Δικαστηρίου, δεν υπέβαλε πρόταση επί της ουσίας της αιτήσεως αναιρέσεως, αλλά εισήγαγε την υπόθεση, με πρόταση να κηρυχθεί απαράδεκτη η ως άνω αίτηση. Επομένως, το παρόν Δικαστήριο πρέπει να απόσχει από την περαιτέρω ουσιαστική έρευνα των λόγων της εν λόγω αιτήσεως αναιρέσεως προκειμένου αυτή να επανεισαχθεί στο ακροατήριο του μετά την σύνταξη σχετικής εισαγγελικής προτάσεως.
    ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απέχει να αποφανθεί επί των λόγων της με αριθμό 30/21-3-2016 αιτήσεως του Ε. Π., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 6444/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
    Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Φεβρουαρίου 2017.
    Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Φεβρουαρίου 2017.
    Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

     
                                   
Δικαστήριο:ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
Τόπος:ΑΘΗΝΑ
Αριθ. Απόφασης:35
Ετος:2014

Όροι θησαυρού:ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ ΑΝΑΙΡΕΣΗ (ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ)
Περίληψη


Απαράδεκτη αναίρεση -. Για το κύρος και κατ’ ακολουθίαν το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως κατά αποφάσεως πρέπει στη δήλωση της ασκήσεώς της να περιέχονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι για τους οποίους αυτή ασκείται. Απαραίτητη προϋπόθεση για να θεωρηθεί παραδεκτή η αίτηση αναιρέσεως, οι λόγοι της οποίας περιέχονται στο συνημμένο σ’` αυτήν υπόμνημα, το οποίο υπογράφεται από τον αναιρεσείοντα ή από τον αντιπρόσωπό του, όχι, όμως, και από το γραμματέα ή το διευθυντή της φυλακής ενώπιον του οποίου συντάχθηκε η οικεία έκθεση, ώστε να μην προσβάλλεται το δικαίωμα προσβάσεως του κατηγορουμένου στο δικαστήριο, το οποίο προστατεύεται από την διάταξη του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ, είναι να γίνεται στην έκθεση αναιρέσεως ειδική αναφορά στο υπόμνημα αυτό, οπότε τούτο, με μόνη την υπογραφή του αναιρεσείοντος, θεωρείται ότι αποτελεί ενιαίο σώμα με την έκθεση αναιρέσεως. Απορρίπτεται η αίτηση αναίρεσης ως απαράδεκτη.

Κείμενο Απόφασης


Αριθμός 35/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Γιαννακόπουλο - Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.

    Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις ...

Τρίτη 21 Αυγούστου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 125/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: ΚΑΘ' ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΕΠΙ ΑΓΩΓΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΑΜΟΙΒΗΣ, ΟΤΑΝ ΤΟ ΑΙΤΟΥΜΕΝΟ ΠΟΣΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΩΤΕΡΟ ΤΩΝ 20.000 ΕΥΡΩ.

Όμοια είναι και η 1037/2016 απόφαση του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ΕΔΩ




ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΑΜΟΙΒΩΝ
Αριθμός απόφασης: 125/2018
Αριθμός κατάθεσης αγωγής: 1113/6/2017
Αριθμός κατάθεσης κλήσης: 549722/168/2017
 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(Ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών - Διαφορές από αμοιβές)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευτυχία Κατσά, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρι­σε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Γεωργία Σταφίδα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 9 Ιανουαρίου 2018, για να δικάσει την από 03.01.2017 αγωγή και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 1113/6/2017 αγωγή, η οποία επανα­φέρεται προς συζήτηση με την από 19.06.2017 με αριθμό κατάθεσης 549722/168/2017 κλήση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΤΣΑΣ: Της δικηγορικής εταιρείας με την επωνυμία «………………», που ε­δρεύει στην …………… (οδός ……………αριθμ……..) και εκπροσωπείται νόμιμα (AM ΔΣΑ ………….) με ΑΦΜ …….. Δ.Ο.Υ ………, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της ……………. (A.M. Δ.Σ.Α. …………), και κατέθεσε προτάσεις.
TOT ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ………………., κατοίκου …………. (οδός ………….. αριθμ. ……), με ΑΦΜ …………….. Δ.Ο.Υ. Λαυρίου, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Εμμανουήλ Τσαλικίδη (A.M. Δ.Σ.Α. 14925) και κατέθεσε προτάσεις.
Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 03.01.2017 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 1113/6/2017, προσδιορί­στηκε για τη δικάσιμο της 04.04.2017 κατά την οποία η συζήτηση της αγωγής ματαιώθηκε. Ήδη, η αγωγή επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 19.01.2017 κλήση, η οποία κατατέ­θηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 549722/168/2017 προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης που εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, οι πληρε­ξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, αναφέρθηκαν στις προ­τάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.  Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 14,15 και 16 του ΚΠοΛΔ προκύπτει ότι στην εξαιρετική καθ' ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου υπάγονται και οι διαφορές που αφορούν τις απαιτήσεις των δικηγόρων για τις αμοιβές και τα έξοδα τους εφόσον πρόκειται για υπηρεσίες σε δίκες στο Ειρηνοδικείο ή στο Πταισματοδικείο, στη βασική δε αρμοδιότητα αυτών οι διαφορές για απαιτήσεις που μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήματα και η αξία του αντικειμένου τους δεν υπερβαίνει τις 20.000,00 ευρώ. Εξάλλου στην εξαιρετική καθ' ύλην αρ­μοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται οι διαφορές από απαιτήσεις δικηγόρων και αν η αξία της αντικειμένου τους υπερβαίνει τις 250.000,00 ευρώ, ήτοι έστω και αν πρόκει­ται για διαφορές που άλλως θα υπάγονταν στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, όχι όμως και διαφορές της άνω κατηγορίας αξίας μέχρις 20.000,00 ευρώ, οι ο­ποίες υπάγονται στην τακτική καθ' ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, αφού η εξαιρετική αυτή αρμοδιότητα (του άρθρου 16) καθιερώνεται μόνο σε βάρος της καθ' ύλην αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, όχι όμως και αυτής του Ειρηνοδικείου (ΑΠ 1162/2001 ΝοΒ 2002,1838, ΜΠρΘεσ 29592/2011 Αρμ 2011, 1869, Μαργαρίτης Μ., Ερμηνεία ΚΠολΔ, τομ. I, εκδ. 2012, άρθρο 16, αριθ. 14, σελ. 50-51).
2.                        Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα...

Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ,ΜΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ Ή ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ , ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ ΕΙΣ ΧΕΙΡΑΣ ΤΡΙΤΟΥ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΚΠοΛΔ) ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ (ΚΕΔΕ).


Αποτέλεσμα εικόνας για κατασχεση εισ χειρασ τριτου   Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, η συνέπεια είναι όχι ότι ο οφειλέτης του καθ' ου η κατάσχεση  υποχρεούται να εξοφλήσει την οφειλή του στον καθ' ου η κατάσχεση και δανειστή του , αλλά ότι υποχρεούται να κρατήσει το κατασχεθέν ποσό εις χείρας του, ως μεσεγγυούχος , μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής.
   Τα παραπάνω ισχύουν και επί μισθωμάτων, αφού αντικείμενο της κατάσχεσης μπορεί να είναι και χρηματική απαίτηση μέλλουσα, που τελεί  υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία, αρκεί κατά την κατάσχεση να υφίσταται η έννομη σχέση από την οποία απορρέει. 
  Τα παραπάνω γίνονται δεκτά , α) ως προς την αναστολή ,που χορηγείται με βάση τον ΚΠολΔ,  λόγω της απαγόρευσης διάθεσης του ποσού που κατασχέθηκε εις χείρας τρίτου, η οποία δεν επηρεάζεται από την αναστολή και β) ως προς την αναστολή, που χορηγείται σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ, λόγω του ότι η αναστολή μίας διοικητικής πράξης δεν αναστέλλει την ισχύ της αλλά απλώς αδρανοποιεί προσωρινά την δυνατότητα της διοίκησης προς πραγμάτωση του περιεχομένου της στο πλαίσιο  του διοικητικού καταναγκασμού, μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί του κυρίου ενδίκου βοηθήματος (προσφυγής, ανακοπής κλπ).  
    Σχετικές με τα παραπάνω είναι, καθόσον αφορά την εφαρμογή του ΚΠολΔ ,  η  7269/2004 του Εφετείου Αθηνών και καθ' όσον αφορά την εφαρμογή του  ΚΕΔΕ η ΠΟΛ 1175/7.8.2015, με την οποία κοινοποιήθηκε η υπ' αριθμό 341/2014 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), που έγινε δεκτή από την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, όλα δε τα παραπάνω αναφερόμενα κείμενα παρατίθενται αμέσως παρακάτω.

