Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 344/2018 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: 1) ΣΤΗΝ ΜΙΣΘΩΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΥΠΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΤΟΥ ΕΚΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ,ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ, 2) ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΕ ΔΙΑΘΗΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ ΤΟΥ ΜΙΣΘΙΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ , ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΠΟΥ ΩΣ EKΜΙΣΘΩΤΗΣ ΑΣΚΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΜΙΣΘΩΜΑΤΩΝ, ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Η ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ , ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ Η ΑΓΩΓΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ, ΩΣ ΑΟΡΙΣΤΗ, 3) ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΜΙΣΘΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΗΡΑ. ΤΕΤΟΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΕΚΜΙΣΘΩΤΗ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΜΙΣΘΩΤΡΙΑ ΩΣ ΕΚΜΙΣΘΩΤΡΙΑ Η ΣΥΖΥΓΟΣ ΤΟΥ ΕΚΜΙΣΘΩΤΗ ΚΑΙ Η ΜΙΣΘΩΤΡΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΩΣ ΕΚΜΙΣΘΩΤΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΑΛΕΙ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΟ ΜΙΣΘΩΜΑ. Η ΝΕΑ ΜΙΣΘΩΣΗ ΚΑΤΑΡΤΙΖΕΤΑΙ ΣΙΩΠΗΡΑ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΜΙΣΘΩΣΗΣ, 4) ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΜΙΣΘΩΜΑΤΩΝ, 5) ΜΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΜΙΣΘΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΡΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ,ΟΤΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ, 6) ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΟΣΟ ΔΙΑΡΚΕΙ Η ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΟΥ , 7) ΑΟΡΙΣΤΙΑ ΕΝΣΤΑΣΗΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΙΣΘΩΜΑΤΑ, ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΣΥΜΦΩΝΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΔΟΘΗΚΗ Η ΕΓΓΥΗΣΗ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΝΟΙΚΙΑΣΗ



ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΜΙΣΘΩΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης
344 /2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κουλούρη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Βικτωρία Χελιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 27 Ιανουαρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας: ……………………………., κατοίκου ……………, οδός ……………, με ΑΦΜ ……………., η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Των εναγόμενων: 1) Εταιρείας με την επωνυμία «……………», η οποία βρίσκεται σε εκκαθάριση, εδρεύει σ……….(οδός …………. αρ. ……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) ……………. του ………….. και 3) ……………….., αμφότερων κατοίκων …………………… (περιοχή ………………), από τους οποίους η 1η παραστάθηκε διά και οι λοιποί μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Ανδρέα Μπαζούρου.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από …………. αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό καταθ. δικογράφου ……………… και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τα άρθρα 574, 612 παρ. 1 και 1710 ΑΚ προκύπτει ότι η μισθωτική σχέση είναι κληρονομητή και κατά συνέπεια σε περίπτωση θανάτου του εκμισθωτή στη μισθωτική σχέση υπεισέρχονται οι κληρονόμοι του (εκ διαθήκης ή εξ αδιαθέτου) μόλις αποδεχθούν την κληρονομιά (άρθρα 1846, 1847, 1850, 1857 και 1940 ΑΚ) χωρίς να χρειάζεται και η προηγούμενη μεταγραφή της δήλωσης αποδοχής, αφού πρόκειται για κτήση ενοχικής σχέσης και όχι κυριότητας (άρθρα 1846 σε συνδ. με 1192 και 1198 ΑΚ, ΕφΑθ 2923/2009 ΕΔΙΚΠΟΛΥΚ 2009.383). Περαιτέρω για την κατάρτιση της συμβάσεως μισθώσεως απαιτείται, όπως για κάθε σύμβαση, να συμπέσουν οι βουλήσεις των συμβαλλομένων στα στοιχεία αυτής, και ειδικότερα στο μίσθιο και στο μίσθωμα, αλλά και στα λοιπά στοιχεία - όρους αυτής (άρθρα 185, 189, 192, 193 και 194 ΑΚ). Η μίσθωση συνήθως καταρτίζεται ρητά, δεν αποκλείεται, όμως, και σιωπηρή σύναψη αυτής, εφ' όσον από τον νόμο δεν ορίζονται ορισμένες διατυπώσεις για την