Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2021

ΥΠ' ΑΡ. 34/2019 ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ: 1) ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΣ Ο ΕΓΓΡΑΦΟΣ ΤΥΠΟΣ ΓΙΑ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΝΑΠΤΟΥΝ ΝΠΔΔ ΑΞΙΑΣ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΤΩΝ 2.500 ΕΥΡΩ, 2) ΑΞΙΩΣΗ ΚΑΤΑ ΝΠΔΔ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ ΛΟΓΩ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΑΚΥΡΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΟΥ, 3) ΝΟΜΙΜΟ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΚΗΡΥΞΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΔΗΜΟΥ , ΔΙΟΤΙ ΟΙ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΥΝ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΑΡΓΗΜΕΝΕΣ , ΩΣ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΕΣ ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΥΣ, ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

 

Αριθμός Απόφασης 34/2019

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ

(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Λαυρίου Ειρήνη Παλαιοκρασσά και τη Γραμματέα Αγγελική Κατσίκη .

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 30/9/2019 για να δικάσει την αγωγή μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : 1) ......................... του ............... και της ..............., κατοίκου ...................................., οδός .................., Α.Φ.Μ. ................, που δεν εκπροσωπήθηκε στη δίκη από πληρεξούσιο Δικηγόρο, έχει δε νομίμως και εμπροθέσμως καταθέσει προτάσεις κατά τις διατάξεις των παρ. 1, 2 & 3 του άρθρου 237 Κ.Πολ.Δ., όπως το άρθρο 237 αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθρου δευτέρου του άρθρου 1 του Ν 4335/2015 και εφαρμόζεται σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου ενάτου του άρθρου 1 του ίδιου νόμου, για αγωγές κατατιθέμενες μετά την 1.1.2016.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ ........................., που εδρεύει στην ομώνυμη πόλη και επί της οδού .............................με ΑΦΜ ..................., νομίμως εκπροσωπούμενου από τον κ. Δήμαρχο αυτού, κατοικοεδρεύοντα στο........................, που δεν εκπροσωπήθηκε στη δίκη από πληρεξούσιο Δικηγόρο, έχει δε νομίμως και εμπροθέσμως καταθέσει προτάσεις κατά τις διατάξεις των παρ. 1, 2 & 3 του άρθρου 237 Κ.Πολ.Δ., όπως το άρθρο 237 αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθρου δευτέρου του άρθρου 1 του Ν 4335/2015 και εφαρμόζεται σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου ενάτου του άρθρου 1 του ίδιου νόμου, για αγωγές κατατιθέμενες μετά την 1.1.2016.

  

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 41 του ν.δ./τος 496/1974 «περί λογιστικού δημοσίων προσώπων», όπως αυτό τροποποιήθηκε με την ΥΑ οικ.2/42053/0094 (ΦΕΚ Β 1033/2002), για να είναι έγκυρη κάθε σύμβαση ενός ν.π.δ.δ. με αντικείμενο αξίας μεγαλύτερης των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ ή που γεννά διαρκή υποχρέωση αυτού, απαιτείται η κατάρτισή της να γίνει με ιδιωτικό τουλάχιστον έγγραφο (ΑΠ 1490/2008 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ.2941/2008 Δ/νη 2008.1106).Το ίδιο άρθρο του ως άνω διατάγματος στο τελευταίο εδάφιο ορίζει ότι η εκ της μη τηρήσεως του τύπου της εγγράφου αποδοχής ακυρότης αίρεται εν περιπτώσει εκπληρώσεως της συμβάσεως. Η τελευταία αυτή διάταξη που προβλέπει θεραπεία ακυρότητας εφαρμόζεται μόνο αν πρόκειται για εκπλήρωση συμβάσεως για τη σύσταση της οποίας υπήρξε χωριστή έγγραφη πρόταση και δεν επακολούθησε έγγραφη αποδοχή, δεν έχει όμως εφαρμογή όταν ο έγγραφος τύπος δεν τηρήθηκε ούτε για την πρόταση (ΟλΑΠ 862/1984 ΝοΒ 1985.89 ΑΠ 893/1992 ΔΕΝ 1993. 304). Εξάλλου από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 904 παρ. 1 και 908 εδ.α' Α. Κ." προκύπτει ότι σε περίπτωση που εκτελείται και παραδίδεται έργο ή παρέχονται εργασίες ή υπηρεσίες με άκυρη σύμβαση "ο αντισυμβαλλόμενος" του παρέχοντος, που δέχεται το έργο ή τις υπηρεσίες στο πλαίσιο της άκυρης σύμβασης, η οποία συνιστά απλά τη βασική προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, υποχρεούται να αποδώσει την ωφέλεια, που απέκτησε χωρίς νόμιμη αιτία και που συνίσταται, σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας απόδοσης της παροχής που έλαβε χώρα χωρίς νόμιμη αιτία, στη χρηματική αποτίμηση του παρασχεθέντος έργου ή της παρασχεθείσας εργασίας ή υπηρεσίας και στη δαπάνη που εξοικονόμησε, στην οποία θα υποβαλλόταν, εάν την εκτέλεση του ίδιου έργου ή της εργασίας ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και Ικανότητες( ΑΠ 1225/2008 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο ως άνω γενικός κανόνας του άρθρου 904 ΑΚ, που απορρέει από τις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιείκειας, έχει εφαρμογή και επί του Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου,αφού υπέρ αυτών δεν καθιερώνεται εξαίρεση με τη διάταξη αυτή ή με  άλλη (Ολομ.ΑΠ 218/1977, ΑΠ 1378/2011 δημ. ΝΟΜΟΣ).