7269/2004 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Δικαστήριο:
ΕΦΕΤΕΙΟ
Τόπος:
ΑΘΗΝΑ
Αριθ. Απόφασης:
7269
Ετος:
2004



Περίληψη
Εκτέλεση -. Κατάσχεση μισθωμάτων στα χέρια του τρίτου-μισθωτή. Συνέπεια αναστολής εκτέλεσης. Εφαρμογή άρθ. 281 ΑΚ στην αναγκαστική εκτέλεση.
Κείμενο Απόφασης
(Απόσπασμα) ... Κατά το άρθρο 982 § 1 ΚΠολΔ μπορούν να κατασχεθούν χρηματικές απαιτήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση κατά τρίτων μη εξαρτώμενες από αντιπαροχή, β) κινητά πράγματα που βρίσκονται στα χέρια τρίτου. Γίνεται δεκτό από τη θεωρία και την νομολογία ότι αντικείμενο της κατασχέσεως στα χέρια τρίτου μπορεί να είναι και απαίτηση μέλλουσα ή υπό αίρεση ή προθεσμία. Απαιτείται, όμως στο χρόνο επιβολής της κατασχέσεως στα χέρια τρίτου, να υπάρχει η έννομη σχέση (π.χ. εντολή, εταιρεία, μίσθωση, χρησιδάνειο, παρακαταθήκη), από την οποία ως αιτία δικαιογόνο, θα προκύψει η μελλοντική χρηματική απαίτηση, η οποία, ωστόσο, μπορεί κατά τον παραπάνω χρόνο να προσδιορισθεί κατά το είδος της και κατά το πρόσωπο του οφειλέτη, όχι δε απαραιτήτως και κατά το ποσό της (ΕφΑθ 3416/1990 ΕλΔ 32.1026, ΕφΑθ 2883/1979 ΝοΒ 27.1134, ΕφΑθ 6431/1975 Αρμ 35.518, ΕφΑθ 557/1970 Αρμ 24.717, Π. Γέσιου - Φάλτση, Αναγκ. Εκτελ. Ειδ. μέρος έκδ. 2001 σελ. 329, Μπρίνιας, Αναγκ. Εκτελ. τομ. Β΄ 1987 παρ. 183 σελ. 498 επ., ο ίδιος, Αναγκ. Εκτελ. τομ. Γ΄ εκδ. 1980 άρθ. 982 σελ. 1240). Εξάλλου, η αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας, η οποία διατάσσεται, ύστερα από αίτηση του ανακόπτοντος, είτε με δικαστική απόφαση είτε με προσωρινή διαταγή (σημείωμα), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 938 §§ 1 και 2 ΚΠολΔ, έχει ως συνέπεια την απαγόρευση ενέργειας οποιασδήποτε πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 939 § 2 ΚΠολΔ). Οι πράξεις εκτελέσεως που επιχειρήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος της αναστολής δεν θίγονται, ούτε επηρεάζονται από την αναστολή οι έννομες συνέπειες που αυτές ήδη προκάλεσαν, όπως π.χ. εξακολουθεί να ισχύει η απαγόρευση διαθέσεως, οι απαγορεύσεις διαθέσεως των άρθρων 958 και 997 ΚΠολΔ (βλ. Π. Γέσιου - Φάλτση, Αναγκ. εκτελ. γεν. μέρος εκδ. 1998 σελ. 372, Μπρίνια, Αναγκ. εκτελ. τομ. Α΄ εκδ. Β΄ σελ. 541).
Στην προκείμενη περίπτωση, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται, με την ένδικη ανακοπή της, ότι στις 19.6.2002 της κοινοποιήθηκε, με την επίσπευση της καθής η ανακοπή, αντίγραφο απογράφου της με αριθμό καταθέσεως 4279/2001 δήλωσης της ως τρίτης στο Ειρηνοδικείο Αθηνών περί υπάρξεως στα χέρια της των απαιτήσεων της εταιρείας με την επωνυμία «MANOS TRAVEL SYSTEM A.E. ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ» (οφειλέτριας της καθής η ανακοπή) από μελλοντικά μισθώματα των μηνών Ιανουαρίου έως Μαΐου 2002 τα οποία όφειλε (η ανακόπτουσα) στην ως άνω εταιρεία από μισθωτική σχέση που τις συνέδεε, με επιταγή κάτω από αντίγραφο του, ως άνω, απογράφου. Ότι με την επιταγή αυτή επιτάχθηκε να της καταβάλει το ποσό των 34.336,01 ευρώ που αντιστοιχεί προς τα παραπάνω μισθώματα και τα μέχρι τότε έξοδα εκτελέσεως και ότι τα μισθώματα είχαν κατασχεθεί στα χέρια της στις 18.12.2001 από την καθής η ανακοπή με βάση την υπ' αριθ. 6317/2001 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία είχε εκδοθεί εις βάρος της παραπάνω εκμισθώτριας. Ζήτησε δε να ακυρωθεί η αναγκαστική εκτέλεση που άρχισε με την ως άνω, επιταγή, εκτός άλλων, και για τους λόγους ότι τα ...

Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 344/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: 1) ΣΤΗΝ ΜΙΣΘΩΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΥΠΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΤΟΥ ΕΚΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ,ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ, 2) ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΕ ΔΙΑΘΗΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ ΤΟΥ ΜΙΣΘΙΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ , ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΠΟΥ ΩΣ EKΜΙΣΘΩΤΗΣ ΑΣΚΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΜΙΣΘΩΜΑΤΩΝ, ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ , ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ Η ΑΓΩΓΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ, ΩΣ ΑΟΡΙΣΤΗ, 3) ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΜΙΣΘΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΗΡΑ. ΤΕΤΟΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΕΚΜΙΣΘΩΤΗ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΜΙΣΘΩΤΡΙΑ ΩΣ ΕΚΜΙΣΘΩΤΡΙΑ Η ΣΥΖΥΓΟΣ ΤΟΥ ΕΚΜΙΣΘΩΤΗ ΚΑΙ Η ΜΙΣΘΩΤΡΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΩΣ ΕΚΜΙΣΘΩΤΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΑΛΕΙ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΟ ΜΙΣΘΩΜΑ. Η ΝΕΑ ΜΙΣΘΩΣΗ ΚΑΤΑΡΤΙΖΕΤΑΙ ΣΙΩΠΗΡΑ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΜΙΣΘΩΣΗΣ, 4) ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΜΙΣΘΩΜΑΤΩΝ, 5) ΜΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΜΙΣΘΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΡΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ,ΟΤΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ, 6) ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΟΣΟ ΔΙΑΡΚΕΙ Η ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΟΥ , 7) ΑΟΡΙΣΤΙΑ ΕΝΣΤΑΣΗΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΙΣΘΩΜΑΤΑ, ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΣΥΜΦΩΝΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΔΟΘΗΚΗ Η ΕΓΓΥΗΣΗ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΝΟΙΚΙΑΣΗ



ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΜΙΣΘΩΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης
344 /2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κουλούρη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Βικτωρία Χελιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 27 Ιανουαρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας: ……………………………., κατοίκου ……………, οδός ……………, με ΑΦΜ ……………., η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Των εναγόμενων: 1) Εταιρείας με την επωνυμία «……………», η οποία βρίσκεται σε εκκαθάριση, εδρεύει σ……….(οδός …………. αρ. ……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) ……………. του ………….. και 3) ……………….., αμφότερων κατοίκων …………………… (περιοχή ………………), από τους οποίους η 1η παραστάθηκε διά και οι λοιποί μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Ανδρέα Μπαζούρου.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από …………. αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό καταθ. δικογράφου ……………… και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τα άρθρα 574, 612 παρ. 1 και 1710 ΑΚ προκύπτει ότι η μισθωτική σχέση είναι κληρονομητή και κατά συνέπεια σε περίπτωση θανάτου του εκμισθωτή στη μισθωτική σχέση υπεισέρχονται οι κληρονόμοι του (εκ διαθήκης ή εξ αδιαθέτου) μόλις αποδεχθούν την κληρονομιά (άρθρα 1846, 1847, 1850, 1857 και 1940 ΑΚ) χωρίς να χρειάζεται και η προηγούμενη μεταγραφή της δήλωσης αποδοχής, αφού πρόκειται για κτήση ενοχικής σχέσης και όχι κυριότητας (άρθρα 1846 σε συνδ. με 1192 και 1198 ΑΚ, ΕφΑθ 2923/2009 ΕΔΙΚΠΟΛΥΚ 2009.383). Περαιτέρω για την κατάρτιση της συμβάσεως μισθώσεως απαιτείται, όπως για κάθε σύμβαση, να συμπέσουν οι βουλήσεις των συμβαλλομένων στα στοιχεία αυτής, και ειδικότερα στο μίσθιο και στο μίσθωμα, αλλά και στα λοιπά στοιχεία - όρους αυτής (άρθρα 185, 189, 192, 193 και 194 ΑΚ). Η μίσθωση συνήθως καταρτίζεται ρητά, δεν αποκλείεται, όμως, και σιωπηρή σύναψη αυτής, εφ' όσον από τον νόμο δεν ορίζονται ορισμένες διατυπώσεις για την κατάρτισή της, όπως όταν πρόκειται για το Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ, γιατί τότε σιωπηρή κατάρτιση της μισθώσεως δεν είναι νόμιμη και δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα (Χ. Παπαδάκης Αγωγές απόδοσης μισθίου εκδ. 2η παρ. 22 και 26). Περαιτέρω, στο περί μισθώσεων κεφάλαιο του ΑΚ δεν ορίζεται τίποτε σχετικό με τον τύπο της μισθώσεως συμβάσεως και συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 158 ΑΚ η σύμβαση μισθώσεως κινητού ή ακινήτου δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε τύπο. Ο κανόνας του ατύπου επικρατεί και στις προστατευόμενες από  τον ν. 813/1978 μισθώσεις, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ισχύουν ειδικές διατάξεις (Δημόσιο κλπ), οπότε οι διατυπώσεις που προβλέπονται από αυτές τηρούνται και εδώ (Χ. Παπαδάκης ο.π. παρ. 48 και 52, ΕφΠειρ 839/2000 ΕλλΔνη 2001.804). Τέλος για να θεωρηθεί οποιαδήποτε αγωγή σαφής και ορισμένη κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ, πρέπει να περιέχει, εκτός από τα τυπικό στοιχεία που ορίζουν τα άρθρα 117-118 του ιδίου Κώδικα, έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγόμενου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα, χωρίς την χρήση πανηγυρικών ή τυποποιημένων εκφράσεων που απαιτεί ο νόμος για την πληρότητα του δικογράφου (ΑΠ 548/2000 ΕλλΔνη 41.1616). Ειδικά, για τη θεμελίωση και το ορισμένο της αγωγής με την οποία ο εκμισθωτής ζητεί την καταβολή του μισθώματος (άρθρα. 574 και 595 ΑΚ), πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο α) η σύμβαση μισθώσεως πράγματος και ειδικότερα ο τόπος και ο χρόνος συνάψεως αυτής, οι συμβαλλόμενοι, το μίσθιο, το μίσθωμα και ο χρόνος καταβολής αυτού, καθώς και ο χρόνος διάρκειας της μισθώσεως, β) η γενομένη εκ μέρους του μισθωτή χρήση του μισθίου και γ) η υπερημερία του μισθωτή περί την καταβολή του μισθώματος (ΕφΠατρ 445/2002 ΑΧΑΝΟΜ 2003.51, Ζέππος, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο σελ. 175-178, Ραψομα νίκης, στον ΑΚ Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, άρθρο. 574 αρ. 1,6-21 και άρθρο. 595-596 αρ. 1).
Με την υπό κρίση αγωγή, ...