κατάρτισή της, όπως όταν πρόκειται για το Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ, γιατί τότε σιωπηρή κατάρτιση της μισθώσεως δεν είναι νόμιμη και δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα (Χ. Παπαδάκης Αγωγές απόδοσης μισθίου εκδ. 2η παρ. 22 και 26). Περαιτέρω, στο περί μισθώσεων κεφάλαιο του ΑΚ δεν ορίζεται τίποτε σχετικό με τον τύπο της μισθώσεως συμβάσεως και συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 158 ΑΚ η σύμβαση μισθώσεως κινητού ή ακινήτου δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε τύπο. Ο κανόνας του ατύπου επικρατεί και στις προστατευόμενες από  τον ν. 813/1978 μισθώσεις, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ισχύουν ειδικές διατάξεις (Δημόσιο κλπ), οπότε οι διατυπώσεις που προβλέπονται από αυτές τηρούνται και εδώ (Χ. Παπαδάκης ο.π. παρ. 48 και 52, ΕφΠειρ 839/2000 ΕλλΔνη 2001.804). Τέλος για να θεωρηθεί οποιαδήποτε αγωγή σαφής και ορισμένη κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ, πρέπει να περιέχει, εκτός από τα τυπικό στοιχεία που ορίζουν τα άρθρα 117-118 του ιδίου Κώδικα, έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγόμενου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα, χωρίς την χρήση πανηγυρικών ή τυποποιημένων εκφράσεων που απαιτεί ο νόμος για την πληρότητα του δικογράφου (ΑΠ 548/2000 ΕλλΔνη 41.1616). Ειδικά, για τη θεμελίωση και το ορισμένο της αγωγής με την οποία ο εκμισθωτής ζητεί την καταβολή του μισθώματος (άρθρα. 574 και 595 ΑΚ), πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο α) η σύμβαση μισθώσεως πράγματος και ειδικότερα ο τόπος και ο χρόνος συνάψεως αυτής, οι συμβαλλόμενοι, το μίσθιο, το μίσθωμα και ο χρόνος καταβολής αυτού, καθώς και ο χρόνος διάρκειας της μισθώσεως, β) η γενομένη εκ μέρους του μισθωτή χρήση του μισθίου και γ) η υπερημερία του μισθωτή περί την καταβολή του μισθώματος (ΕφΠατρ 445/2002 ΑΧΑΝΟΜ 2003.51, Ζέππος, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο σελ. 175-178, Ραψομα νίκης, στον ΑΚ Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, άρθρο. 574 αρ. 1,6-21 και άρθρο. 595-596 αρ. 1).
Με την υπό κρίση αγωγή, ...
όπως εκτιμάται από το Δικαστήριο, η ενάγουσα, εκθέτει ότι δυνάμει του από Ιούλιο 2001 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης, ο ………………., ο οποίος ήταν σύζυγος της και απεβίωσε τον ………….., εκμίσθωσε στην 1η εναγόμενη εταιρεία, ομόρρυθμα μέλη της οποίας είναι οι 2ος και 3η εναγόμενοι, ένα ισόγειο κατάστημα, το οποίο περιγράφεται στην αγωγή και βρίσκεται σ……………., προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως ………….. Ότι με την υπ' αριθμ………….. δημόσια διαθήκη ο ως άνω …………… κατέλειπε στην ενάγουσα την επικαρπία του ανωτέρω μίσθιου και ότι η ενάγουσα από το θάνατο του τελευταίου υπεισήλθε στην επίδικη μίσθωση ως εκμισθώτρια, την οποία αναγνώρισε και αποδέχτηκε η 1η εναγόμενη - μισθώτρια, σε κάθε περίπτωση καταρτίσθηκε σιωπηρά νέα μίσθωση με τους ίδιους όρους της παλαιάς και ότι η 1η εναγόμενη συνέχισε να καταβάλει στην ίδια το μηνιαίο μίσθωμα, το οποίο κατόπιν αναπροσαρμογών ανήλθε στο ποσό των 750 ευρώ, καταβαλλόμενο την 1η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα, ενώ η διάρκεια της μίσθωσης μετά την παρέλευση της νόμιμης δωδεκαετούς διάρκειας της κατέστη αορίστου χρόνου. Ότι η 1η εναγόμενη αν και έκανε ανενόχλητη χρήση του ανωτέρω μίσθιου έως την 22η-3-2016, όταν και αποχώρησε, δεν κατέβαλε μέρος του μισθώματος του Φεβρουαρίου 2014 ποσού 330 ευρώ και τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από Μάρτιο 2014 έως Μάρτιο 2016 συνολικού ποσού 18.750 ευρώ (25 μήνες χ 750 ευρώ). Με βάση αυτό το ιστορικό και λαμβανομένης υπόψη της ενώπιον του ακροατηρίου δήλωσης του πληρεξούσιου δικηγόρου της ενάγουσας, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης περί περιορισμού του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (άρθρα 223 σε συνδ. με 294, 295 παρ. 1, 297 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), η ενάγουσα ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων εις ολόκληρον του καθενός να καταβάλουν το συνολικό ποσό των 19.080 ευρώ για τα ανωτέρω καθυστερούμενα μισθώματα, με το νόμιμο τόκο από την 2η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθούν στα δικαστικά της έξοδα.
