«1. Η άρση του απορρήτου είναι επιτρεπτή για
τη διακρίβωση των κακουργημάτων που προβλέπονται από:
α) τα άρθρα 134, 135 παρ. 1, 2, 135Α, 137Α, 137Β, 138, 139, 140,
143, 144, 146, 148 παρ. 2, 150, 151, 157 παρ. 1, 159, 159Α, 168 παρ. 1,
187 παρ. 1, 2, 187Α παρ. 1 και 4, 207, 208 παρ. 1, 235 παρ. 2, 236 παρ.
2, 237 παρ. 2 και 3β, 264 περ. β' και γ, 265, 270, 272, 275 περ. β, 291
παρ. 1 περ. β' και γ', 292Α παρ. 4 εδ. β' και παρ. 5, 299, 310 παρ. 2
εδ. β, 322, 323A παρ. 1, 2, 4, 5 και 6, 324 παρ. 2 και 3, 336 σε βάρος
ανηλίκου, 338 παρ. 1 σε βάρος ανηλίκου, 339 παρ. 1 περ. α' και β, 342
παρ. 1 και 2, 348Α παρ. 4, 348Γ παρ. 1 περ. α' και β, 349 παρ. 1 και 2,
351 παρ. 1, 2, 4 και 5, 351Α παρ. 1 περ. α' και β' και 3, 370Α, 370Δ,
374, 380, 385 παρ. 1 περ. α' και β' του Ποινικού Κώδικα,
β) τα άρθρα 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 28, 29, 30, 46,
47, 59, 140 και 144 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα,
γ) το άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 2168/1993,
δ) τα άρθρα 20, 22 και 23 του ν. 4139/2013,
ε) το άρθρο 157 παρ. 1γ του ν. 2960/2001,
στ) το άρθρο 3 περ. ιε' του ν. 3691/2008, σε συνδυασμό με το άρθρο δεύτερο του ν. 2656/1998,
ζ) το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 2803/2000,
η) το άρθρο 45 παρ. 1 περ. α', β' και γ' του ν. 3691/2008,
θ) το άρθρο 28 του ν. 1650/1986.
Επίσης, επιτρέπεται η άρση του απορρήτου για
τη διακρίβωση των εγκλημάτων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 209 και των
άρθρων 210, 210Α, 211 του Ποινικού Κώδικα, της παρ. 2 του άρθρου 265,
καθώς επίσης και για τα εγκλήματα των παρ. 1, 2, 3, 4 εδάφιο α' και 6
του άρθρου 292Α, του άρθρου 292Β, του άρθρου 292Γ, της παρ. 3 του άρθρου
339, της παρ. 2 του άρθρου 342, του άρθρου 346, του άρθρου 348, των
παρ. 1, 2 και 5 του άρθρου 348Α, του άρθρου 348Β, της περ. γ' της παρ. 1
του άρθρου 348Γ και της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 351Α, των άρθρων
370Γ και 370Ε, του άρθρου 372, του άρθρου 379, του άρθρου 386 και του
άρθρου 386Α του Ποινικού Κώδικα.
Επιπλέον, η άρση του απορρήτου είναι επιτρεπτή
για τη διακρίβωση των εγκλημάτων που προβλέπονται από το άρθρο 11 του
ν. 3917/2011, το άρθρο 15 του ν. 3471/2006 και το άρθρο 10 του ν.
3115/2003.
1α. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης
επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεων των άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του
ν. 3340/2005 (Α' 112).
1β. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου
για τη διακρίβωση των κακουργημάτων που προβλέπονται από τον ν.
3028/2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της
Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (Α' 153), όπως ο νόμος αυτός εκάστοτε ισχύει.
1γ. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεων του άρθρου 93α του ν. 4099/2012 (Α' 250).
1δ. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου
για τη διακρίβωση της προσβολής που τελείται στο διαδίκτυο σε βαθμό
κακουργήματος δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών
δικαιωμάτων που προβλέπονται στον ν. 2121/1993 (Α' 25).
2. Η άρση στις περιπτώσεις αυτές είναι
επιτρεπτή μόνο αν αιτιολογημένα το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο
διαπιστώσει ότι η διερεύνηση της υπόθεσης ή η εξακρίβωση του τόπου
διαμονής του κατηγορουμένου είναι αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερής χωρίς
αυτήν.
3. Η άρση στρέφεται μόνο κατά συγκεκριμένου
προσώπου ή προσώπων που έχουν σχέση με την υπόθεση που ερευνάται ή για
τα οποία, βάσει συγκεκριμένων περιστατικών, προκύπτει ότι λαμβάνουν ή
μεταφέρουν συγκεκριμένα μηνύματα που αφορούν ή προέρχονται από τον
κατηγορούμενο ή χρησιμοποιούνται ως σύνδεσμοί του.
4. Η άρση του απορρήτου στις περιπτώσεις του
παρόντος άρθρου επιβάλλεται με διάταξη του Συμβουλίου Εφετών ή
Πλημμελειοδικών στην καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα του οποίου
υπάγεται η διακρίβωση του συγκεκριμένου εγκλήματος με το οποίο
σχετίζεται η άρση.
5. Την αίτηση για την άρση υποβάλλει στο
Συμβούλιο ο καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιος εισαγγελέας, ο οποίος
εποπτεύει ή ενεργεί προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση και ο ανακριτής,
ο οποίος ενεργεί τακτική ανάκριση για τα πιο πάνω εγκλήματα. Το
Συμβούλιο αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την άρση ή
όχι του απορρήτου, με διάταξή του, στην οποία περιέχονται τα κατά την
παρ. 2 του άρθρου 5 στοιχεία.
Στις περιπτώσεις των παρ. 1α και 1γ την άρση
μπορεί να ζητήσει και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφαση της
Εκτελεστικής της Επιτροπής, η οποία υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα
Εφετών ή τον ανακριτή, οι οποίοι την υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εφετών.
6. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις την
άρση μπορεί να διατάξει ο εισαγγελέας που ενεργεί την προανάκριση ή
προκαταρκτική εξέταση και ο ανακριτής που ενεργεί την τακτική ανάκριση.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο εισαγγελέας ή ο ανακριτής υποχρεούνται να
εισαγάγουν το ζήτημα με σχετική αίτηση τους στο Συμβούλιο μέσα σε
προθεσμία τριών (3) ημερών. Η ισχύς της διάταξης του Εισαγγελέα ή του
ανακριτή για την άρση παύει αυτοδικαίως με τη λήξη της τριήμερης αυτής
προθεσμίας ή, αν το ζήτημα εισαχθεί εμπροθέσμως, από την έκδοση της
σχετικής διάταξης του Συμβουλίου.
7. Στις περιπτώσεις εγκλημάτων που υπάγονται
στην αρμοδιότητα των στρατιωτικών δικαστηρίων την άρση του απορρήτου
επιβάλλει, με απόφασή του, το δικαστικό συμβούλιο του καθ' ύλην και κατά
τόπον αρμόδιου στρατιωτικού δικαστηρίου μετά από αίτηση του ασκούντος
την ποινική δίωξη ή του ανακριτή που ενεργεί τακτική ανάκριση».
|