Με την κρινόμενη αγωγή, όπως το περιεχόμενο της παραδεκτά διορθώθηκε με τις νόμιμα κατατεθείσες προτάσεις (άρθρο 224 Κ.Πολ.Δ.) χωρίς να μεταβάλλεται η βάση της αγωγής, ο ενάγων εκθέτει ότι διατηρεί ατομική επιχείρηση με αντικείμενο τις κατασκευές έργων και ότι στο πλαίσιο της δραστηριότητάς του αυτής δυνάμει δύο συμβάσεων έργου που κατάρτισε με τον νόμιμο εκπρόσωπο του Δήμου ........... και συγκεκριμένα τον Δήμαρχο , στις 28-8-2017 και 28-7-2017 αντίστοιχα, του ανέθεσε και αυτός ανέλαβε, με την πρώτη μεν εκ των ως άνω σύμβαση τη συντήρηση και στεγανοποίηση στα πολυκαρβονικά του Δημοτικού Κλειστού Γυμναστηρίου που βρίσκεται στο ............ και επί της οδού ............ , ενώ με την δεύτερη ανέλαβε το έργο της κατασκευής περίφραξης στα δύο (2) γήπεδα μπάσκετ, που βρίσκονται στο ..............., στο δημοτικό χώρο των εργατικών κατοικιών ..............., ακριβώς πίσω (δυτικά) από τον Ιερό Ναό του ...........κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα, έναντι συνολικής αμοιβής ύψους 18400 (8.700 ευρώ για το πρώτο έργο + 9700 ευρώ για το δεύτερο έργο συμπεριλαμβανομένου του αναλόγου ΦΠΑ). Ότι αν και παρέδωσε τα έργα στις 5 Σεπτεμβρίου 2017 κατά τα συμφωνηθέντα και ο εναγόμενος Δήμος παρέλαβε το έργα ανεπιφύλακτα, δεν του έχει καταβάλει μέχρι σήμερα παρά τις επανειλημμένες προφορικές και γραπτές οχλήσεις του, τις συμφωνηθείσες αμοιβές. Ότι οι ως άνω συμβάσεις έργου είναι άκυρες, καθόσον δεν περιβλήθηκαν τον απαιτούμενο από το νόμο συστατικό τύπο και ότι ο εναγόμενος κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερος σε βάρος της περιουσίας του,καθόσον εξοικονόμησε δαπάνη ισάξια των υπηρεσιών, την οποία θα πραγματοποιούσε αν ανέθετε με έγκυρες συμβάσεις την εκτέλεση των ιδίων έργων σε άλλο πρόσωπο με αντίστοιχα προσόντα και ικανότητες, ο δε πλουτισμός σώζεται μέχρι σήμερα και έτσι χωρίς νόμιμη αιτία έχει καταστεί πλουσιότερος σε βάρος της περιουσίας του. Με βάση τα παραπάνω περιστατικά, ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει σε αυτόν το συνολικό ποσό των 18.400 ευρώ με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού ενόψει του ότι οι ως άνω συμβάσεις έργου είναι άκυρες αφού δεν τηρήθηκε για την κατάρτισή τους ο απαιτούμενος νόμιμος τύπος, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί στη δικαστική του δαπάνη.