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018

ΠΑΡΑΤΕΙΝΕΤΑΙ ΕΠΙ ΕΝΝΕΑ (9) ΜΗΝΕΣ Η ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΟΡΙΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΤΩΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ , Η ΕΝΑΡΞΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ ΤΟ ΕΤΟΣ 2004.

Αποτέλεσμα εικόνας για κτηματολογικο γραφειοΚαι συνακόλουθα παρατείνεται και η προθεσμία, για την άσκηση αιτήσεων και αγωγών για την διόρθωση τυχόν εσφαλμένων κτηματολογικών εγγραφών.

    Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 116/Α/2.7.2018) ο νόμος 4551/2018 , το άρθρο 18 του οποίου ορίζει:

"Άρθρο 18 Παράταση προθεσμίας οριστικοποίησης πρώτων εγγραφών Κτηματολογίου Η προθεσμία της περίπτωσης β΄ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 (Α΄ 275) παρατείνεται για χρονικό διάστημα εννέα (9) μηνών αποκλειστικά για τις περιοχές στις οποίες λήγει εντός του έτους 2018. Η ισχύς του προηγούμενου εδαφίου αρχίζει από τις 3.1.2018."
     Κατόπιν αυτού , η προθεσμία για την οριστικοποίηση των πρώτων εγγραφών των  Κτηματολογικών Γραφείων, η λειτουργία των οποίων έχει αρχίσει  το έτος 2004  και η προθεσμία οριστικοποίησης των πρώτων εγγραφών τους, σύμφωνα με το άρθρο 6, παρ. 2 περ. β του Ν. 2664/1998, όπως ισχύει σήμερα,  λήγει εντός του έτους 2018, με την συμπλήρωση 14 ετών  από την έναρξη λειτουργίας καθ' ενός από αυτά τα  Κτηματολογικά  Γραφεία ,  παρατείνεται επί εννέα (9) μήνες, εξυπακούεται από τον χρόνο της προβλεπόμενης λήξεως της προθεσμίας  αυτής για κάθε Κτηματολογικό Γραφείο και όχι από την 3.1.2018, που ορίζεται αναδρομικά ως χρόνος έναρξης της παραπάνω διάταξης. 
Κατάλογο των λειτουργούντων Κτηματολογικών Γραφείων θα βρείτε ΕΔΩ , όπου παρατίθεται και ο χρόνος έναρξης λειτουργίας