Η αγωγή, αρμοδίως καθ' ύλη ν και κατά τόπο εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρ. 14 παρ. 1 εδ. β, 16 παρ. 1 και 29 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφόσον το αναφερόμενο στην αγωγή μίσθωμα ανέρχεται στο ποσό των 750 ευρώ, απορριπτομένου του ισχυρισμού των εναγόμενων περί καθ' ύλην αναρμοδιότητας, κατά την ειδική διαδικασία ίων περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα των μισθωτικών διαφορών (άρθρο 614 αριθμ. 1 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την έναρξη εφαρμογής του ν. 4335/2015, την 1η-1-2016). Περαιτέρω είναι ορισμένη ως προς την επικουρική βάση της σιωπηρής κατάρτισης της σύμβασης μίσθωσης, μετά το θάνατο του αρχικού εκμισθωτή και συζύγου της ενάγουσας, απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού των εναγόμενων, δεδομένου ότι η ενάγουσα εκθέτει στην αγωγή της όσα απαιτούνται για το ορισμένο αυτής, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ήτοι, τη σύμβαση μισθώσεως που καταρτίσθηκε ατύπως μεταξύ της ιδίας και του 1ης εναγόμενης, το μίσθιο, το μίσθωμα, τον χρόνο καταβολής αυτού, καθώς και τον χρόνο διάρκειας της μισθώσεως, την γενομένη εκ μέρους της 1ης εναγόμενης χρήση του μισθίου και την υπερημερία αυτής περί την καταβολή του μισθώματος. Ως προς την ενεργητική νομιμοποίηση όμως της ενάγουσας, η αγωγή κατά την κύρια βάση της, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη αρχή της μείζονας σκέψης, είναι αόριστη και για το λόγο αυτό απορριπτέα, καθόσον δεν εκτίθενται τα αναγκαία στοιχεία για τη θεμελίωση στο πρόσωπο της ενάγουσας της ιδιότητας της εκμισθώτριας και συγκεκριμένα ότι αυτή η οποία είναι κληρονόμος εκ διαθήκης του ………………., αρχικού εκμισθωτή του μισθίου ακινήτου, αποδέχθηκε την κληρονομιά αυτού με συμβολαιογραφική πράξη και με αυτόν τον τρόπο υπεισήλθε στη μισθωτική σχέση με την επαγωγή της κληρονομιάς, αποκτώντας την ιδιότητα της εκμισθώτριας. Ακολούθως είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 574, 595, 341, 345, 346, 72 ΑΚ, 249, 268 ν. 4072/2012 και 176 ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι νομίμως εξακολουθεί να ζητείται η αναγνώριση της οφειλής τόκων από της επιδόσεως της αγωγής, διότι δεν εκλείπουν με την μετατροπή του αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, τα αποτελέσματα της ως οχλήσεως, δημιουργικής υπερημερίας του οφειλέτη (ΟλΑΠ 13/1994 ΕλλΔνη 35.1259). Μετά την μετατροπή όμως του αγωγικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, η απόφαση που θα εκδοθεί δεν θα αποτελεί εκτελεστό τίτλο, επομένως δεν χωρεί κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής. Συνεπώς η αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη πρέπει να εξετασθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων, που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, καθώς και όλων των εγγράφων που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθαπραγματικά περιστατικά: Με το από ………. ιδιωτικό συμφωνητικό ο …………………, σύζυγος της ενάγουσας, ο οποίος απεβίωσε την …….., εκμίσθωσε στον 2ο εναγόμενο και στον ……………. ένα ισόγειο κατάστημα, επιφάνειας 64 τ.