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου καθ'ύλην (άρθρα 14 παρ. 1α ΚΠολΔ) και κατά τόπον (25 παρ.2 ΚΠολΔ), για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία. Είναι δε επαρκώς ορισμένη, αφού εμπεριέχει όλα τα απαιτούμενα κατά νόμο στοιχεία για τη θεμελίωση της αξίωσης αδικαιολόγητου πλουτισμού (πλουτισμό υποχρέου, επέλευση πλουτισμού από την περιουσία ή με ζημία άλλου, αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του πλουτισμού και ζημίας και έλλειψη νόμιμης αιτίας) και νόμιμη, ερειδομένη στις διατάξεις των άρθρων 158,159,180, 904 επ. ΑΚ, 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ. Νόμιμο είναι επίσης, το αίτημα για την κήρυξη της εκδοθησόμενης απόφασης προσωρινά εκτελεστής και τούτο διότι η διάταξη του άρθρου 8 ν. 2097/1952 που απαγορεύει την αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων κατά του Δημοσίου, η ισχύς της οποίας (διάταξης) είχε επεκταθεί και στους Ο.Τ.Α. με το άρθρο 3 ν.δ. 31/1968, καθώς και η διάταξη του άρθρου 909 παρ. 1 ΚΠολΔ που απαγορεύει την προσωρινή εκτέλεση κατά του Δημοσίου, των δήμων και κοινοτήτων, θεωρούνται καταργημένες, ως ευρισκόμενες σε αντίθεση με τις αρχές του κράτους δικαίου και της παροχής πλήρους, έγκαιρης και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που θεμελιώνονται στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1, 94 παρ. 4, 95 παρ. 5 Συντ., 6 παρ, 1 της Ε.Σ.Δ.Α., 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της, 2 παρ. 3 και 14 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΟλΑΠ 17/2002 ΕλλΔνη 2002.1009, ΟλΑΠ 21/2001 ΕλλΔνη 2002.83, ΕφΑΘ 6457/2011 ΕλλΔνη 2012.1064, Πρακτικά 7ης Γεν. Συνεδρίασης της ΟλΕλΣ της 19-3-2003 ΕΔΚΑ 2003.606, Πρακτικά της 6ης Γεν.Συνεδρίασης της ΟλΕλΣ της 12-3-2003, ΕΔΚΑ 2003.674, Απαλλαγάκη Χ., Διαδικαστικά ζητήματα από την επίσπευση αναγκαστικής εκτελέσεως κατά του Ελληνικού Δημοσίου, Δ 2004.773-774, Χρυσόγονος Κ., Η αναγκαστική εκτέλεση κατά του Δημοσίου ή άλλου ν.π.δ.δ. υπό την ισχύ του άρθρου 94 παρ. 4 Συντ., ΝοΒ 2003.15-16, Σταμάτης Κ., Αναγκαστική εκτέλεση αποφάσεως κατά του Δημοσίου, Ο.Τ.Α. και ν.π.δ.δ., ΝοΒ 2003.3).

Πρέπει επομένως η κρινόμενη αγωγή, να ερευνηθεί περαιτέρω...

Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2021

2/2021 ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ , ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΥΤΟΦΩΡΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ


Σε pdf   ΕΔΩ



"Είναι αυτονόητο ότι οι κατά καιρούς Γνωμοδοτήσεις καθώς και οι Γενικές Οδηγίες του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (απευθυνόμενες προς τους Εισαγγελικούς Λειτουργούς της Χώρας υπό μορφή Εγκυκλίων) στο πλαίσιο της εκ των διατάξεων των άρ. 19 παρ. 1 στοιχ. γ΄, 2, 24 παρ. 5 στοιχ. α΄ και 25 παρ. 2 ΚΟΔΚΔΛ αρμοδιότητάς του, εξακολουθούν να ισχύουν εφόσον δεν έχει επέλθει νομοθετική μεταβολή που επηρεάζει ουσιαστικά το περιεχόμενό τους.

