Κυριακή 9 Απριλίου 2017

105/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ: ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΧΡΕΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΛΟΓΩ ΑΠΟΜΕΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΤΟΥ (ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9 ΠΑΡ. 2 ΤΟΥ Ν. 3869/2010)

Αποτέλεσμα εικόνας για ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΣΕΛΗ


ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
 ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΑΚΕΛΛΟΥ 27/2017


Αριθμός 105 /2017
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Λαυρίου Παναγιώτα Γραμματικάκη και το Γραμματέα Παντελή Πλατανησιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 27 Μαρτίου 2017, για να δικάσει μεταξύ:
Της αιτούσας: …………………………..  ……………., κατοίκου της ………………., θέση ………….., η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Της καθ'ης η αίτηση: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της λεωφόρου Αμαλίας αρ. 20 και Σουρή αρ.5 και εκπροσωπείται νόμιμα, ως εξ αρχής καθ'ης η αίτηση επί της οποίας εκδόθηκε η προς μεταρρύθμιση απόφαση και ήδη και ως καθολική διάδοχος των παρακάτω αναφερόμενων ανώνυμων τραπεζικών εταιρειών, ήτοι: α) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «MILLENIUM BANK» και β) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «MARFIN EGNATIA BANK», η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Ανδριάνας Θεοδώρου.
Η αιτούσα με την από 10-02-2017 και με αριθ. κατάθεσης 27/10-02-2017 αίτησή της που απευθύνεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ζήτησε να γίνει δεκτή για όσους λόγους αναφέρονται σ' αυτήν. Για τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 8 παρ. 4 του Ν.3869/2010 και 758 ΚΠολΔ προκύπτει ότι οι εκδοθείσες κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας οριστικές αποφάσεις για τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, μπορούν με αίτηση διαδίκου μετά τη δημοσίευση τους να ανακληθούν ή να μεταρρυθμιστούν από το Δικαστήριο που τις εξέδωσε, αν προκύψουν νέα πραγματικά περιστατικά ή' μεταβολές της μετά τη δημοσίευση τους να ανακληθούν ή να μεταρρυθμιστούν από το Δικαστήριο που τις εξέδωσε, αν προκύψουν νέα πραγματικά περιστατικά ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων του οφειλέτη εξαιτίας των οποίων μετεβλήθησαν και μεταγενέστερα οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδόθηκε η απόφαση. Τούτο διότι στις δίκες της εκούσιας δικαιοδοσίας δεν γίνεται δεσμευτική διάγνωση εννόμων σχέσεων, όπως ισχύει στις διαγνωστικές δίκες της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, αλλά διατάσσονται τα κατάλληλα ρυθμιστικά μέτρα σε σχέση με τη νομική κατάσταση και λειτουργία φυσικού προσώπου. Συνεπώς ο σκοπός της ρύθμισης αυτής είναι η προσαρμογή των ρυθμιστικών μέτρων στις εκάστοτε μεταβαλλόμενες πραγματικές καταστάσεις προς πραγμάτωση του σκοπού της, προς επέλευση δηλαδή του ρυθμιστικού αποτελέσματος (βλ.Εφ.ΑΘ. 1639/07 ΑΠ 640/03 ΕλλΔνη45,1347, Κ.Μπέη Πολ.Δ.άρθρο 758 παρ.3 αρ. 16 σελ.326 και 330). Ο Ν.3869/2010 εισάγει μία ειδικότερη διάταξη σε σύγκριση με το άρθρο 758 ΚΠολΔ, χωρίς όμως να αποκλείεται η εφαρμογή του τελευταίου άρθρου (η προβλεπόμενη αυτή ρύθμιση καταλαμβάνει όχι μόνο τις αποφάσεις που εκδίδονται για γνήσιες υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, αλλά και εκείνες που εκδίδονται σε υποθέσεις που από νομική διάταξη γίνεται παραπομπή στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας), δηλαδή ο νόμος επιτρέπει την ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφασης εφόσον προκύψουν νέα πραγματικά περιστατικά, ενώ λόγο μεταρρύθμισης μιας απόφασης αποτελεί και η μεταστροφή της νομολογίας, όπως και η νομοθετική μεταβολή/τροποποίηση. Ως μεταβολή των συνθηκών κατά το άρθρο 758 ΚΠολΔ νοείται η μεταγενέστερη επίκληση νέων πραγματικών γεγονότων, τα οποία ανατρέπουν ή διαφοροποιούν σημαντικά τη βάση επί της οποίας στηρίχθηκε η απόφαση, διότι ήδη διαφοροποιείται με το ρυθμιστικό μέτρο που διατάχθηκε, η εξυπηρέτηση είτε του συμφέροντος του αιτούντος είτε του γενικότερου συμφέροντος. Το στοιχείο του νέου δεν έχει την έννοια του μεταγενέστερου από τον χρόνο της αρχικής δίκης και συνεπώς νέα περιστατικά είναι και αυτά που προϋπήρχαν της δίκης, αλλά δεν τέθηκαν για οποιοδήποτε λόγο υπόψη του Δικαστηρίου...