μ. περίπου, που βρίσκεται σ……………., επί της οδού ………….. αρ. ……….., για δύο έτη, έναντι μηνιαίου μισθώματος 100.000 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατ' έτος κατά ποσοστό 15% και καταβαλλόμενο την 1η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα, προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν ως ……………... Η σύμβαση μίσθωσης συνεχίσθηκε και μετά την παρέλευση της συμβατικής διάρκειας, ισχύουσας της νόμιμης διάρκειας των 9 ετών και μετά την τροποποίηση του άρθρου 5 του π.δ. 34/1995 με το ν. 2741/1999 η νόμιμη διάρκεια της μίσθωσης έγινε 12 ετών. Ακολούθως δυνάμει του από 5-10-1999 ιδιωτικού συμφωνητικού εξήλθε της μισθωτικής σχέσης ο ……………. ως είχε δικαίωμα από το όρθρο 6 του ως άνω από 1-6-1995 μισθωτηρίου και συμφωνήθηκε η συνέχιση της μίσθωσης με μοναδικό μισθωτή τον 2ο εναγόμενο ενώ το μίσθωμα ορίστηκε στο ποσό των 145.000 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατ' έτος κατά το ποσό των 10.000 δραχμών. Με το από 11-7-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό συμφωνήθηκε η μεταβίβαση της μισθωτικής σχέσης ως προς όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις στην 1η εναγόμενη εταιρεία, όπως προβλεπόταν από το άρθρο 6 του αρχικού συμφωνητικού, ομόρρυθμα μέλη της οποίας είναι οι 2ος και 3η εναγόμενοι και ορίστηκε το μίσθωμα στο ποσό των 160.000 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατ' έτος κατά το ποσό των 10.000 δραχμών, ενώ κατά τα λοιπά συνέχισαν να ισχύουν οι όροι και οι συμφωνίες του αρχικού ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης. Την 15η-1-2007 απεβίωσε ο ως άνω σύζυγος της ενάγουσας, ο οποίος με την υπ' αριθμ. ………….. δημόσια διαθήκη του ενώπιον της συμβ/φου ……………, η οποία δημοσιεύθηκε με τα α υπ' αριθμ. …………. πρακτικά τούτου του Δικαστηρίου, κατέλειπε στην ενάγουσα την επικαρπία του επίδικου μίσθιου καταστήματος. Η ενάγουσα, όπως συνομολογεί ουδέποτε αποδέχθηκε με συμβ/κό έγγραφο την κληρονομιά, έτσι ώστε να υπεισέλθει ως κληρονόμος του στην μισθωτική σχέση, πλην όμως από το θάνατο του συζύγου της άρχισε να εισπράττει η ίδια το μίσθωμα, ενώ η 1η εναγόμενη το κατέβαλε σε αυτήν χωρίς αντίρρηση. Με αυτόν τον τρόπο σιωπηρά και άτυπα, μεταξύ της ενάγουσας και της 1ης εναγόμενης καταρτίστηκε νέα μισθωτική σχέση για το επίδικο ακίνητο, με τους ίδιους όρους με το αρχικό μισθωτήριο, με διάρκεια τη νόμιμη (12 έτη) και με μηνιαίο μίσθωμα το καταβαλλόμενο κατά τον χρόνο εκείνο. Από τα παραπάνω αποδεικνυόμενα γεγονότα, καταδεικνύεται η σύμπτωση των δηλώσεων βουλήσεώς τους για την κατάρτιση νέας σύμβασης μίσθωσης και για τα στοιχεία, που τη συνθέτουν. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η 1η εναγόμενη μολονότι χρησιμοποιούσε ανενόχλητη το μίσθιο άρχισε να καθυστερεί τα μισθώματα από τον Ιανουάριο του 2014. Την 29-9-2015 ο 2ος εναγόμενος απέστειλε στην ενάγουσα την από 28-9-2015 εξώδικη απάντηση - δήλωση (βλ. την υπ' αριθμ. 