Με την υπ’ αριθμ. 8/2011 ΓνωμΕισΑΠ (Δ. Κατσιρέα, ΠοινΔικ 2002, 147), διευκρινιστική της προηγηθείσας υπ’ αριθμ. 1/2001 ΕγκΕισΑΠ (Π. Δημόπουλου, ΠοινΧρ 2001, 763 και ΠοινΔικ 2001, 389), ο (τότε) Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είχε εκφράσει τη γνώμη (βάσει του τότε ισχύοντος ΚΠΔ) ότι τα πρόσωπα ιδιάζουσας δωσιδικίας, όπως είναι οι δικηγόροι: «θα συλλαμβάνονται και θα προσάγονται, όπως κάθε άλλος δράστης αυτοφώρου πλημμελήματος, στον αρμόδιο Εισαγγελέα, προκειμένου αυτός να αποφασίσει αν θα εισαχθούν στο δικαστήριο την ίδια ημέρα σε τακτική ή έκτακτη δικάσιμο ή αν θα κρατηθούν για να εισαχθούν στο δικαστήριο την επόμενη ημέρα ή αν θα αφεθούν ελεύθεροι), καθώς και ότι «ο απολαύων ιδιάζουσας δωσιδικίας δράστης αυτοφώρου πλημμελήματος προσάγεται στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών, γιατί αυτός είναι αρμόδιος να ασκήσει ποινική δίωξη ή να θέσει τη μήνυση ή αναφορά στο αρχείο ή να απορρίψει με διάταξή του την έγκληση. Αν ο εν λόγω Εισαγγελέας βεβαιωθεί για την ταυτότητα του συλληφθέντος και για την ιδιότητά του ως προσώπου ιδιάζουσας δωσιδικίας και ασκήσει κατ’ αυτού ποινική δίωξη, ανακύπτει η αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Εφετών και κατ’ εντολήν αυτού ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών είτε θα διατάξει την προσαγωγή του συλληφθέντος στον Εισαγγελέα Εφετών, προκειμένου να παραπεμφθεί από τον τελευταίο αυτόν στο ακροατήριο τον συνεδριάζοντος την ίδια ή την επόμενη ημέρα Εφετείου, είτε θα αφήσει ελεύθερο τον συλληφθέντα, παραγγέλλων ενδεχομένως προανάκριση». Για το ζήτημα που επέλυε η εν λόγω Γνωμοδότηση του Εισαγγελέα Αρείου Πάγου (η οποία στην πραγματικότητα ήταν οιονεί διορθωτική της προηγηθείσας εισαγγελικής εγκυκλίου) διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις (βλ. ενδεικτικά: Β. Αδάμπα, Ιδιάζουσα δωσιδικία προσώπων, Θεμελίωση αυτής και επίδρασή της σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας, ΠοινΧρ 2008, 472 επ., 475-477, Ευτ. Φυτράκη, Οι δικηγόροι πάνε στο αυτόφωρο; Ισότητα και αναλογικότητα σε σύγκρουση, ΠοινΔικ 2005, 1000-1004, και Πόρισμα Συνηγόρου του Πολίτη υπ’ αριθμ. 20877/2004, ΠοινΔικ 2005, 997-999). Ωστόσο, κατά την εικοσαετία που παρήλθε μετά τις προεκτεθείσες ερμηνευτικές προσεγγίσεις και γενικές οδηγίες του Ανώτατου Εισαγγελέα της Χώρας κατά το έτος 2001, τέθηκαν σε ισχύ αφενός νέος Κώδικας Δικηγόρων (Ν. 4194/2013) και αφετέρου νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (Ν. 4620/2019), οι διατάξεις των οποίων μας υποχρεώνουν να επικαιροποιήσουμε (προσαρμόζοντας στα νέα δεδομένα) τις ισχύουσες οδηγίες της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων για τη διαδικασία επί αυτοφώρου πλημμελήματος, τη σύλληψη, κράτηση και προσαγωγή δικηγόρου ως προσώπου ιδιάζουσας δωσιδικίας.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρ. 417 ΚΠΔ «Αν ο δράστης οποιουδήποτε πλημμελήματος έχει συλληφθεί επ’ αυτοφώρω, ακολουθείται η διαδικασία που αναφέρεται στα επόμενα άρθρα, εκτός αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι να μην εφαρμοστεί αυτή η διαδικασία», ενώ κατά το άρ. 418 παρ. 1 ΚΠΔ «Ο ανακριτικός υπάλληλος ή το αστυνομικό όργανο που συνέλαβε τον δράστη επ’ αυτοφώρω έχει την υποχρέωση να τον φέρει αμέσως ή, αν η σύλληψη έγινε έξω από την έδρα του δικαστηρίου, μέσα στον απόλυτα αναγκαίο