 Την αίτηση τροποποίησης νομιμοποιείται ενεργητικά να υποβάλει ο ίδιος ο οφειλέτης, ή οποιοσδήποτε από τους συμμετέχοντες στη ρύθμιση πιστωτής. Αντίγραφο της αίτησης πρέπει να επιδοθεί μέσα ένα μήνα από την υποβολή της, εάν ασκείται από τον οφειλέτη προς τους πιστωτές και αν ασκείται από πιστωτή προς τον οφειλέτη και προς τους υπόλοιπους πιστωτές. Η απόφαση μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ και ειδικότερα να ανατρέχει στο χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης. Αυτό θα συμβεί εφόσον και κατά το μέτρο που οι μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης ή των εισοδημάτων του οφειλέτη ανατρέχουν σε χρόνο προγενέστερο της απόφασης, και μέχρι αυτό της κατάθεσης της αίτησης τροποποίησης (βλ. Κρητικός «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», εκδ. 2010 σελ. 137 επ., Βενιέρης-Κατσάς «Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα» σελ. 249). Περαιτέρω ενδέχεται, ο επαναπροσδιορισμός των μηνιαίων καταβολών κατ' εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων των αρθ. 8 παρ. 4 και 5 του νόμου να θίξει τα κεφάλαια της απόφασης, με τα οποία είχε διαταχθεί η ρευστοποίηση ή μη ακινήτου του οφειλέτη, ή η εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του. Και σ' αυτήν την περίπτωση πρόκειται για μεταβολή των συνθηκών έκδοσης της απόφασης ως προς τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις της, η οποία, εφόσον είναι σημαντική και ουσιώδης, δικαιολογεί την τροποποίησή της ώστε να προσαρμοστεί στα νέα περιστατικά, τροποποίηση η οποία θα γίνει με βάση τη γενική διάταξη του αρθ. 758 ΚΠολΔ και με τη συνδρομή των προϋποθέσεων της (βλ. γΓ αυτές σε ΑΠ 1133/94, ΕφΑΘ 8687/2007, ΕφΘεσ 71/2003, ΕφΑθ 9707/1999 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ). Ο οφειλέτης μπορεί, επίσης, να ζητήσει την μεταρρύθμιση της απόφασης αναφορικά με τις δόσεις που καταβάλλει και για την διάσωση της κύριας κατοικίας του και στις παρακάτω περιπτώσεις. Η πρώτη περίπτωση είναι η απομείωση της αξίας του ακινήτου λόγω κάποιων τυχαίων περιστατικών, κατά την οποία ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει την μείωση των μηνιαίων δόσεων που καταβάλλει. Το ίδιο ισχύει και για την αντίστροφη περίπτωση, κατά την οποία η αξία της κύριας κατοικίας αυξηθεί σημαντικά, γεγονός που δίνει το δικαίωμα στους πιστωτές να ζητήσουν μεταρρύθμιση της απόφασης και αύξησης του ποσού των μηνιαίων δόσεων. Δεύτερη περίπτωση αποτελεί η νομοθετική μεταβολή που επήλθε στο Ν. 3869/2010 κατά το άρθρο 17 παρ. 1 και παρ. 2 του Ν. 4161/2013. Πλέον η αποπληρωμή των δόσεων για την διάσωση της κύριας κατοικίας γίνεται: α) στο 80% της αντικειμενικής και όχι της εμπορικής αξίας του ακινήτου και β) σε διάστημα που μπορεί να φτάσει μέχρι και τα τριάντα πέντε έτη, καθώς λόγος μεταρρύθμισης μιας απόφασης κατά το άρθρο 758 ΚΠολΔ αποτελεί και η μεταστροφή της νομολογίας, πολλώ δε μάλλον τέτοιο λόγο αποτελεί και η νομοθετική μεταβολή. Συνεπώς, τόσο ο οφειλέτης όσο και οι πιστωτές δύνανται να καταθέσουν αίτηση μεταρρύθμισης και να ζητήσουν τροποποίηση του ύψους των δόσεων αλλά και της διάρκειας αποπληρωμής. Τελευταία περίπτωση αποτελεί η περίπτωση αποπληρωμής και ικανοποίησης των πιστωτών με άλλο τρόπο.
Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα ισχυρίζεται ότι με την 235/2012 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, ρυθμίστηκαν οι οφειλές της προς τις μετέχουσες πιστώτριες, με την ένταξή της στις ρυθμίσεις των αρθ. 8 παρ. 2 του νόμου με μηνιαίες καταβολές επί τετραετία, και 9 παρ. 2 για καταβολές ποσού 780,00 ευρώ επί 20 έτη προς διάσωση της κύριας κατοικίας της, η εμπορική αξία της οποίας εκτιμήθηκε στο ποσό των 220.000 ευρώ. Ότι μετά την έκδοση της ως άνω απόφασης η εμπορική αξία της κύριας κατοικίας της απομειώθηκε στο ποσό των 60.000 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω, ζητά να μεταρρυθμιστεί η ως άνω απόφαση ως προς τις μηνιαίες καταβολές στα πλαίσια του άρθρου 9 παρ.2 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, αναδρομικά από το χρόνο κατάθεσης της κρινόμενης αίτησης. Η αίτηση παραδεκτά εισάγεται στο αρμόδιο τούτο Δικαστήριο σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (αρθρ.741-781 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερθείσες στη μείζονα σκέψη διατάξεις. Πρέπει, επομένως να εξεταστεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, συντρέχοντος και άμεσου εννόμου συμφέροντος της αιτούσας, δεδομένου ότι έχει υπαχθεί στη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της αιτούσας και των εγγράφων που νόμιμα προσκόμισαν μετ'επικλήσεως οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Με την 235/2012 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού έγινε διευθέτηση των οφειλών της αιτούσας προς τις μετέχουσες πιστώτριές της με την ένταξή της στις ρυθμίσεις των αρθ. 8 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές επί τετραετία, συμμέτρως διανεμόμενες στις πιστώτριές της, και 9 παρ. 2 του ν. 3869/2010 για καταβολές επί 20 έτη μόνο προς την εμπραγμάτως εξασφαλισμένη καθ'ης η παρούσα αίτηση πιστώτρια ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία της. Ειδικότερα, στα πλαίσια της ρύθμισης του αρθ. 9 παρ. 2 ν. 3869/10, ορίστηκαν με την 235/2013 απόφαση μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας. Η εμπορική αξία της εκτιμήθηκε σε 220.000,00 ευρώ, και συνεπώς όφειλε να καταβάλει στην καθ'ης η αίτηση το ποσό των 187.000 ευρώ (220.000 Χ 85%). Ο χρόνος αποπληρωμής του ποσού αυτού ορίστηκε σε 20 χρόνια, το δε ποσό της μηνιαίας δόσης σε 784,00 ευρώ, με έναρξη καταβολής των δόσεων αυτών τέσσερα έτη μετά τη δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης, ήτοι το Νοέμβριο του 2016. Όπως αποδείχθηκε από την κατάθεση του μάρτυρα της αιτούσας καθώς και τις προσκομιζόμενες από αυτήν εκτιμήσεις της εμπορικής αξίας του ακινήτου της από το σύμβουλο ακινήτων …….. ………. και ……………. ………….., η αξία της κύριας κατοικίας της αιτούσας έχει μειωθεί δραματικά κατά τα τελευταία έτη, ανερχόμενη πλέον στο ποσό των 90.000 ευρώ, ενώ οι αγγελίες πώλησης ακινήτων που προσκομίζει η αιτούσα δεν αφορούν σε ακίνητα που βρίσκονται στην ίδια περιοχή με αυτό της αιτούσας. Συνακόλουθα συντρέχουν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 8§4 του Ν.3869/2010 και 758 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι επήλθε η ανωτέρω απόμείωση της αξίας της κύριας κατοικίας της αιτούσας, γεγονός που