8328ΣΤ/29-9-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……….), στην από 18-9-2015 εξώδικη δήλωση της ενάγουσας με την οποία η τελευταία ζητούσε τα οφειλόμενα μισθώματα. Με την ανωτέρω δήλωση ο 2ος εναγόμενος μεταξύ άλλων κατήγγειλε την επίδικη σύμβαση μίσθωσης. Η ανωτέρω όμως καταγγελία δεν είναι έγκυρη διότι γίνεται από τον ίδιο προσωπικά και όχι ως εκπρόσωπο της 1ης εναγόμενης μισθώτρια εταιρείας (ΕφΑΘ 5882/1984 ΕΔΠ 1985.67, ΜΠρΑΘ 4892/ 1984 ΕΔΠ 1984.237). Συνεπώς η μίσθωση δεν έληξε και το μίσθιο αποδόθηκε τελικά στην ενάγουσα την 22η-3-2016 (βλ. την με ίδια ημερομηνία απόδειξης παραλαβής κλειδιών). Δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός των εναγόμενων περί εκκένωσης του μισθίου και προσφοράς των κλειδιών αυτού την 15η-10-2015, δεδομένου ότι ακόμα και την 22η- 3-2016, στη σχετική απόδειξη παραλαβής κλειδιών, αναφέρεται ότι υπάρχει μία φιάλη υγραερίου στον κοινόχρηστο χώρο του μισθίου και ένα μεγάλο μοτέρ στο χώρο της αποθήκης αυτού, ενώ εξάλλου η 1η εναγόμενη δεν προέβη σε καμία ενέργεια αποστολής των κλειδιών στην ενάγουσα μετά την επικαλούμενη από την ίδια άρνηση της τελευταίας. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός της 1ης εναγόμενης περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης λόγω του γεγονότος ότι βρίσκεται σε εκκαθάριση, διότι το νομικό πρόσωπο της ομόρρυθμης εταιρείας έως το τέλος της εκκαθάρισης, η οποία αν δεν συνεφωνήθη άλλο τι ενεργείται από κοινού από όλους τους εταίρους ή από εκκαθαριστή ο οποίος διορίσθηκε με ομόφωνη απόφαση όλων, θεωρείται υφιστάμενο (άρθρα 72 και 778 ΑΚ). Περαιτέρω οι εναγόμενοι συνομολογούν ότι οφείλουν μισθώματα των ετών 2013, 2014 και 2015, τα οποία όμως προσδιορίζουν σε διαφορετικό ύψος από τα αιτούμενα με την αγωγή, ισχυριζόμενοι ότι είχαν προηγηθεί προφορικές συμφωνίες μείωσης του μισθώματος. Συγκεκριμένα ότι το Μάρτιο του 2013 συμφωνήθηκε μείωση του μισθώματος από τα 750 στα 650 ευρώ, τον Ιούλιο του 2013 το μίσθωμα μειώθηκε περαιτέρω στο ποσό των 600 ευρώ και τον Ιανουάριο του 2014 στο ποσό των 500 ευρώ. Ο ανωτέρω ισχυρισμός των εναγόμενων περί διαδοχικών μειώσεων του μισθώματος, δεν αποδεικνύεται βάσιμος, δεδομένου ότι η καταβολή εκ μέρους της 1ης εναγόμενης μειωμένου μισθώματος στον τραπεζικό λογαριασμό της ενάγουσας στην ……………., δεν αποδεικνύει άνευ άλλου την ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων μερών, πολύ περισσότερο δε ενόψει της άσκησης εκ μέρους της ενάγουσας της κρινόμενης αγωγής και της αποστολής της από 18-9-2015 εξώδικης δήλωσης - όχλησης. Η κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης δεν ενισχύεται από άλλο αποδεικτικό μέσο ενώ ο ίδιος όσα καταθέτει περί μείωσης του μισθώματος τα πληροφορήθηκε από τον 2ο εναγόμενο με τον οποίο έχει ομοίως καταρτίσει μισθωτική σύμβαση για το όμορο με το επίδικο μίσθιο κατάστημα. Περαιτέρω από τα προσκομιζόμενα γραμμάτια είσπραξης της …………. αποδεικνύεται ότι η 1η εναγόμενη προέβη στις ακόλουθες καταβολές: Για το έτος 2013: Την 2η-1-2013 ποσό 750 ευρώ, την 5η-2-2013 ποσό 750 ευρώ, την 2η-4-2013 ποσό 400 ευρώ, την 27η-5-2013 ποσό 650 ευρώ, την 5η-7-2013 ποσό 650 ευρώ, την 29η-7-2013 ποσό 600 ευρώ, την 7η-8-2013 ποσό 600 ευρώ, την 11η-9-2013 ποσό 600 ευρώ, την 31η-12-2013 ποσό 1.670 ευρώ και συνολικά το ποσό των 6.670 ευρώ. Για το έτος 2014: Την 6η-8-2014 ποσό 1.500 ευρώ, την 18η-8-2014 ποσό 1.000 