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 2415/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ- 1) ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΙΚΗΣ Ή ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ 2) ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΛΕΥΡΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ 3) ΔΕΝ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΑΟΡΙΣΤΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Η ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΟΥ ΕΜΒΑΔΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΞ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΑ, ΟΤΑΝ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΥΤΑ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΟΡΘΑ ΣΕ ΑΛΛΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΔΙΑΤΑΚΤΙΚΟ ΤΗΣ, ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΝΑ ΜΗΝ ΑΦΗΝΕΤΑΙ ΚΑΜΙΑ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΥΤΑ 4) Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΣΕ ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΑΞΙΟΥΝΤΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΕΚ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ , ΩΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΑΥΤΟΥ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ, ΔΕΝ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΕΜΦΑΝΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΝΟΜΗΣ , ΑΝ ΔΕΝ ΣΥΝΔΥΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕ ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΕΜΦΑΝΕΙΣ ΥΛΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕ ΠΡΟΘΕΣΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΑΥΤΟΥ


2415/2018
 ΤΜΗΜΑ: 8ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Τόμου. Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Καλλιόπη Παπαζαφείρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Παραθεριστικού και Οικοδομικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «..........................», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του 
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: .................... του ..........., κατοίκου Γλυφάδας Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ.
Ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 18 Οκτωβρίου 2011 αγωγή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 13456/2011, ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Ο αντενάγων ..................., με την από 22 Νοεμβρίου 2011 ανταγωγή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 16404/2011, ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ'αυτήν.
Ο προσεπικαλών ......................., με την από 23 Νοεμβρίου 2011 προσεπίκλησή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό 14931/201 1, ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ' αριθμόν 3084/2012 οριστική του απόφαση με την οποία έταξε όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εκκαλών, με την από 28 Ιουλίου 2014 έφεσή του προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό 5214/2014.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις του και παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε.