διαφοροποιεί σημαντικά τη βάση επί της οποίας στηρίχθηκε η υπό μεταρρύθμιση απόφαση, είναι κατ' εύλογη κρίση σημαντικό νέο περιστατικό με ουσιώδη και αποφασιστική επιρροή στην έκβαση της δίκης, προσδίδει διαφορετική πραγματική εικόνα από εκείνη που είχε δεχθεί το Δικαστήριο εκδίδοντας την 235/2012 απόφαση περί ρύθμισης των χρεών της αιτούσας και δικαιολογεί την τροποποίηση της ρύθμισης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της στα πλαίσια του άρθρου 9 παρ.2 του Ν. 3869/2010, με την καταβολή του 85% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου της δηλ. του ποσού των 76.500 (90.000 Χ 85%) ευρώ. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι η επικαλούμενη από την αιτούσα μείωση της αξίας της κύριας κατοικίας της αποτελεί νέο περιστατικό, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται η καθ'ης η αίτηση, καθόσον με την από 20-05-2016 και με αριθμό κατάθεσης 47/2016 αίτηση μεταρρύθμισης, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 181/2016 απορριπτική απόφαση του δικαστηρίου τούτου, η αιτούσα εξέθετε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά, και δη επικαλείτο ως λόγο μεταρρύθμισης της ανωτέρω απόφασης τη μείωση των εισοδημάτων της, και όχι τη μείωση της αξίας του ακινήτου της, όπως εν προκειμένω. Η αποπληρωμή του παραπάνω ποσού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, προσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η μηνιαία δόση που θα καταβάλει η αιτούσα στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής ανέρχεται στο ποσό των 318,75 ευρώ. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στο διατακτικό της μεταρρυθμιζόμενης υπ'αριθμ. 235/2012 απόφασης. Μετά τα παραπάνω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ' ουσίαν βάσιμη αφού η αιτούσα έχει προφανές έννομο συμφέρον και να μεταρρυθμιστεί η 235/2012 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου εκούσιας δικαιοδοσίας, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του Ν.3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ'αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την αίτηση.
Μεταρρυθμίζει την με αριθμ. 235/2012 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, αναφορικά με τη ρύθμιση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας στα πλαίσια του άρθρου 9 παρ.2 του Ν. 3869/2010, με την καταβολή προς την καθ'ης η αίτηση πιστώτρια ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε. του ποσού των 76.500 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, προσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η μηνιαία δόση που θα καταβάλει η αιτούσα στην καθ'ης η αίτηση στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής ανέρχεται στο ποσό των τριακοσίων δεκαοκτώ ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (318,75 ευρώ) επί 20 χρόνια (240 μήνες), αναδρομικά από το Μάρτιο του 2017.
Διατάσσει τη σημείωση της παρούσας μεταρρυθμιστικής απόφασης στο περιθώριο της μεταρρυθμιζόμενης με επιμέλεια της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο Λαύριο, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 5 Απριλίου 2017
η ειρηνοδίκης                        Ο  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