ευρώ, την 11η-9-2014 ποσό 500 ευρώ και συνολικά το ποσό των 3.000 ευρώ. Για το έτος 2015: Την 4η-2-2015 ποσό 500 ευρώ και συνολικά για τα μισθώματα των ανωτέρω ετών κατέβαλε το ποσό των 10.170 ευρώ (6.670 + 3.000 + 500). Το ανωτέρω ποσό των 10.170 ευρώ με βάση την διάταξη του άρθρου 422 ΑΚ καταλογίζεται στα παλαιότερα μισθώματα του έτους 2013 ποσού 9.000 ευρώ (12 μήνες χ 750 ευρώ), συνεπώς ουδέν οφείλεται για το έτος 2013, απομένει δε υπόλοιπο 1.170 ευρώ (10.170 - 9.000), το οποίο καταλογίζεται στο μίσθωμα του Ιανουαρίου 2014 και σε μέρος του μισθώματος του Φεβρουαρίου 2014 ποσού 420 ευρώ (1.170 - 750), απομένει δε οφειλόμενο υπόλοιπο 330 ευρώ για το μίσθωμα του Φεβρουαρίου 2014. Επιπλέον η 1η εναγόμενη οφείλει και τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από Μάρτιο 2014 έως Φεβρουάριο 2016 ποσού 18.000 ευρώ (24 μήνες χ 750 ευρώ) και ποσό 532,18 ευρώ για το μήνα Μάρτιο 2016 (750 : 31 ημέρες = 24,19 ευρώ χ 22 ημέρες) και συνολικά το ποσό των 18.862,18 (330 + 18.000 + 532,18) ευρώ. Από το ανωτέρω ποσό πρέπει να αφαιρεθεί το συνολικό ποσό των 651,42 ευρώ που αντιστοιχεί στο έκτακτο ειδικό τέλος ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.), το οποίο ενσωματώθηκε στους αναλυτικούς λογαριασμούς χρεώσεων της ΔΕΗ και το οποίο κατέβαλε η 1η εναγόμενη αν και βαρύνει τον κύριο ή τον επικαρπωτή του ακινήτου (Υ .Α. 1211/31-10-2011) (βλ. τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς της ΔΕΗ στους οποίους αναφέρεται ποσό 138,60, 138,60, 138,60, 117,81, 117,81 και 117,81 ευρώ και αφορούν το έτος 2013 και συνολικά 769,23 ευρώ, πλην όμως θα αφαιρεθεί ποσό 651,42 ευρώ γιατί μέχρι αυτού του ποσού αιτούνται οι εναγόμενοι). Επομένως η μισθώτρια οφείλει το συνολικό ποσό των 18.210,76 ευρώ (18.862,18 - 651,42), δεκτής γενόμενης εν μέρει της ένστασης συμψηφισμού που προέβαλαν οι εναγόμενοι, απορριπτομένης όμως κατά το μέρος που αιτούνται το συμψηφισμό του ποσού της εγγύησης λόγω αοριστίας διότι δεν αναφέρεται ο λόγος για τον οποίο συμφωνήθηκε και δόθηκε η εγγύηση (ΕφΑΘ 445/2006 ΔικΠολυκ 2006.373, ΕφΑΘ 1791/2000, ΕλλΔνη 41.837, I. Κατράς Πανδέκτης μισθώσεων και οροφοκτησίας 2002, σελ. 102 - 103).
Και' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ' ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας να καταβάλουν στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 18.210,76 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τη δήλη ημέρα καταβολής κάθε μισθώματος, ήτοι την 2η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα. Τέλος οι εναγόμενοι πρέπει να καταδικαστούν κατά το μέρος της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας (άρθρα 178 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση των εναγόμενων εις ολόκληρον του καθενός να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των δέκα οκτώ χιλιάδων διακοσίων δέκα ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτών (18.210,76) με το νόμιμο τόκο από την 2η ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Κρίθηκε , αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα στις 27.2.1018.
Η Δικαστής                                  Η Γραμματέας