     I. Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η από 28-7- 2014 (αριθ. κατάθ. 5214/2014) έφεση του ενάγοντος-αντεναγόμενου Παραθεριστικού και Οικοδομικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «.....................» κατά της 3084/2012 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 18-10- 2011 (αριθ. κατάθ. 179777/13456/2011) αγωγής του ήδη εκκαλούντος και της συνεκδικαζόμενης από 22-11-2011 (με αριθμ. καταθ. 203025/14604/23-11-2011) ανταγωγής του ήδη εφεσιβλήτου, .................. Η έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης, ούτε παρήλθε τριετία από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2, όπως ίσχυε τότε, του ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 524, 532 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφόσον έχουν κατατεθεί από τον εκκαλούντα και τα νόμιμα παράβολα (που επισυνάπτονται σ' αυτήν και για την κατάθεση των οποίων συντάχθηκε η από 28-7-2014 πράξη κατάθεσης του αρμοδίου γραμματέα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου) για το παραδεκτό της άσκησής της, κατ' άρθρο 495 παρ.4 εδ. α', β' του Κ.Πολ.Δ., όπως προστέθηκαν με το άρθρο 12 παρ.2 ν.4055/2012 και 93Ν. 4139/2013.
II. Ο ενάγων συνεταιρισμός, ήδη εκκαλών, με την απευθυνόμενη στο Mονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, από 18-10-2011 (αριθ. κατάθ. 179777/13456/2011) αγωγή του εξέθεσε ότι δυνάμει του νόμιμα μεταγεγραμμενου 8299/1973 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών .................................., απέκτησε την κυριότητα του περιγραφόμενου κατά θέση και έκταση μείζονος ακινήτου, συμπεριλαμβανομένου και του εδαφικού τμήματος έκτασης 5.198,85 τμ, όπως ειδικότερα περιγράφεται κατά όρια, καθώς και τη νομή του, η οποία του παραδόθηκε από τους μέχρι τότε νομείς. Ότι ο εναγόμενος παράνομα και χωρίς τη θέλησή του απέβαλε τον ενάγοντα από τη νομή του στο εδαφικό αυτό τμήμα, αξίας 50.000 ευρω και συγκεκριμένα το περιέφραξε αφαιρώντας και τις ενδεικτικές της ιδιοκτησίας του πινακίδες που είχε τοποθετήσει ο ίδιος ο συνεταιρισμός, αμφισβητώντας έτσι το δικαίωμα νομής του στο τμήμα αυτό. Με βάση το άνω ιστορικό ζήτησε, να αναγνωριστεί το δικαίωμα νομής του στο επίδικο εδαφικό τμήμα, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αποδώσει τη νομή του επ’ αυτού. Εξάλλου, ο.......................... ( εναγόμενος στην ανωτέρω αγωγή και ήδη εφεσίβλητος), με το από 22-11-2011 (με αριθμ. καταθ. 203025/14604/23-11- 2011) αυτοτελές δικόγραφο άσκησε ανταγωγή, ισχυριζόμενος ότι είναι (συγ)κύριος κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου (μετά της, μη διαδίκου, συζύγου του κυρίας κατά το υπόλοιπο ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου) του περιγραφόμενου λεπτομερώς κατά θέση και όρια ακινήτου (αγροτεμαχίου), έκτασης 2.683,32 τμ., αποτελούμενο από τα συνεχόμενα με αριθμ. 20 και 21 κατηγορίας Γ' κληροτεμάχια, που απέκτησε με παράγωγο τρόπο το πρώτο εξ αυτών και ειδικότερα με το νόμιμα μεταγραμμένο 15.871/2007 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών, ................., λόγω πώλησης, από τους ...... .................., ................ ............... και ........................, άλλως με τα προσόντα έκτακτης χρησικτησίας, καθόσον νέμεται αυτό ως ενιαία έκταση συνεχώς από το χρόνο αγοράς του και μετέπειτα, ασκώντας όλες τις πράξεις νομής που προσιδιάζουν στη  φύση του (επίβλεψη, συχνές επισκέψεις, εμβαδομέτρηση, συλλογή ελαιοκάρπου κλπ ), όπως και οι δικαιοπάροχοί του πριν από αυτόν, τουλάχιστον από το έτος 1957 ως προς το με αριθμ. 20 κληροτεμάχιο και από το έτος 1967 ως προς το επόμενο (αρ. 21) και δη καλλιέργεια, εποπτεία, επίβλεψη), άπαντες συνεχώς και αδιαλείπτως, όπως ειδικότερα αναφέρονται στην αγωγή και ότι με προσμέτρηση του χρόνου χρησικτησίας των δικαιοπαρόχων του, νέμεται το ανωτέρω ενιαίο ακίνητο για χρονικό διάστημα κατά πολύ μεγαλύτερο του απαιτούμενου (των 20 ετών) χρόνου μέχρι την άσκηση της αγωγής. Οτι ο αντεναγόμενος Συνεταιρισμός (ο οποίος είναι κύριος του όμορου, προς το βόρειο όριό του, ακινήτου), τον Φεβρουάριο του 2011, αμφισβητώντας την κυριότητα του αντενάγοντος, κατέλαβε, παράνομα και αυθαίρετα, την προπεριγραφόμενη λεπτομερώς εδαφική έκταση των 2.683,32 τμ. και εν συνεχεία την προσάρτησε στην όμορη, προς το βόρειο όριό του, κείμενη ιδιοκτησίας του . Με βάση αυτό το ιστορικό ο αντενάγων ζήτησε να αναγνωριστεί συγκύριος κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου (και η σύζυγος του κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου) του ως άνω ακινήτου (έκτασης 2.683,32 τμ), αξίας 90.000 ευρω και να καταδικαστεί ο αντεναγόμενος συνεταιρισμός τα δικαστικά του έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού συνεκδίκασε την άνω αγωγή αποβολής νομής και την ανταγωγή περί αναγνώρισης κυριότητας ακινήτου, δέχθηκε αυτές ως ουσιαστικά βάσιμες και δη α)όσον αφορά την αγωγή, αναγνώρισε τον ενάγοντα Συνεταιρισμό νομέα του ευρισκόμενου στη θέση «..................» της περιφέρειας της Κοινότητας .................., του τέως Δήμου .............., επίδικου εδαφικού τμήματος έκτασης των 5.198,85 τ.