για τη μεταφορά χρόνο, στον αρμόδιο εισαγγελέα μαζί με την έκθεση για τη σύλληψη και τη βεβαίωση τον εγκλήματος, που πρέπει υποχρεωτικά να τη συντάξει. Ο εισαγγελέας μπορεί να παραπέμψει τον κατηγορούμενο αμέσως, χωρίς γραπτή προδικασία, στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου που συνεδριάζει την ημέρα εκείνη, το οποίο και ασχολείται αμέσως με την εκδίκαση της κατηγορίας. Αν κατά την ημέρα αυτή δεν συνεδριάζει το αρμόδιο δικαστήριο, ορίζεται έκτακτη δικάσιμη για την ίδια ημέρα ή, όταν υπάρχει απόλυτη αδυναμία συγκρότησης του δικαστηρίου αυθημερόν, για την επόμενη ημέρα. Ο εισαγγελέας γνωστοποιεί προφορικά τα στοιχεία της κατηγορίας στον κατηγορούμενο χωρίς να απαιτείται η κοινοποίηση σε αυτόν κλητηρίου θεσπίσματος. Για την παραπάνω γνωστοποίηση συντάσσεται και προσαρτάται στη δικογραφία συνοπτική έκθεση που υπογράφεται από τον εισαγγελέα, τον γραμματέα και τον κατηγορούμενο και σε περίπτωση ανάγκης μόνο από τον εισαγγελέα». Εξάλλου, η διάταξη του άρ. 275 παρ. 1 ΚΠΔ ορίζει ότι «Προκειμένου για αυτόφωρα κακουργήματα και πλημμελήματα οι ανακριτικοί υπάλληλοι του άρθρου 31, καθώς και κάθε αστυνομικό όργανο, έχουν υποχρέωση, ενώ οποιοσδήποτε πολίτης το δικαίωμα, να συλλάβουν το δράστη, τηρώντας τις διατάξεις του Συντάγματος και του άρθρου 279 του κώδικα για την άμεση προσαγωγή του στον εισαγγελέα», ενώ με το άρ. 279 παρ. 1 ΚΠΔ προβλέπεται ότι «Ο συλλαμβανόμενος επ’ αυτοφώρω ή με ένταλμα οδηγείται χωρίς αναβολή στον αρμόδιο εισαγγελέα, το αργότερο μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από τη σύλληψή του και, αν η σύλληψη έγινε έξω από την έδρα του, στον απολύτως αναγκαίο χρόνο για την μεταφορά του. Αν πρόκειται για κακούργημα ή αν η σύλληψη έγινε με ένταλμα του ανακριτή, ο εισαγγελέας παραπέμπει στον ανακριτή εκείνον που έχει συλληφθεί και αν πρόκειται για πλημμέλημα, ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 43, 51, 246 παρ. 2β και 417 κ.ε. Ειδικά σε περίπτωση σύλληψης επ’ αυτοφώρω για πλημμέλημα, ο ανακριτικός υπάλληλος εντός δώδεκα (12) ωρών ειδοποιεί με το ταχύτερο μέσο τον εισαγγελέα, ο οποίος μπορεί, λαμβάνοντας υπόψη τη βαρύτητα τον εγκλήματος και την προσωπικότητα του δράστη, να δώσει εντολή να αφεθεί αυτός ελεύθερος και να μην εφαρμοσθεί η προβλεπόμενη για τα αυτόφωρα εγκλήματα διαδικασία του άρθρου 418 παρ. 1 εδ. α΄ και παρ. 2. Στην περίπτωση αυτή ο ανακριτικός υπάλληλος υποβάλλει στον εισαγγελέα, χωρίς χρονοτριβή, όλες τις εκθέσεις που συντάχθηκαν για τη συγκεκριμένη υπόθεση». Τέλος, κατά τον ΚΠΔ, οι δικηγόροι εντάσσονται στα πρόσωπα ειδικής δωσιδικίας, των οποίων τα πλημμελήματα δικάζονται από το Τριμελές Εφετείο (άρ. 111 στοιχ. Α αριθμ. 6 ΚΠΔ). Παράλληλα, ο Κώδικας Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), στο άρ. 39 παρ. 2, 3 («δικονομικό πλαίσιο άσκησης της δικηγορίας») προβλέπει τα εξής: «2. Ειδική δωσιδικία. Οι κατηγορούμενοι για πλημμέλημα δικηγόροι δικάζονται από το κατά τόπο αρμόδιο Τριμελές Εφετείο σε πρώτο βαθμό και από το Πενταμελές Εφετείο σε δεύτερο βαθμό. 3. Αυτόφωρη διαδικασία. Δεν ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία στα πλημμελήματα που φέρεται να έχει διαπράξει δικηγόρος. Δικηγόρος που συλλαμβάνεται, οποιαδήποτε ημέρα και ώρα, δεν κρατείται, αλλά οδηγείται αμέσως ενώπιον τον αρμοδίου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών»...