μ. όπως εμφαίνεται στο από μηνός Ιανουαρίου 2011 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ..................και υποχρέωσε τον εναγόμενο, ................, ν'αποδώσει στον ενάγοντα συνεταιρισμό τη νομή του ως άνω εδαφικού τμήματος και β) όσον αφορά την ανταγωγή, ανεγνώρισε τον αντενάγοντα, ................, συγκύριο κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου (και κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου τη σύζυγο του) της, ευρισκόμενης στη θέση «..................» της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας ................, του Δήμου ...................., επίδικης εδαφικής έκτασης των 2.683,32 τ.μ., όπως εμφαίνεται στο από μηνός Δεκεμβρίου 2005 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ................... Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο αντεναγόμενος συνεταιρισμός, με την ως άνω από 28-7-2014 έφεσή του, για τους λόγους που αναφέρονται σ' αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε να γίνει δεκτή και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση μόνο κατά το μέρος που αφορά την ασκηθείσα ανταγωγή, ώστε αυτή να απορριφθεί. Μετά ταύτα, επισημαίνεται, ότι το παρόν Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί με την ως άνω από 18-10- 2011 αγωγή του συνεταιρισμού, δεδομένου ότι, ως προς το κεφάλαιο αυτό, η εκκαλούμενη απόφαση δεν προσβάλλεται με την έφεση.
     III.-Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, για να είναι ορισμένη η αγωγή, πρέπει να περιέχει, εκτός των άλλων αναγκαίων στοιχείων, και ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, ώστε να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητα του. Προκειμένου για αγωγή αναγνωριστική ή διεκδικητική της κυριότητας ακινήτου, απαιτείται, για να είναι ακριβής η περιγραφή του ακινήτου, ώστε να μη γεννάται αμφιβολία για την ταυτότητα του, να προσδιορίζονται η θέση, τα όρια και ο προσανατολισμός των πλευρών του, κατά τρόπο ώστε να μπορεί αυτό να εντοπίζεται επακριβώς και να διαχωρίζεται από τα γειτονικά εδάφη, έστω και αν δεν αναφέρεται το μήκος των πλευρών του σε μέτρα ή το εμβαδόν του. Εάν το ακίνητο αναφέρεται ότι αποτελεί τμήμα μεγαλύτερης έκτασης, θα πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς τα όρια που το διαχωρίζουν από τη μεγαλύτερη έκταση, ώστε να προκύπτει ποίο συγκεκριμένο τμήμα της μεγαλύτερης έκτασης καταλαμβάνει αυτό. Η περιγραφή του ακινήτου δεν μπορεί να συμπληρώνεται με την παραπομπή σε άλλο έγγραφο, όπως σχεδιάγραμμα στο οποίο αποτυπώνεται το ακίνητο, εκτός αν το έγγραφο έχει ενσωματωθεί στην αγωγή, κατά τρόπο ώστε να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της(βλ. ΑΠ 164/2014, ΑΠ 832/2013 στη ΝΟΜΟΣ). Οταν στο δικόγραφο της αγωγής δεν περιέχονται τα πιο πάνω στοιχεία ή όταν αυτά περιέχονται κατά τρόπο ελλιπή ή ασαφή, τότε η έλλειψη αυτή καθιστά μη νομότυπη την άσκηση της, επιφέρει δε την απόρριψη της ως απαράδεκτης, λόγω της αοριστίας, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε κατόπιν προβολής σχετικής ένστασης από τον εναγόμενο. Η αοριστία δε αυτή δεν μπορεί να συμπληρωθεί ούτε με τις προτάσεις, ούτε με παραπομπή στο περιεχόμενο άλλων εγγράφων της δίκης, ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε, επίσης, με αναφορά στη σχετική διάταξη του νόμου ή μνεία αυτής, ούτε με δικαστική ομολογία του εναγομένου, η οποία ως αποδεικτικό μέσο με δεσμευτική αποδεικτική δύναμη, αποκλείει μόνο τη διεξαγωγή αποδείξεων και απαλλάσσει τον αντίδικο από το βάρος απόδειξης του σχετικού (ομολογούμενου) ισχυρισμού (ΑΠ 714/2015 δημ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με το πιο πάνω περιεχόμενο και αίτημα, η παραδεκτά ασκηθείσα ένδικη αναγνωριστική κυριότητας ακινήτου ανταγωγή του άρθρου 1033 ΑΚ, είναι πλήρως ορισμένη ως προς την περιγραφή της διεκδικούμενης εδαφικής έκτασης, η ταυτότητα της οποίας προσδιορίζεται επαρκώς, καθώς αναφέρονται κατά τρόπο σαφή η θέση της, η έκταση και τα όρια αυτής . Ωστόσο, επισημαίνεται ότι δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του επίδικου αυτού ακινήτου, έκτασης 2.683,32 τμ., από το ότι στο δικόγραφο της ένδικης ανταγωγής, προφανώς εκ παραδρομής αναγράφεται στη σελίδα (6 και 2η παργρ.) ως έκταση του επιδίκου «5.198,85 τμ.» και ποσοστό συγκυριότητας του αντενάγοντα «3/4 εξ αδιαιρέτου», αντί των ορθών αντίστοιχα «2.683,32 τμ» και «2/3 εξ αδιαιρέτου, εφόσον τα σωστά αυτά στοιχεία αναγράφονται ρητά στο ίδιο δικόγραφο σε προγενέστερη σελίδα αυτού (και δη στην 2η) και στο αιτητικό, ενώ αναφέρονται και όλοι οι τίτλοι κτήσης των ...